Η εταιρεία Dimeland καταπολεμά άμεσα και αποτελεσματικά:
Το ποντίκι στη ζωολογία αναφέρεται σε ένα μικρό ζώο της κλάσης των θηλαστικών, και της τάξης των τρωκτικών. Είναι το πιο γνωστό και το πιο διαδεδομένο τρωκτικό στον κόσμο. Είναι δραστήριο κατά το λυκόφως και τη νύχτα, παμφάγο, αρχίζει να αναζητά την τροφή του μόλις πέσει το σκοτάδι. Έχουν εξαιρετική όραση στο σκοτάδι και αυτό τους βοηθά να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Ζει σε μικρές «ανδροκρατούμενες» οικογενειακές ομάδες. Μερικές φορές τα αρσενικά δίνουν τρομερές μάχες για να εξασφαλίσουν την θέση τους στην ιεραρχία της ομάδας. Ζει δυόμιση χρόνια περίπου και είναι πολύ γόνιμο: Ζευγαρώνει όλο το χρόνο και το θηλυκό γεννά 4 έως 8 φορές το χρόνο, από 7 έως 10 μικρά κάθε φορά. Τα μικρά μπορούν να έχουν τα δικά τους μικρά μόλις φτάσουν σε ηλικία 2 μηνών. Τα ποντίκια έχουν πολλούς εχθρούς, όπως τη γάτα, τα φίδια και την κουκουβάγια που περιορίζουν τους πληθυσμούς τους. Bέβαια ο μεγαλύτερος εχθρός του είναι ο άνθρωπος που εξοντώνει είτε άμεσα (ποντικοφάρμακα,φόλες) είτε έμμεσα (φυτοφάρμακα κ.ά.).
Μπορείτε με βεβαιότητα να καταλάβετε ότι πλήττετε η οικία σας ή επιχείρησής σας από ποντίκια-αρουραίους, όταν παρατηρήσετε κάποια από τις παρακάτω ενδείξεις-σημάδια:
1. Τρύπες ή φωλιές σε ανώμαλο έδαφος
2. Περιττώματα σε σημεία πρόσληψης τροφής, γύρω από τις τοποθεσίες που υπάρχουν φωλιές και κατά μήκος των διαδρόμων που χρησιμοποιούνται από τα τρωκτικά.
3. Φθορές υλικές και ζημιές σε κτηριακές εγκαταστάσεις από τα ροκανίσματα.
4. Ενδείξεις από ούρα σε αποθηκευμένα προϊόντα ή χνάρια σε μαλακές επιφάνειες
5. Σε κλειστούς χώρους, που δεν αερίζονται, πολλές φορές παρατηρείται χαρακτηριστική μυρωδιά.
6. Παρουσία τριχών και σημάδια σε μονοπάτια που χρησιμοποιούν συχνά, τα τρωκτικά κατά μήκος των πλευρών των κτηριακών εγκαταστάσεων.
Τα ποντίκια-αρουραίοι είναι φορείς πολλών ασθενειών (ενδεικτικά αναφέρουμε την σαλμονέλα-μέσω των κοπράνων τους, πανώλη, τυφοειδή πυρετό, λεπτοσπείρωση-μέσω των ούρων τους, τριχίνωση) και παρασίτων (ενδεικτικά αναφέρουμε τους ψύλλους, τσιμπούρια, ψείρες).
Προκαλούν υποβάθμιση της ποιότητας των τροφίμων-προϊόντων των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να τα καθιστά ακατάλληλα προς κατανάλωση και μειώνουν την εμπορική τους αξία. Επιπλέον, εκτός από την υποβάθμιση της αξίας και της ποιότητας, οι ποντικοί και οι αρουραίοι καταναλώνουν και τα αποθηκευμένα προϊόντα (αρουραίος=28gr ξηρής τροφής, ποντικός=3-4gr ξηρής τροφής), προκαλώντας φθορά και στην συσκευασία τους, αναγκάζοντας τις επιχειρήσεις να σπαταλούν επιπλέον χρήματα για να τα επανασυσκευάσουν. Μεγάλη επικινδυνότητα παρουσιάζει και η δραστηριότητά τους να μασούν ηλεκτρικά καλώδια και αγωγούς από μολύβι, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο την πιθανότητα για βραχυκυκλώματα, διακοπή της ηλεκτροδότησης, πυρκαγιάς ή πλημμύρας.
Οι κατσαρίδες είναι έντομα, τα οποία αποτελούν μια τάξη: τα Βλαττοειδή (Blattodea, Blattaria). Υπάρχουν περίπου 3.500 διαφορετικά είδη κατσαρίδων που ταξινομούνται σε 6 βασικές οικογένειες ανά τον κόσμο. Στη Ευρώπη αναφέρονται επί 150 είδη, στην Ελλάδα είκοσι Το επιστημονικό όνομα της τάξης «Βλαττοειδή» προέρχεται από το γένος «Βλαττή» (Blatta).
Το χρώμα ποικίλλει από ωχρό καστανό μέχρι μαύρο, με ή χωρίς στίγματα. Το σώμα κατά κανόνα έχει σχήμα οβάλ και είναι νωτοκοιλιακά πεπλατυσμένο.Τα στοματικά μόρια είναι μασητικού τύπου. Δεν δείχνουν εμπρός, αλλά προς τα κάτω και πίσω (υπογναθικά). Στο κεφάλι εκφύονται δυο μακριές νηματοειδείς κεραίες, οι οποίες αποτελούνται από πολλά άρθρα. Ξεπερνούν το μήκος του σώματος. Οι σύνθετοι οφθαλμοί κατά κανόνα είναι καλά αναπτυγμένοι. Οφθαλμίδια λείπουν.
Το μεγάλο πρόνωτο έχει την μορφή δίσκου και σκεπάζει το κεφάλι. Οι ταρσοί των ποδιών είναι πενταμερείς. Επιτρέπουν γρήγορο τρέξιμο, μόνο σε μερικά είδη συναντούμε ειδίκευση των ποδιών στο σκάψιμο. Οι μπροστινές πτέρυγες είναι δερματοειδείς (ψευδέλυτρα). Οι οπίσθιες πτέρυγες είναι μεμβρανώδεις και στη βάση παρουσιάζουν στρογγυλή επέκταση προς τα πίσω (λατινικά: vannus). Η νεύρωση είναι πρωτόγονη με επανειλημμένως κλαδωτές φλέβες επί μήκος και αρκετές εγκάρσιες φλέβες. Μερικά είδη είναι βραχύπτερα ή άπτερα.
Η κοιλία αποτελείται από δέκα ουρομερή και καταλήγει σε ένα ζεύγος κερκιδίων. Οι κέρκοι είναι αρκετά κοντοί αλλά πολυμελείς. Ο ωοθέτης είναι ατροφικός. Η μορφή των εξωτερικών γεννητικών οργάνων επιτρέπουν σφιχτή ένωση κατά το ζευγάρωμα.
Εικ. 1: Πολυμερής κέρκος
Εικ. 2: Periplaneta americana, κάψες για αυγά
Στην Ελλάδα αναφέρονται τα εξής είδη:
- Blattella germanica (Linnaeus 1767)[2]
- Loboptera decipiens decipiens (Germar 1817)[3]
- Capraiellus tamaninii (Galvagni 1972)[4]
- 4 είδη του γένους Ectobius Stephens 1835[5]
- 9 είδη του γένους Phyllodromica Fieber 1853[6]
- Supella longipalpa (Fabricius 1798)[7]
- Blatta orientalis Linnaeus 1758[8]
- Polyphaga aegyptiaca (Linnaeus 1758)[9]
- Psammoblatta curtipennis(Chopard 1929)[10]
- Psammoblatta livida (Brunner von Wattenwyl 1865)[11]
Εικ.3:Blatella germanica, απόθεση της κάψας με τα αυγά (ootheca)
Τα περισσότερα είδη ζουν στο έδαφος και δραστηριοποιούνται κατά την νύχτα και κρύβονται κατά την ημέρα σε ρωγμές του εδάφους, των τοίχων, των πλακιδίων, της κουζίνας όσο αφορά τις ξύλινες κατασκευές, του λουτρού, πίσω από ηλεκτρικές συσκευές κ.ά . Προτιμούν αυξημένη υγρασία. Συναντούμε απλές μορφές κοινωνικής ζωή. Σε γενικά πλαίσια χρησιμοποιούν περιοχές για καταφύγια, όπου είναι κοντά σε πηγές τροφής, όπως σκουπίδια ,ασφράγιστα κιβώτια τροφίμων, λιπαρές τροφές, ζάχαρη, αλλά και περιττώματα μιας άλλης κατσαρίδας ή το κουφάρι μιας νεκρής κατσαρίδας (εάν δεν υπάρχει τροφή για να συντηρηθούν).
Τα Βλαττοειδή είναι παμφάγα αλλά κατά κανόνα δεν είναι θηρευτές. Μερικά είδη μπορούν να επιβιώνουν σε μακρές περιόδους πείνας. Για την Perplaneta americana αναφέρονται 42 μέρες χωρίς τροφή και νερό. Με νερό χωρίς τροφή μπορούν να επιβιώνουν μερικούς μήνες.
Πολλά αρθρόποδα, πουλιά και άλλα σπονδυλωτά τρώνε κατσαρίδες. Τα έντομα αισθάνονται την προσέγγιση με αισθητικά κύτταρα στους κέρκους. Γενικά τα είδη προσπαθούν να ξεφύγουν τρέχοντας ή πετώντας, ενώ άλλα είδη στην επίθεση μυρμηγκιών σφίγγονται τόσο σφιχτά στο έδαφος, ώστε τα μυρμήγκια δεν φτάνουν την ευπρόσβλητη κάτω πλευρά του σώματος. Άλλα είδη διαθέτουν αδένες, οι οποίες εκκρίνουν απωθητικές ουσίες.
Εικ. 4: Έκδυση (έκδυμα μαύρο)
Η αναπαραγωγική διαδικασία ποικίλλει αρκετά. Σε μερικά είδη δεν παρατηρείται καμία ερωτική προσέγγιση πριν από το ζευγάρωμα, σε άλλα είδη η προσέγγιση είναι περίπλοκη και μπορεί να διαρκεί μέχρι μια ώρα. Υπάρχει περίπτωση, όπου φερομόνες, ειδικοί θόρυβοι ή ιδιαίτερη στάση των πτερύγων ή της κοιλιάς παίζουν σημαντικό ρόλο. Αντίθετα η όραση δεν αποτελεί σημαντικό παράγοντα της ερωτικής προσέγγισης.
Μετά το ζευγάρωμα, τα θηλυκά επιτρέπουν στα αρσενικά να πλησιάζουν και να παραδίδουν την ποσότητα του σπέρματός τους σε μια σακούλα (λατινικά: bursa copulatrix) κοντά στο στόμα των εσωτερικών γεννητικών οργάνων του θηλυκού. Σε μερικά είδη, τα αρσενικά καβαλικεύουν τα θηλυκά για αυτό το σκοπό, σε άλλα είδη μόνο οι οπίσθιες άκρες της κοιλιάς αγγίζονται, ενώ τα κεφάλια βλέπουν σε αντίθετες κατευθύνσεις.
Σε μια ομάδα ειδών, κατά την μεταφορά του σπέρματος κολλάει λίγο ουρικό οξύ του αρσενικού. Αυτό χρησιμοποιείται από τα θηλυκά στην κατασκευή μιας κάψας (αγγλικά: ootheca, ωοθήκη), η οποία περιέχει τα γονιμοποιημένα αυγά. Στην απόθεση αυτής της θήκης γονιμοποιημένων ωών το εξωτερικό της σκληραίνει και σχηματίζει μεμβρανώδεις τοίχους. Ο αριθμός αυγών ανά θήκη ποικίλλει ανάλογα με το είδος από τέσσερα μέχρι επί 240.
Συναντούμε τέσσερα επίπεδα εξέλιξης. Τα περισσότερα είδη αποθέτουν τις κάψες με τα γονιμοποιημένα αυγά και η εκκόλαψη γίνεται μετά. Η εκκόλαψη των νυμφών από την μεμβρανώδη κάψα γίνεται συνεργατικά. Τα έμβρυα καταβροχθίζοντας αέρα αυξάνουν τον όγκο τους και με αυτόν τον τρόπο κάνουν τη θήκη να σπάσει. Στην πορεία της εξέλιξης προς τη ζωοτοκία συναντούμε άλλα τρία επίπεδα. Στη βασική περίπτωση, οι κάψες με τα αυγά διαμένουν στο σώμα του θηλυκού. Στην ακόλουθη περίπτωση, δεν σχηματίζεται κάψα και αποθέτονται τα αυγά λίγο πριν την εκκόλαψη. Στο είδος Diploptera punctata παρατηρείται γνήσια ζωοτοκία. Μετά την εκκόλαψη ξεκινούν τα πρώτα νυμφικά στάδια.Τα βλαττοειδή ανήκουν στα ημιμετάβολα. Με κάθε έκδυση οι νύμφες μοιάζουν περισσότερο με τα ενήλικα.
Μερικά είδη βλαττοειδών τρέφονται από ξύλο. Για να διασπούν την κυτταρίνη χρησιμοποιούν συμβιωτικούς οργανισμούς όμοιους με αυτούς των ισόπτερων. Υπάρχουν και άλλες ομοιότητες και οι τερμίτες (ισόπτερα) από μερικούς ειδικούς θεωρούνται «κοινωνικές κατσαρίδες».
Οι κατσαρίδες αποτελούν φορείς πολλών παθογόνων μικροοργανισμών (μύκητες, βακτήρια, ιούς), προκαλώντας νόσους ιδιαίτερα επικίνδυνους για την δημόσια υγεία (τροφική δηλητηρίαση, γαστρορραγίες, αναπνευστικά προβλήματα- λόγω της απόρριψης και μεταφοράς με τον αέρα του δέρματός τους καθ’όλη την διάρκεια του βιολογικού τους κύκλου, αλλεργίες κ.ά). Τα περιττώματά των κατσαρίδων καταστρέφουν την ποιότητα και την εμπορική αξία των προϊόντων, ενώ παράλληλα διαδίδουν παθογόνους μικροοργανισμούς με τις εκκρίσεις τους.
Μπορείτε με βεβαιότητα να καταλάβετε ότι πλήττετε η οικία σας ή επιχείρησής σας από κατσαρίδες, όταν παρατηρήσετε κάποια από τις παρακάτω ενδείξεις-σημάδια:
- Παρουσία κατσαρίδας κατά την διάρκεια της ημέρας.
- Παρουσία μικρών στιγμάτων μαύρου χρώματος, που μοιάζουν με κόκκους μαύρου πιπεριού στα ντουλάπια της κουζίνας
- Περιττώματα κατσαρίδας σε περιοχές που έχουν εγκαταστήσει τις φωλιές και διαμένουν.
Συνήθως στην καθημερινότητά μας συναντάμε ορισμένα είδη συχνότερα από τα άλλα: την ξανθιά κατσαρίδα (μικρή σε μέγεθος) και την Blatta orientalis και Periplaneta Americana (μεγάλη σε μέγεθος).
Η ξανθιά κατσαρίδα απαντάται συνήθως στις κατοικίες σε χώρους όπως η κουζίνα και σε καταστήματα μαζικής εστίασης. Πολλαπλασιάζεται ταχύτατα, γεγονός που καθιστά την εξάπλωση της αστραπιαία σε περίπτωση που παρουσιαστεί σε διαμέρισμα πολυκατοικίας, πλήττονται σε μικρό χρονικό διάστημα όλα τα διαμερίσματα που γειτνιάζουν με την εστία μόλυνσης. Σε περίπτωση επιχείρησης, η εμφάνιση της στην κουζίνα του καταστήματος, έχει σαν αποτέλεσμα να μεταδοθεί η μόλυνση και στους αποθηκευτικούς χώρους μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα.
Εισέρχεται στις οικίες από την πόρτα, τα παράθυρα και πολύ πιο συχνά από τον φωταγωγό. Είναι ικανή να προσβάλλει τα πάντα από χώρους μέχρι τρόφιμα με τα περιττώματά της, τα αυγά της, το κουφάρι της, αλλά και με την έκκριση δύσοσμων υγρών που αποβάλλονται από το σώμα της. Αρέσκεται να συχνάζει σε ζεστά, ανήλεα και με υψηλό ποσοστό υγρασίας μέρη, ενώ αξιοσημείωτο είναι να αναφέρουμε ότι παρουσιάζει ανθεκτικότητα στα φάρμακα. Ως παράσιτο είναι νυκτόβιο, αν παρατηρήσετε δραστηριότητα την ημέρα, σημαίνει ότι αντιμετωπίζετε σοβαρό πρόβλημα μόλυνσης από κατσαρίδες και πρέπει να δράσετε άμεσα, καλώντας εταιρεία απολύμανσης-απεντόμωσης. Τρέφεται με προϊόντα κυρίως αμυλούχα και δύναται να εξαπλωθεί με εξαιρετική ευκολία σε κάθε χώρο.
Το μήκος του σώματός τους κυμαίνεται από 1 με 1,5cm. Το πρωνότο του θώρακα φέρει 2 επιμήκεις και παράλληλες σκοτεινού χρώματος γραμμές ή λωρίδες. Ο βιολογικός κύκλος συμπληρώνεται με 6 εκδύσεις μέσα σε 2 με 3 μήνες. Κατά την διάρκεια ζωής του θηλυκού (κυμαίνεται από 6 μέχρι 7 μήνες) είναι ικανό να εναποθέση 4 με 6 ωοθήκες, η κάθε μία των οποίων δύναται να φέρει 28 με 56 αυγά.
Βlatta orientalis L.
Παρουσιάζει μεγάλη εξάπλωση κυρίως στις βόρειες εύκρατες περιοχές του παλαιού και νέου κόσμου.
Τα τέλεια έντομα έχουν μήκος σώματος 20-27 mm, χρώμα ομοιόμορφα ερυθροκαστανό προς το μαύρο. Οι νύμφες έχουν πίο σκούρο χρώμα. Διαφοροποίηση ανάμεσα στο αρσενικό και στο θηλυκό είναι ότι στο δεύτερο, τα φτερά του είναι περιορισμένα, τόσο που να φαίνεται άπτερο, ενώ στο πρώτο καλύπτουν τα 2/3 της κοιλιάς του. Ο ωόσακος έχει μήκος 10-12 mm, χρωματισμό παρόμοιο με εκείνων των νυμφών ή των τέλειων εντόμων, ενώ δεν παρουσιάζει αυλακώσεις, που να προσδιορίζουν τις θέσεις των αυγών.
Ο βιολογικός κύκλος διαρκεί 6 μήνες ή και λιγότερο, όταν επικρεατούν ευνοϊκές συνθήκες. Όταν αυτές δεν είναι οι άριστα δυνατές, ο βιολογικός κύκλος διαρκεί τα 2 χρόνια ή να τα ξεπεράσει. Το ζευγάρωμα μέσα σε 4 με 9 μέρες. Με την πάροδο των 8 ή 10 ημερών, δημιουργείται ο ωόσακος, ο οποίος 1 ή 2 μέρες με την ολοκληρωσή του, αποβάλλεται από το θηλυκό άτομο σε τοποθεσία προφυλαγμένη και πλούσια σε τροφή. Η εκκόλαψη θα λάβει χώρα σε 45-50 μέρες. Έχει παρατηρηθεί ότι τον χειμώνα, παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση, μέχρι να ανέβει η θερμοκρασία. Κάθε τέλειο θηλυκό άτομο δύναται να παράγει κατά μέσο όρο 8 ωόσακους, που περιέχουν συνήθως 16 αυγά.
Οι νύμφες μετά από 7-10 εκδύσεις, θα εξελιχθούν σε τέλεια έντομα.Στα αρσενικά ο χρόνος που απαιτείται, για να συμβεί αυτό είναι 4,5-5,5 μήνες, ενώ για τα θηλυκά είναι 9-10 μήνες. Τα τέλει άτομα ζουν για 1-6 μήνες ή μπορεί και ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και περισσότερο.
Είναι είδος που προτίμα δροσερά περιβάλλοντα (θερμοκρασία 20-29 βαθμούς κελσίου), για αυτό και εντοπίζεται συνήθως στα κατώτερα σημεία οικοδομών, π.χ. υπόγεια, αποθήκες, στους αγωγούς αποχέτευσης, τους βόθρους, πίσω από ντουλάπια, μέσα σε τοίχους, κάτω από ξύλινα πατώματα κ.ά. δεν απαιτεί μεγάλη υγρασία στα σημεία που διαμένει, αλλά την χρειάζεται όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντα χώρου είναι υψηλή. Θα το συναντήσουμε πολλές φορές και ανώτερα σημεία των οικοδομών π.χ. αγωγούς ύδρευσης ή αποχέτευσης μέσα σε τοίχους. Αρέσκεται σε κάθε είδους οργανική ουσία, αλλά δείχνει μία ιδιαίτερη προτιμηση στις αμυλούχες.
Periplaneta Americana (L.)
Κοσμοπολίτικο είδος. Τα τέλια άτομα έχουν μήκος σώματος 35-40 mm, υπάρχει μια μορφολογική διαφοροποίηση ανάμεσα στα δύο φύλα: η κοιλία στο θηυκό είναι πιό εξογκωμένη. Όλα τα στάδια έχουν χρώμα κόκκινο λαμπερό προς το καστανό. Το πρόνωτο των τέλειων έχει κιτρινωπό περιθώριο με πιό σκούρο το εσωτερικό του. Οι νύμφες παρουσιάζουν χρώμα, εκτός από τις πιό μεγάλες που έχουν στο πρόνωτο κάποιο ίχνος από το σχέδιο των τέλειων. Τα φτερά στα τέλεια άτομα, τόσο σε αρσενικά όσο και σε θηλυκά είναι καλά ανεπτυγμένα και φθάνουν μέχρι το άκρο της κοιλιάς του θηλυκού, ενώ στο αρσενικό είναι λίγο μεγαλύτερα. Ο ωόσακος είναι μικρού μεγέθους, έει μήκος περίπου 8 mm και έχει χρώμα σκούρο καφέ.
Ο βιολογικός κύκλος των τέλειων ατόμων διαρκεί περίπου 1 έτος, χρονικό διάστημα όπου μπορεί να περιοριστεί σε 3 μήνες, όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες διαβίωσης είναι δυσμένεις, ή να αυξηθεί σε 2-3 έτη, οταν οι συνθήκες είναι ευνόϊκες.
Το ζευγάρωμα συντελείται μέσα σε λίγες μέρες, αλλά στο είδος αυτό παρατηρείται και το φαινόμενο της παρθενογέννησης. Σε 4-10 μέρες μετά το ζευγάρωμα δημιουργείται ο ωόσακος, όπου μετά από 24 ώρες από την δημιουργία του τοποθετείται από το θηλυκό σε προφυλαγμένο μέρος. Κάθε τέλειο θηλυκό δύναται να σχηματίσει 10-90 ωόσακους, κάθε ένα από αυτούς περιέχει 16 αυγά τοποθετημένα σε δύο σειρές. Με την πάροδο των 30-45 ημερών από τον σχηματισμό του ωόσακου, γίνεται η εκκόλαψη των αυγών. Οι νύμφες θα γίνουν τέλεια άτομα μετά από 5-15 μήνες και αφού υποστούν 7-13 αποδερματώσεις.
Το συγκεκριμένο είδος προτιμά συνθήκες που επικρατούν ζέστη και υγρασία. Απαραίτητη προϋπόθεση για την διαβίωσή του είναι και η ύπαρξη περίσσειας τροφής. Τέτοιου είδους συνθήκες διαβίωσης παρατηρούνται σε εστιατόρια, εργαστήρια παρασκευής ή καταστήματα πώλησης τροφίμων, ζαχαροπλαστεία και όπου. αλλού υπάρχει άπλετη τροφή Συνήθως δεν θα την εντοπίσουμε σε κουζίνες, αν και δεν θεωρείται απίθανο να συμβεί. Αρέσκεται να τρέφεται με κάθε είδους οργανική τροφή.
Ο σκόρος ή νυχτοπεταλούδα ανήκει στην ίδια τάξη με την πεταλούδα,στα Λεπιδόπτερα (Lepidoptera), ωστόσο παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από αυτήν. Τα περισσότερα είδη είναι νυκτόβια αλλά υπάρχουν και ορισμένα ημερόβια. Συνήθως δεν έχουν έντονα χρώματα, ενώ η κύρια μορφολογική διαφορά τους με τις πεταλούδες βρίσκεται στις κεραίες και τα φτερά τους.
Σε αντίθεση με την ενήλικη νυχτοπεταλούδα, η προνύμφη (γνωστή και ως σκόρος) κάποιων ειδών, π.χ. Tineola bisselliella, Tinea pellionella, Trichophaga tapetzella, τρέφεται με ίνες από ρούχα, ειδικά όταν αυτά έχουν σκόνη, τρίχες, ή λεκέδες από ποτά ή ούρα. Προνύμφες σκόρου συναντούμε και στα τρόφιμα με το είδος Πλοδία η στικτή (Plodia interpunctella). Οι ενήλικες νυχτοπεταλούδες τρέφονται συνήθως με νέκταρ λουλουδιών, μύκητες, ούρα, δάκρυα και ιδρώτα ζώων.
Οι νυχτοπεταλούδες και ιδιαίτερα οι κάμπιες τους είναι ιδιαίτερα επιβλαβείς στη γεωργία σε πολλά μέρη του κόσμου. Η νυχτοπεταλούδα Lymantria dispar προκαλεί αρκετές καταστροφές στα δάση όπου θεωρείται επιδημικό είδος. Σε μεσογειακά κλίματα το είδος Cydia pomonella προκαλεί εκτεταμένες ζημιές ειδικά σε οπωροφόρα δένδρα. Σε τροπικά και υποτροπικά κλίματα η Plutella xylostella είναι πιθανώς ο σοβαρότερος κίνδυνος για καλλιέργειες κάρδαμου.
Αρκετοί σκόροι της οικογένειας Tineidae προκαλούν ζημιά σε υφάσματα και κουβέρτες κατασκευασμένες από φυσικό μαλλί ή μετάξι. Έχει αναφερθεί ότι απωθούνται από το άρωμα δέντρων όπως ο κέδρος ή το έλαιο της λεβάντας ή άλλων φυσικών ελαίων. Η ναφθαλίνη θεωρείται το αποτελεσματικότερο και ταυτόχρονα πλέον ακίνδυνο απωθητικό για τον σκώρο. Οι περισσότερες κάμπιες σκοτώνονται όταν εκτεθεί το προσβεβλημένο αντικείμενο επί αρκετές ημέρες σε θερμοκρασία κάτω των −8 °C (18 °F).
Ορισμένοι σκόροι καλλιεργούνται. Ο σημαντικότερος από όλους είναι ο γνωστός μεταξοσκώληκας η κάμπια του είδους Bombyx mori. Δεν παράγεται ωστόσο όλο το μετάξι από το είδος Bombyx mori. Υπάρχουν αρκετά είδη του γένους Saturniidae τα οποία επίσης καλλιεργούνται για το μετάξι τους, όπως η Samia cynthia και το κινεζικό είδος Antheraea pernyi, το είδος Antheraea assamensis) και ο ιαπωνικός μεταξοσκώληκας Antheraea yamamai.
Σκόρος ρούχων
Ο σκόρος (Tineola bisselliella) είναι παράσιτο που προκαλεί σημαντικότατες φθορές στα ρούχα, βαμβακερά, μάλλινα ή ακόμα και γούνινα και υπάγεται στην οικογένεια Tινεϊδών. Αρέσκεται να τρέφεται με προϊόντα φυτικής ή ζωικής προσέλευσης.
Το μήκος του σώματός του κυμαίνεται από τα 7 με 8 mm. Φέρει φτερά στο σώμα του, το χρώμα των οποίων είναι χρυσαφί και μία λωρίδα από μακριές τρίχες στην άκρη τους.
Οι προνύμφες έχουν μήκος σώματος από 12 έως 13 mm και στο κεφάλι τους φέρουν τούφες από κοκκινωπές τρίχες. Τρέφονται με μαλλί και το σώμα τους είναι λευκού χρώματος ή κρεμ, ενώ το χρώμα της κεφαλής είναι σε καφέ απόχρωση. Γεννούν και εναποθέτουν τα αυγά τους σε απομονωμένα σημεία με άφθονο φαγητό (μάλλινα, γούνινα). Οι προνύμφες που θα προκύψουν από τα αυγά θα αναδυθούν μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Οι σκόροι είναι παράσιτα που μπορούν να μεταφέρουν ακόμα και με την αγορά νέων ρούχων, ανεξαρτήτου αξίας, όταν είναι κατασκευασμένα από βαμβάκι ή μαλλί, βαμβάκι μάλλινο με πολυεστερικό βαμβάκι ή τέλος από μαλλί με μετάξι.
Είδη σκόρων
1. ANTHRENUS VERBASCΙ: Η προνύμφη του προκαλεί φθορές σε υλικά από μαλλί, δέρμα, γούνα και μετάξι. Είναι ικανές να προσβάλλουν ακόμα και εντομολογικές συλλογές, βαλσαμωμένα ζώα ή κουκούλια μεταξοσκώληκα. Το συγκεκριμένο είδος σκόρου μεταδίδει μέσω των προνυμφών του την άκαρι των περιστεριών. Τα τέλεια άτομα τρέφονται με νέκταρ ή γύρη και πολλές φορές απαντώνται σε φωλιές πουλιών.
2. CARPOPHILUS HEMIPTERU: Είδος ιδιαίτερα ενοχλητικό για τον άνθρωπο. Απαντάται κυρίως σε σπίτια, αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία, διότι αρέσκεται να προσβάλλει κυρίως αμυλούχα προϊόντα π.χ. μπισκότα, ρύζι κ.ά.
3. ANTHRENUS MUSEORUM: Kύριο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου είδους είναι οτι οι προνύμφες του προσβάλλουν υλικά ζωϊκής προέλευσης, όπως για παράδειγμα μάλλινα υφάσματα, γούνες, δερμάτινα είδη. Αποτελεί σημαντικό εχθρό των εντομολογικών συλλογών και των εκθεμάτων στα μουσεία. Τα τέλεια έντομα τρέφονατι κυρίως με νέκταρ και γύρη.
4. ΑNTHRENUS FASCIATUS: Οι προνύμφες του συγκεκριμένου είδους σκόρου προσβάλλουν είδη ζωϊκής προέλευσης όπως για παράδειγμα μάλλινα υφάσματα, γούνινα είδη, δέρματινα είδη. Βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι έμφανίζουν ιδιαίτερη προτίμηση στα αποξηραμένα κέρατα ζώων. Τα τέλεια άτομα τρέφονται με γύρη διαφόρων φυτών.
5.DERMESTES LARDARIUS: Eίδος σκόρου που μπορεί άνετα να προκαλέσει φθορές εκτός από δέρματα και γούνινα είδη, σε μεταξοσκώληκα, νεκρά έντομα, ξύλινα δοκάρια, φελλό, σοβάδες και μολυβδοσωλήνες.
Τα μυρμήγκια είναι κοινωνικά έντομα της οικογένειας Formicidae και μαζί με τις σφήκες και τις μέλισσες αποτελούν την τάξη Ymenoptera. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 22.000 είδη από τα οποία έχουν ταξινομηθεί περισσότερα από 12.500. Διακρίνονται εύκολα από τις αρθρωτές κεραίες τους και τη χαρακτηριστική δομή του σώματός τους καθώς τα τμήματά του ενώνονται με μικρές αρθρώσεις και η μέση τους είναι ιδιαίτερα λεπτή.
Τα μυρμήγκια σχηματίζουν αποικίες με μέγεθος που ποικίλει από μερικές δεκάδες θηρευτές που ζουν σε μικρές φυσικές κοιλότητες έως κοινωνίες με υψηλή οργάνωση που καλύπτουν μεγάλες περιοχές και αποτελούνται από εκατομμύρια μέλη. Οι μεγαλύτερες αποικίες αποτελούνται κυρίως από στείρα άπτερα θηλυκά που σχηματίζουν τάξεις «εργατών», «στρατιωτών», ή άλλες εξειδικευμένες ομάδες. Σχεδόν όλες οι αποικίες μυρμηγκιών έχουν κάποια γόνιμα αρσενικά που αποκαλούνται κηφήνες και ένα ή περισσότερα γόνιμα θηλυκά που αποκαλούνται βασίλισσες. Ξεχωρίζουν από τους τερμίτες στο γεγονός ότι τα πρώτα κοιλιακά τμήματα που ενώνονται με τον θώρακα είναι συνήθως πολύ λεπτά και σχηματίζουν ένα είδος μίσχου.
Τα μυρμήγκια έχουν αποικίσει σχεδόν κάθε ηπειρωτική περιοχή της Γης. Τα μόνα μέρη στα οποία δεν υπάρχουν αυτόχθονες πληθυσμοί μυρμηγκιών είναι η Ανταρκτική και κάποια απομακρυσμένα ή αφιλόξενα νησιά. Τα μυρμήγκια ευημερούν σχεδόν σε όλα τα οικοσυστήματα, και αποτελούν ίσως και το 15-25% της βιομάζας των ζώων της ξηράς. Η ικανότητά τους να επιβιώνουν με επιτυχία σε τόσα πολλά περιβάλλοντα έχει αποδοθεί στην κοινωνική τους οργάνωση και την ικανότητά τους να τροποποιούν οικοτόπους, να αξιοποιούν πόρους και να αμύνονται.
Όλες οι αποικίες παρουσιάζουν καταμερισμό εργασίας, επικοινωνία μεταξύ των ατόμων, και ικανότητα επίλυσης περίπλοκων προβλημάτων.
Τα μυρμήγκια διαφέρουν μορφολογικά από άλλα έντομα στο ότι έχουν αρθρωτές κεραίες, μεσοθωρακικούς αδένες, και μια έντονη συστολή της δεύτερου κοιλιακού τμήματός τους σε μία ένωση που θυμίζει μίσχο. Το κεφάλι, το μεσόσωμα, και το μετάσωμα ή γαστήρ είναι τα τρία διακριτά τμήματα του σώματός τους. Ο μίσχος σχηματίζει μια λεπτή μέση μεταξύ του μεσοσώματος (ο θώρακας εκτός από το πρώτο τμήμα της κοιλιάς) και τη γαστέρα (η κοιλά μείον τα κοιλιακά τμήματα του μίσχου). Ο μίσχος μπορεί να αποτελείται από μία ή δύο ενώσεις (Είτε μόνο από τη δεύτερη είτε τη δεύτερη και την τρίτη κοιλιακή τομή).
Ορισμένα είδη μυρμηγκιών δείχνουν ιδισίτερη προτίμηση σε πρωτεϊνούχες και ζαχαρούχες οισίες, οι οποίες κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορούν να επιτελέσουν μηχανικοί φορείς παθογόνων μικροοργανισμών, όπως για παράδειγμα το μικρό μυρμήγκι Monomorium pharaonis, το οποίο απαντάται σε οικιακούς χώρους όπως η κουζίνα και δύναται να μεταφέρει Salmonela, Pseudomonas, Staphylococcus, Streptococcus & Clostridium.
Πολλά μυρμήγκια φτιάχνουν μεγάλες φωλιές, ενώ άλλα είδη είναι νομαδικά και δε χτίζουν μόνιμες κατασκευές. Τα μυρμήγκια φτιάχνουν είτε υπόγειες φωλιές, είτε τις κατασκευάζουν πάνω σε δέντρα. Οι μυρμηγκοφωλιές μπορεί να βρίσκονται στο έδαφος, κάτω από πέτρες, κάτω από πεσμένα τμήματα δέντρων ή μέσα σε αυτά, μέσα σε κοιλότητες κορμών ή ακόμα και σε βελανίδια. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή συμπεριλαμβάνουν χώμα καθώς και υλικά προερχόμενα από φυτά και τα μυρμήγκια επιλέγουν προσεκτικά την τοποθεσία της φωλιάς τους. Τέλος, εγκαταλείπουν γρήγορα τη φωλιά τους στην πρώτη ένδειξη κινδύνου.
O βιολογικός κύκλος του μυρμηγκιού περιλαμβάνει 4 στάδια: αυγό, προνύμφη, χρυσαλλίδα και ενήλικο. Αν το αυγό είναι γονιμοποιημένο, το μυρμήγκι που θα γεννηθεί θα είναι θηλυκό ειδάλλως θα είναι αρσενικό. Τα μυρμήγκια αναπτύσσονται με πλήρη μεταμόρφωση με τις προνύμφες να περνούν από τη φάση της νύμφης πριν να αναδυθεί ως τέλειο άτομο. Η προνύμφη παραμένει σχεδόν ακίνητη και οι εργάτριες την ταΐζουν και τη φροντίζουν. Το φαγητό δίνεται στην κάμπια με τροφάλλαξη. Με τον ίδιο τρόπο μοιράζονται οι ενήλικες την τροφή που είναι αποθηκευμένη στο «κοινό στομάχι». Επίσης στις κάμπιες δίνεται κάποιες φορές στέρεα τροφή όπως τροφικά αυγά (αυγά που έχουν γεννηθεί για να αποτελέσουν τροφή), τμήματα θηράματος και καρπούς που μεταφέρονται από πεπειραμένες εργάτριες. Σε κάποια είδη οι κάμπιες μεταφέρονται απευθείας επάνω στη λεία για να τραφούν.
Οι κάμπιες αναπτύσσονται μέσα από μια σειρά αλλαγών μέχρι να εισέλθουν στη φάση της νύμφης. Η νύμφη έχει ελεύθερες προεκτάσεις και όχι λιωμένες και ενωμένες με το σώμα όπως παρατηρήται στις νύμφες της πεταλούδα Τα περισσότερα μυρμήγκια είναι αρπακτικά, πτωματοφάγοι, και έμμεσα φυτοφάγα.
Οι κοριοί αποτελούν έντομα υγειονομικού ενδιαφέροντος, ανήκουν στην τάξη Hemiptera και συγκεκριμένα στην οικογένεια Cimicidae. Είναι μικρά έντομα, πλεπλατυσμένα στερνορραχιαία, χρώματος κυρίως μαονιού-καφέ, ενώ όταν τους παρατηρείς στον τοίχο μοιάζουν με κινούμενους κόκκους φακής.
Το μήκος τους σώματός τους κυμαίνεται από 4-5 mm, πλάτος 3mm και δεν διαθέτουν φτερά. Τα στοματικά τους μόρια είναι κατασκευασμένα με τέτοιο τρόπο, που τα καθιστά κατάλληλα για απομύζηση αίματος, αλλά η προβοσκίδα δεν διακρίνεται με ευκολία, διότι είναι κρυμμένη κάτω από το κεφάλι και τον θώρακα. Η μεταμόρφωσή τους είναι ατελής και οι νύμφες μοιάζουν με τα τέλεια έντομα, αλλα είναι μικρότερες σε μέγεθος.
Είναι έντομα που εντοπίζονται κυρίως σε κατοικίες και ζουν σε ρωγμές και χαραμάδες, κάτω από ταπετσαρίες, στα κρεβάτια και άλλα έπιπλα και στα ίδια μέρη εναποθέτουν και τα αυγά τους. Απομυζούν αίμα σε όλα τα στάδια της αναπτυξής τους και προσεγγίζουν τον άνθρωπο μόνο για αυτό τον σκοπό. Ορισμένα είδη κοριού είναι ικανά να προσβάλλουν πτηνά, νυκτερίδες και ορισμένα είδη τρωκτικών.
Η μετακινησή και η διασπορά τους μπορεί να επιτευχθεί κυρίως με την μεταφορά διαφόρων ειδών π.χ. επίπλων, μέσα στα οποία διαμένουν και ποτέ με τον άνθρωπο. Αντικείμενα, τα οποία έχουν μεγάλούς πληθυσμούς κοριών, εμφανίζουν μία χαρακτηριστική οσμή.
Οι κοριοί ώς έντομα παρουσιάζουν μεγάλη ευαισθησία στην θερμοκρασία (θανάτωση προκαλείται στους 44-45 βαθμούς κελσίου). Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που μία θερμοκρασία 36-37 βαθμούς κελσίου σε συνδυασμό με μεγάλη σχετική υγρασία, δύναται να προκαλέσει τον θάνατο σε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμου των κοριών. Διακοπή της δραστηριότητάς τους πραγματοποιείται όταν η θερμοκρασία πέσει κάτω από 13-15 βαθμούς κελσίου.
Ενδείξεις που πιστοποιούν ότι υπάρχουν κοριοί στον χώρο σας, μπορεί να αποτελέσουν τα εξής παρακάτω:
- Υπόλοιπα αιμοσφαιρίνης μαύρου χρώματος, τα οποία αποβάλλονται από το οπίσθιο μέρος του εντερικού σωλήνα του εντόμου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να λεκιάζουν τα σεντόνια ή τα στρώματα των κρεβατιών.
- Παρουσία κηλίδων μαύρου χρώματος, κατά μήκος των ραφών ανοιχτόχρωμου στρώματος.
- Εμφάνιση χαρακτηριστικής μυρωδιάς, που εκλύουν στο περιβάλλον από ειδικούς αδένες του εντόμου, η οποία γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτή σε χώρους που δεν αερίζονται καλά.
- Τσίμπημα από κοριό, εύκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό, μιά και συνήθως παρατηρούνται 2-3 μαζί σε μία ευθεία γραμμή.
Από τα είδη των κοινών κοριών, δύο είναι εκείνα που αρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αν και παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες στην γενική μορφολογία και την βιολογία τους.
CIMEX LECTULARIUS L.
Πρόκειται για τον κοριό του κρεβατιού. Πρόκειται για είδος θερμών κλιμάτων, αλλά μπορεί να βρεθεί μέχρι και σε τροπικές περιοχές, γεγονός που τον καθιστά κοσμοπολίτικο είδος. Μορφολογικά διακρίνεται από το Cimex hemipterus, στο ότι ο θωρακάς του είναι πιό πλατύς, ενώ στο δεύτερο είδος είναι πιό κυκλικός. Το συγκεκριμένο είδος είναι το μόνο που απαντάται στον Ελλαδικό χώρο και γενικά στα Ευκρατά κλίματα.
Το θηκυκό άτομο γεννά 200-500 αυγά σε ομάδες των 10-50 αυγών, το χρώμα των οποίων είναι λευκοκίτρινο και η εκκολαψή τους λαμβάνει χώρα σε 4-21 μέρες, ανάλογα με την θερμοκρασία που επικρατεί στο περιβάλλον. Μάλιστα, η θερμοκρασία είναι παράγοντας που επηρρεάζει σημαντικά και τα άλλα στάδια εξέλιξης.
Οι κοριοί είναι έντομα που δύναται να επιβιώσουν χωρίς τροφή για μεγάλο χρονικό διάστημα, το οποίο ανάλογα με το στάδιο εξέλιξης και το φύλο του εντόμου μπορεί να κυμανθεί από 80-140 μέρες. Γεγονός που συμβάλλει στην επιμήκυνση του χρόνου που απαιτείται το αυγό να γίνει τέλειο άτομο.
Οι κοριοί κατά την διάρκεια της ημέρας παραμένουν καλά κρυμμένοι και μόνο κατά τις βραδυνές ώρες βγαίνουν για να αναζητήσουν τροφή. Έχει παρατηρηθεί ότι κατά την διάρκεια της ζωής τους χρειάζονται τουλάχιστον 5 γεύματα αίματος. Το γεγονός ότι είναι υποχρεωμένοι να απομυζήσουν αίμα τουλάχιστον 5 φορές από τον ίδιο ή διαφορετικό ξενιστή, μέχρι να ωριμάσουν πλήρως, οδηγήσει στην σκέψη ότι μπορεί να αποτελέσουν φορείς παθογόνων οργανισμών. Εξεταζοντάς τους λοιπόν, πειραματικά διαπιστώθηκε ότι δύναται να μετδόσουν παθογόνα όπως της λέπρας, του καλα-αζάρ, της Ηπατίτιδας β.
Το κουνούπι είναι δίπτερο έντομο της οικογένειας Culicidae με 3.500 περίπου είδη ανά τον κόσμο. Η υγειονομική τους σημασία ήταν και σε πολλές χώρες εξακολουθεί να είναι τεράστια διότι είναι οι μοναδικοί φορείς των παθογόνων της ελονοσίας, του κίτρινου και δάγγειου πυρετού στον άνθρωπο. Χώροι που συχνά μπορούμε να βρούμε κουνούπια είναι:
- Mικρές ή μεγάλες λίμνες.
- Έλη και βάλτοι.
- Ορυζώνες.
- Παρόχθια ποτάμια και ρυακίων.
- Κοιλότητες βράχων, δέντρων και του εδάφους, που διατηρούν μικρές ποσότητες νερού.
- Βόθροι και φρεάτια σε πολείς και χωριά.
- Δεξαμενές.
- Ποτίστρες κατοικιδίων και παραγωγικών ζώων.
- Χάρτινα κουτάκια αναψυκτικών και άλλων υγρών, όπου διατηρούν μικρή ποσότητα νερού.
- Γλάστρες και άλλα δοχεία σε νεκροταφεία.
- Ταράτσες.
- Μπαλκόνια και αυλές σπιτιών.
- πηγάδια κ.ά.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη τους αποτελεί η παρουσία, έστω και σε μικρή ποσότητα στάσιμου ή με μικρή ροή νερού. Τα τέλεια έντομα έχουν μικρό μήκος σώματος, 3-6 mm. H κοιλιά είναι μακριά και λεπτή, οι πτέρυγες λεπτές, διαφανείς με χαρακτηριστική νεύρωση και με λέπια στα νεύρα και στην περιφέρεια, η οποία φέρει και σμήριγγες που σχηματίζουν <<κροσσό>>. Οι κεραίες στα αρσενικά είναι περισσότερο πτεροειδείς (φουντωτές), από ότι στα θηλυκά έντομα. Οι οφθαλμοί είναι καλά αναπτυγμένοι.Το σώμα του ενήλικου κουνουπιού έχει μακριά πολύ λεπτά πόδια που του επιτρέπουν μόνο να στηρίζεται. Τα στοματικά εξαρτήματα του θηλυκού είναι νύσσοντος-αίματος μυζητικού τύπου, έχουν την μορφή μακριάς προβοσκίδας στα πλάγια, της οποίας υπάρχουν οι γναθικές προσακτρίδες.
Τα κουνούπια, όπως συμβαίνει και με πολλά άλλα αρθρόποδα είναι ικανά να αναπτύξουν πολύ μεγάλες πληθυσμιακές πυκνότητες. Τα κουνούπια τρέφονται με νέκταρ ή γύρη που βρίσκουν στη φύση, όμως τα θηλυκά χρειάζονται και αίμα προκειμένου να μπορέσουν να ζήσουν και να κάνουν αβγά. Ένα θηκυκό και ανάλογα με το είδος μπορεί να γεννήσει την πρώτη φορά 50 έως 500 αυγά. Στις επόμενες φορές, οι οποίες ενδεχομένως να φθάσουν και τις 10, γεννά μικρότερο αριθμό αυγών. Τα αυγά έχουν χρώμα λευκό ή ανοιχτόχρωα κατά την στιγμή της εναπόθεσης γίνονται πιό σκοτεινόχρωα έως και μελανά αργότερα.
Εφόσον το θηλυκό πραγματοποιήσει ένα γεύμα αίματος τότε ωριμάζουν τα αυγά του, τα οποία και τοποθετεί στην επιφάνεια του νερού. Από τα αυγά, όταν θα κατακλυσθούν κάποια στιγμή με νερό, θα εκκολαφθούν οι προνύμφες. Οι προνύμφες είναι πάντα υδρόβιες και εφοδιασμένες με συστήματα που τους επιτρέπουν να αναπνέουν τόσο κάτω από το νερό όσο και από πάνω. Παρουσιάζουν γρήγορη κίνηση, με χαρακτηριστικό στριφογύρισμα κοιλιάς. Ενδέχεται, όμως, να κινηθούν αργά εμπρός με την κεφαλή, χρησιμοποιώντας σαν έλικα τις στοματικές ψήκτρες. Οι ίδιες ψήκτρες είναι που οδηγούν το νερό στην στοματική κοιλότητα, προκειμένου οι προνύμφες να τραφούν με άλγη, πρωτόζωα και σωματίδια οργανικής ύλης. Μερικές προνύμφες από κάποια είδη κουνουπιών τρέφονται με άλλα κουνούπια ή άλλα μικρά έντομα. Όταν το κουνούπι ενηλικιωθεί τότε βγαίνει από τη ράχη της προνύμφης που φέρει μια σχισμή στο πάνω μέρος της και στη συνέχεια χρησιμοποιεί το σώμα της για να επιπλεύσει στο νερό, πριν καταφέρει να πετάξει. Το προνυμφικό στάδιο, ανάλογα με την θερμοκρεσία του περιβάλλοντος και με το είδος του κουνουπιού, μπορεί να διαρκέσει περίπου 7 μέρες.
Από υγειονομική άποψη τα κουνούπια θεωρούνται τα πλέον επιζήμια εντομα για τον άνθρωπο και τα εκτρεφόμενα ζώα. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε κάθε γεύμα μπορεί ένα άτομο κουνουπιού να απομυζήσει 2-8 mgr αίματος ( με ένα μέσο γεύμα το βάρος ενός νηστικού κονουπιού αυξάνεται κατα 2 έως 2,5 φορές!). Η μύζηση αίματος από χιλιάδες κουνούπια μπορεί να προκαλέσει μεγάλη απώλεια αίματος, τέτοια ώστε εκτός της μείωσης της απόδοσης σε κρέας και γάλα στα ζώα, να έχουν αναφερθεί περιστατικά θανάτου (σε σκύλους, βοοειδή και ανθρώπους).
Ο άνθρωπος και οι άλλοι ξενιστές του κουνουπιού δύναται να αναπτύξουν αλλεργική αντίδραση στην νύξη των κουνουπιών, η οποία ενδέχεται σε κάποιες περιπτώσεις να είναι πολύ έντονη. Συνήθως, όμως η αλλεργική αντίδραση περιορίζεται σε τοπικό <<κνυσμό>> και εμφάνισης εξανθήματος κόκκινου χρώματος. Επίσης, σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι η έντονη παρουσία των εντόμων αυτών μπορεί να προκαλέσει δυσμενείς επιπτώσεις στην τουριστική, γεωργική ή αναπτυξιακή δραστηριότητα του ανθρώπου. Όσο αφορά μάλιστα τον άνθρωπο, τα κουνούπια αποτελούν τους μοναδικούς φορείς των παθογόνων της ελονοσίας, του κίτρινού και του δάγγειου πυρετού, ενώ είναι ικανά να μεταδώσουν εγκεφαλίτιδες και φιλαριάσεις, ασθένειες που μπορεί να παρουσιαστούν συχνά υπό μορφή επιδημιών ή πανδημιών. Η ελονοσία μεταδίδεται μόνο από τα ανωφελή, ενώ οι άλλες ασθένειες μόνο ή κυρίως από τα κοινά κουνούπια. Ο ιός του δάγγειου πυρετού, όπως και του κίτρινου πυρετού μεταδίδεται με το είδος Aedes aegypti.
Τα κουνούπια ερεθίζονται και προσελκύονται από την κίνηση, από τη σωματική θερμότητα, από την υγρασία και το διοξείδιο του άνθρακα που εκπνέεται με την αναπνοή. Το σφύριγμα που κάνουν προέρχεται από το συγχρονισμένο τους φτερούγισμα. Παρασύρονται εύκολα από τον άνεμο και έτσι μπορούν να μεταφερθούν σε μεγάλες αποστάσεις.
Η δραστηριότητα τους έχει να κάνει με τη θερμοκρασία και την υγρασία του αέρα. Έτσι τις πρώτες πρωινές, τις πρώτες νυχτερινές ώρες και κατά τη διάρκεια της νύχτας τα περισσότερα είδη είναι πιο ενεργητικά και τσιμπούν, αλλά υπάρχουν και είδη που τσιμπούν και όλο το εικοσιτετράωρο.
Το θηλυκό τρυπάει το δέρμα με 6 «καρφίτσες» που έχει στο στόμα του, βγάζει ένα αιμολυτικό και αντιισταμινικό σάλιο και με τη προβοσκίδα του ρουφά το αίμα που καταλήγει στην κοιλιά του. Ανάλογα με την ποσότητα, αυτή μεγαλώνει, αφού έχει μεγάλη ελαστικότητα. Το τσίμπημα του κουνουπιού, όπως προαναφέρθηκε μπορεί να προκαλέσει κοκκινίλα στο δέρμα, πρήξιμο και έντονη ενοχλητική φαγούρα. Παρά την άποψη που επικρατεί ένα σκούρο δέρμα προσελκύει περισσότερο τα κουνούπια παρά ένα ανοιχτόχρωμο.
Τα κουνούπια αποτελούν πολλές φορές βάσανο στη διαμονή και εγκατάσταση του ανθρώπου σε αρκετά μέρη της γης. Έτσι ο άνθρωπος χρησιμοποιεί διάφορα μέσα προφύλαξης, όπως κουνουπιέρες, απωθητικά υγρά, κρέμες αλλά και μέσα εξόντωσης, με διάφορα εντομοκτόνα, καθώς και αποξήρανση βαλτότοπων και ελών.
Στην Ελλάδα υπάρχουν κυρίως 3 διαδεδομένα γένη κουνουπιών:
Ο ανωφελής (Anopheles spp.) . Το γένος αυτών των κουνουπιών είναι ο φορέας της ελονοσίας και των ασθενειών της εγκεφαλίτιδας και φιλαρίασης. Τα ενήλικα κουνούπια του γένους αυτού αναγνωρίζονται από τη στάση του σώματος τους, όπου η προβοσκίδα, το κεφάλι και το σώμα είναι σε μία ευθεία γραμμή. Επίσης τα φτερά τους φέρουν μικρά στίγματα. Με το τσίμπημά του σε άτομο που έχει ελονοσία, το θηλυκό μαζί με το αίμα ρουφάει και το πλασμώδιο στο οποίο οφείλεται η ασθένεια. Μέσα στο σώμα του κουνουπιού το μικρόβιο παραμένει και αναπτύσσεται. Στη συνέχεια μεταφέρεται στους σιελογόνους αδένες του και έτσι με νέο τσίμπημα σε σώμα υγιούς ανθρώπου, μεταφέρει μέσω του σάλιου του το μικρόβιο στον οργανισμό του. Το ανωφελές κουνούπι ζει από 18 μέρες μέχρι 4-5 εβδομάδες.
Το κοινό κουνούπι (Culex spp.). Πολλαπλασιάζεται σε στάσιμα και μολυσμένα νερά αλλά και σε μέρη όπου υπάρχει αρκετή υγρασία. Η προβοσκίδα του είναι διακεκομμένη και προς τα κάτω σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα του. Τα φτερά του είναι χρωματικά ομοιόμορφα. Τα αυγά του τα γεννάει στην επιφάνεια του νερού και αυτά επιπλέουν κατά ομάδες των 100 ή και περισσοτέρων. Ζει 10-15 μέρες αλλά σε ψυχρές συνθήκες μπορεί να ζήσει και περισσότερο. Μπορεί να μεταφέρει την ασθένεια της εγκεφαλίτιδας, αλλά αρκετά δύσκολα, ενώ την ασθένεια της φιλαρίασης μόνο σε τροπικές περιοχές.
Το γένος αηδής (Aedes spp.) μεταδίδει τον Κίτρινο πυρετό. Διαφέρει από το κοινό κουνούπι στο ασημένιο χρώμα που έχει ο θώρακάς του. Το άκρο της κοιλιάς του θηλυκού είναι μυτερό και έχει διάφορα αισθητήρια εξαρτήματα που εξέχουν. Οι προνύμφες του γένους αυτού είναι κοντές και χοντρές ενώ τα αβγά του έχουν τη δυνατότητα να αντέχουν και έξω από το νερό για αρκετό καιρό. Αναπαράγεται μετά από πλημμύρες σε δεξαμενές βρόχινου νερού ή σε αρμυρά έλη. Η ζωή του είναι συνήθως σύντομη (10-15 μέρες) αλλά κάτω από κατάλληλες ψυχρές κλιματολογικές συνθήκες μπορεί να ζήσει έως και μερικούς μήνες.
Κουνούπι “Tίγρης”
Είναι είδος όπου προέρχεται από την Αφρική και αποτελεί φορέα τροπικών πυρετών ( δάγγειος και κίτρινός πυρετός) και άλλων ασθενειών. Τα άτομα του μπορούν να μετακινηθούν σε αποστάση που κυμαίνεται από 50-100m. Διαφοροποιείται από τ’άλλα είδη κουνουπιού, απο τα εξής μορφολογικά γνωρίσματα: Φέρει λωρίδες λευκού χρώματος στα πόδια του και ένα σημάδι που μοιάζει με λύρα στο θώρακα του.
Εξαιρετικά επικίνδυνα μέρη, όπου δύναται να αποτελέσουν σημεία αναπαραγωγής είναι: βάζα με λουλούδια, ανοιχτά βαρέλια, κουβάδες, λάστιχα αυτοκινήτων, το νερό της τουαλέτας και υγρά πατώματα σε μπάνιο. Το θηλυκό έντομο είναι αυτό που θα τσιμπήσει το θύμα του, απομυζώντας αίμα, ώστε να ωριμάσουν τ’αυγά του, τα τελευταία μάλιστα είναι ικανά να επιβιώσουν ακόμα και μετά από 1 χρόνο σε ξηρή κατάσταση, μέχρι να βρεθούν οι κατάλληλες συνθήκες για να εκκολαφθούν. Τα ενήλικα άτομα ζουν 2-4 εβδομάδες και έλκονται από χημικές ενώσεις που παράγουν τα θηλαστικά όπως για παράδειγμα αμμωνία, διοξείδιο του άνθρακα, γαλακτικό οξύ κ.ά. Τσιμπούν κυρίως τις βραδυνές ώρες ή τις πρώτες πρωϊνές ώρες.
Σκνίπα
Η Σκνίπα (φλεβοτόμος) είναι δίπτερο έντομο με την κοινή ονομασία νηματόκερα της οικογενείας των Ψυχωδιδών (Psychodidae) και ιδιαίτερα τους γένους Phlebotomus. Είναι έντομα διαδεδομένα κυρίως στις τροπικές, υποτροπικές και ορισμένες εύρατες πριοχές.
Τα τέλεια έντομα είναι νυκτόβια, μικρου μεγέθους (1,5-4mm). Χρώματος γκριζοκίτρινο έως καστανό, με τρίχες που καλύπτουν το σώμα, τα πόδια και τις πτέρυγες. Οι τελευταίες είναι λογχοειδείς, ανασηκωμένες όταν το έντομο στέκεται. Τα πόδια είναι μακριά και λεπτά. Μετακινούνται με πηδήματα μήκους το πολύ έως μισό μέτρου. Σε μεγαλύτερες αποστάσεις πετούν με αργή, σταθερή κίνηση χωρίς τον «βόμβο» που κάνουν τα κουνούπια.
Οι θέσεις ωοτοκίας είναι προφυλαγμένες και εντοπίζονται σε εκείνες όπου η θερμοκρασία είναι μέτρια, η υγρασία υψηλή, το φως ελάχιστό ή καθόλου, κάτω από πέτρες, στο έδαφος, σε ρωγμές κτισμάτων, πηγαδιών, βόθρων και σε πολλά άλλα μέρη. Τα αυγά είναι επιμήκη και τοποθετούνται σε ομάδες των 500 περίπου. Η προνύμφη τρέφεται με οργανική ύλη π.χ εκκρίματα ζώων κ.ά., διέρχεται από 4 ηλικίες, μπορεί δε εάν ο χειμώνς είναι ψυχρός να διαχειμάσει και να νυμφωθεί την Άνοιξη. Η νύμφη είναι ελεύθερη και γυμνή, δεν σχηματίζει κουκούλι.
Αρέσκονται στο να τρώνε ζάχαρη, αλλά τα θηλυκά χρειάζονται και αίμα για να μεγαλώσουν τα αυγά τους.Τα αρσενικά τρέφονται με χυμούς φυτών και ξεχωρίζουν από τα θηλυκά γιατί φέρουν στην άκρη της κοιλιάς τους ένα γεννητικό όργανο, που μοιάζει με λαβίδα.
Υπάρχουν 800 είδη σκνίπας, 64 από τα οποία μπορούν να μεταδώσουν την νόσο λεϊσμανίαση, ακριβώς για αυτό τον λόγο έχουν μεγάλη υγειονομική σημασία. Ως ενδιάμεσοι ξενιστές ειδών Leishmania, τα οποία προκαλούν ασθένειες γνωστές ως λεϊσμανιάσεις, οι κυριότερες των οποίων είναι:
- H σπλαχνική λεϊσμανίαση ή Καλα-Αζάρ (στον άνθρωπο και στον σκύλο)
- Η δερματική λεϊσμανίαση ή φύμα της ανατολής ( στον άνθρωπο και στον σκύλο)
- Και η στοματοφαρυγγική λεϊσμανίαση (στον άνθρωπο).
- Εκτός των λεϊσμανιάσεων μεταδίδουν επίσης και τον αρμποϊό του τριήμερου πυρετού (μόνο στον άνθρωπο) καθώς και την μπαρτονέλλωση μία συχνά θανατηφόρο ασθένεια του ανθρώπου οφειλόμενη στην ρικέτσια Bartonella dacilliformis, η οποία σε αντίθεση με τις προηγούμενες ασθένειες υπάρχει μόνο στο Δυτικό ημισφαίριο.
Είναι ένας μόνιμος εχθρός για τα κατοικίδια αλλά και τον ίδιο τον άνθρωπο. Είναι η κύρια αιτία για την μετάδοση της ύπουλης νόσου, Καλα-Αζάρ. Ευτυχώς, η στενή παρακολούθηση, η συνεργασία των γιατρών με τους ιδιοκτήτες των κατοικίδιων, καθώς και η εξέλιξη της επιστήμης στους τομείς της πρόληψης, διάγνωσης και αντιμετώπισης της λεϊσμανίασης, έχουν φέρει θετικά αποτελέσματα τα τελευταία χρόνια στην νόσο της.
Μη απομυζητικά είδη της οικογένειας Muscidae, με υγειονομικό ενδιαφέρον περιλαμβάνουν τα γένη Musca, Muscina, Fannia. Tα σπουδαιότερα από αυτά τα είδη παρουσιάζονται παρακάτω:
Musca domestica: Kοινό και γνωστό είδος σε όλο τον κόσμο, μιάς και παρουσιάζει την απίστευτη ικανότητα να προσαρμόζεται με την μεγαλύτερη επιτυχία στο περιβάλλον του ανθρώπου.
Το τέλειο άτομο έχει μήκος σώματος 5-9mm, το μέγεθος και στα δύο φύλα εξαρτάται τόσο από το περιεχόμενο του πεπτικού σωλήνα και της κοιλίας γενκότερα, όσο και από τις συνθήκες διατροφής της προνύμφης (περίσσεια τροφής ή ανυπαρξία τροφής).
Το αρσενικό είναι μικρότερο σε μέγεθος από το θηλυκό και διακρίνεται με ευκολία από την μικρότερη απόσταση που μεσολαβεί μεταξύ των δύο σύνθετων οφθαλμών. Επίσης, πιέζοντας την κοιλία του θηλυκού ατόμου, ο ωοθέτης εμφανίζεται (εκβάλλει) από το άκρο αυτής. Η παρουσία 4 επιμηκών σκοτεινών παράλληλων γραμμώσεων στον θώρακα και η χαρακτηριστική νεύρωση των πτερύγων διευκολύνουν την αναγνώριση της οικιακής μύγας από άλλα παρόμοια είδη.
Τα θηλυκά και τ’αρσενικά τέλεια άτομα εμφανίζονται κατά κανόνα σε παρόμοιους αριθμούς. Τα αρσενικά όμως είναι πιο δραστήρια και πολλές φορές εμφανίζονται με φθαρμένες τις πτέρυγες. Επιπλέον, προσελκύονται από την φερομόνη του θηλυκού z-9-tricosene (muscalure). Το ζευγάρωμα θα διαρκέσει από μερικά δευτερόλεπτα έως μερικά λεπτά και λαμβάνει χώρα στα σημεία που τα έντομα αναπαύονται ακόμα και αν η συνάντηση του ζεύγους γίνεται εν πτήσει. Η ωοτοκία θα γίνει 4-8 μέρες μετά το ζευγάρωμα και εφόσον η θερμοκρασία που επικρατεί στον χώρο είναι τουλάχιστον 10 βαθμούς κελσίου.
Κάθε θηλυκό γεννά 4-6 φορές κατά την διάρκεια της ζωής του. Κάθε φορά θα γεννηθούν κατά μέσο όρο 120 αυγά, συνήθως σε μικρές ομάδες (6-7 περίπου) κατά μικρά χρονικά διαστήματα (λίγες μέρες). Ο συνολικός αριθμός των αυγών που το θηλυκό άτομο μπορεί να γεννήσει κυμαίνεται συνήθως από 350-390, τα αυγά έχουν χρώμα λευκό με μήκος 1mm. Μέρη με έντονη οσμή είναι οι τοποθεσίες που θα επιλέξει το θηλυκό άτομο για να εναποθέσει τα αυγά του, ώστε να εξασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη των προνυμφών. Τέτοιες περιοχές μπορεί να είναι:
- Κόπρανα χοίρων. Προτιμούνται περισσότερο και συχνότερα, λόγω της ιδιάζουσας και ισχυρής οσμής τους.
- Κόπρανα πουλερικών
- Κόπρανα αλόγου
- Κόπρανα βοοειδών
- Κόπρανα προβάτου
- Κόπρανα ανθρώπου
- Άλλες οργανικές ύλες, που βρίσκονται σε αποσύνθεση (σκουπίδια ή υπολλείματων αυτών σε κάδους απορριμάτων).
Η υγρασία αποτελεί καθοριστικός παράγοντας για την ελκυστικότητα των περιττωμάτων κυρίως του προβάτου, βοοειδών. Το θηλυκό θα τοποθετήσει τα αυγά σε ρωγμές του υποστρώματος για να αποφευχθεί η αφυδάτωση (υγρασία 40-70%). Η άριστη θερμοκρασία για την επώαση των αυγών είναι 37 βαθμοί κελσίου και η εκκόλαψη των προνυμφών γίνεται μόνο σε 7,6 ώρες.
Η προνύμφη 1ης ηλικίας έχει πολύ μικρό μέγεθος, ζει 24 ώρες έως 4 ημέρες, ανάλογα με τις συνθήκες. Η προνύμφη 2ης ηλικίας ζει 24 ώρες έως μερικές μέρες, με άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξή της τους 35 βαθμούς κελσίου. Η προνύμφη 3ης ηλικίας, είναι κρεμμώδης, με μήκος σώματος 7-10mm και απαιτεί 3-9 μέρες πριν εισέλθει στην νύμφωση, η οποία θα συντελεστεί σε δροσερότερα και συχνά ξηρότερα περιβάλλοντα. Η περίοδος νύμφωσης κατά κανόνα διαρκεί περίπου 5 μέρες. Υπάρχει περίπτωση οι επικρατούσες συνθήκες να είναι ψυχρές και η έξοδος των ακμαίων να καθυστερήσει. Οι νύμφες έχουν χρώμα ανοικτό καφεκόκκινο, αλλά προοδευτικά με την σκλήρυνση του δερματοσκελετού ο χρωματισμός αλλάζει σε βαθύ καστανό. Η έξοδος από το περίβλημα της νύμφης επιτυγχάνεται με την βοήθεια του μετωπικού σάκου, το οποίο διευκολύνει και την έξοδο των ακμαίων και από το υπόστρωμα αναπτύξεως της προνύμφης.
Το τέλειο έντομο παρουσιάζει αδυναμία αρχικά να πετάξει, θα γίνει δραστήριο και μετά πετά με την πάροδο ορισμένων ωρών. Η πτήση και η διασπορά από την εστία ανάπτυξης μπορεί να αφορά απόσταση 30 χιλιομέτρων, αλλά συνηθέστερη είναι εκείνη των 3 χιλιομέτρων. Μετά την έξοδο του το ακμαίο θηλυκό, είναι ικανό να ωοτοκήσει μετά από 4-12 μέρες. Η διάρκεια ζωής των τέλειων εντόμων ποικίλει ανάλογα με την θερμοκρασία και την ποσότητα τροφής που υπάρχει στο περιβάλλον. Κατά τους θερινούς μήνες το τέλειο άτομο επιβιώνει μόνο λίγες εβδομάδες, αλλά σε ψυχρότερες περιόδους, όπου δραστηριοποιείται λιγότερο, η διάρκεια ζωής του μπορεί να φθάσει και τους 3 μήνες, γεγονός που διακαιολογεί γιατί οι πληθυσμοί είναι μικρότεροι κατά την διάρκεια των πλέον θερμών μηνών (Ιούλιος, Αύγουστος), σε σχέση με άλλους μήνες (Ιούνιος, Σεπτέμβριος).
Χωρίς την ύπαρξη τροφής, το τέλειο άτομο, που θα εξέλθει από την νύμφη μπορεί να επιβιώσει μόνο 2-3 μέρες. Ο βιολογικός κύκλος μπορεί να διαρκέσει μόνο 6 μέρες και τον χρόνο δεν μπορούν να συμπληρωθούν πολλές γενιές (10-20). Αναπαράγεται διαρκώς όσο η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι υψηλή και η τροφή για τις προνύμφες είναι εξασφαλισμένη. Ακριβώς, για αυτό τον λόγο, κατά την διάρκεια του χειμώνα σε στάβλους ή σε κλειστούς χώρους, όπου η θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από το 0, μπορούν να επιβιώσουν ακμαία και να αναπαραχθούν. Σε γενικές γραμμές, η διαχείμαση συντελείται στο στάδιο του τέλειου και εντός κατοικιών προτιμούν θέσεις σε ρωγμές τοίχων, πίσω από κάδρα, κουρτίνες, βιβλία κ.ά. Θερμοκρασία κάτω από 7 βαθμούς κελσίου καθιστά τα ακμαία αδρανή και μάλιστα μπορεί να προκληθεί και θάνατος τους όταν η θερμοκρασία πέσει κάτω από τους 0 βαθμούς κελσίου.
Η ενόχληση που προκαλεί στον άνθρωπο η οικιακή μύγα είναι συχνά μεγάλη έως ανυπόφορη. Η σημασιά όμως του εντόμου αυτού είναι πολύ μεγαλύτερη λόγω της ικανότητάς του που έχει στην μεταφορά μικροοργανισμών ή και παρασίτων ικανών να προκαλέσουν ασθένειες. Στα εκτρεφόμενα ζώα, η ενόχληση που υπάρχει από την ανάπτυξη μεγάλων πληθυσμών είναι μεγαλύτερη από την πιθανή μηχανική μεταφορά παθογόνων μικροοργανισμών από το ένα στο άλλο ζώο.
Η γειτνίαση πόλεων με μονάδες εκτροφής ζώων, προκαλεί τις περισσότερες φορές πολλά προβλήματα που μπορεί να οδηγήσουν στην αναγκαστική λήψη μέτρων που κοστίζουν ή ακόμα στην απομάκρυνση των μονάδων αυτών. Η εμφάνιση της οικιακής μύγας στους χώρους άμελξης, παραλαβής και επεξεργασίας γάλακτος προκαλεί μείωση της εμπορικής αξίας του, αλλά και των γαλακτοκομικών προϊόντων.
Η μεγάλη υγειονομική σημασία της οικιακής μύγας για τον άνθρωπο οφείλεται τόσο στην κατασκευή της όσο και στις συνήθειες της. Το σώμα του εντόμου καλύπτεται από λεπτές τρίχες στις οποίες εύκολα προσκολλώνται ακαθαρσίες. Τα ενδοπόδια των ακροταρσίων των ποδιών φέρουν επίσης αδενώδεις τρίχες, οι κολλώδεις εκκρίσεις των οποίων, εκτός του ότι βοηθούν τα έντομα να βαδίζουν ακόμα και ανάποδα σε οποιαδήποτε λεία επιφάνεια, συγκεντρώνουν βακτήρια και άλλους μικροοργανισμούς.
Η οικιακή μύγα τρέφεται με την ίδια ευκολία τοσο από τις ακαθαρσίες (περιττώματα, χαλασμένα τρόφιμα, εμετό κ.ά.) όσο και από τις τροφές του ανθρώπου. Το έντομο όταν βρίσκεται σε ηρεμία, εξωθεί από το στομάχι του σταγόνες υγρού ως μέρος της διαδικασίας πέψεως. Παρόμοια συμπεριφορά παρουσιάζει όταν τρέφεται από στερεές τροφές, προκειμένου να τις καταστήσει υδαρείς, σε κάθε περίπτωση όμως δύναται παράλληλα να αφήσει και τα περιττώματά της. Ένας μεγάλος αριθμός παθογόνων μικοοργανισμών, περισσότεροι από 100, είχει βρεθεί ότι μπορούν να μεταφερθούν με την οικιακή μύγα. Μεταξύ αυτών περιλαβάνονται:
- Τα βακτήρια Salmonella, που προκαλούν τροφική δηλητηρίαση
- Τα Shigella, που προκαλούν διάρροια
- Και πολλά ακόμα που προκαλούν διάφορες ασθένειες π.χ. η αμοιβαδική ή μικροβιακή δυσεντερία, ο τυφοειδής πυρετός ή χολέρα, ο άνθρακας, ο τέτανος, η πολυμυελίτιδα, η βουβωνική πανώλη, η σηψαιμία, η γάγγραινα, η επιπεφυκίτιδα, το τράχωμα.
Muscina stabulans
Κοσμοπολίτικο είδος που μοιάζει αρκετά με την οικιακή μύγα, αλλά διαφοροποιείται από αυτήν από την νεύρωση των πτερύγων. Καλείται μη απομυζητική μύγα των στάβλων. Διαθέτει κνήμες κίτρινού χρώματος. Η προνύμφη μοιάζει επίσης με εκείνες του γένους Musca, διακρίνεται όμως από την μορφολογία του οπίσθιου αναπνευστικού τμήματος. Η ωοτοκία γίνεται επί κοπράνων και συνήθως επί απορριμμάτων (ζωϊκή ή φυτική οργανική ύλη σε αποσύνθεση).
Fannia canicularis
Γνωστή ως «μικρή οικιακή μύγα» έχει μέγεθος 5-6mm είναι δηλαδή μικρότερη της οικιακής μύγας. Η προνύμφη ειναι χαρακτηριστική, κάπως πεπλατυσμένη νωτοκοιλιακά, έχει πολλές σαρκώδεις προεκβολές στο νώτο. Η προνύμφη ενός άλλου είδους του F.scalaris, γνωστού ως «η μύγα των αποχωρητηρίων» μοιάζει με την προηγούμενη, αλλά φέρει και πολυάριθμες δευτερεύουσες ακανθώδεις εκφύσεις στις άνω προεκβολές. Το μήκος του τέλειου εντόμου κυμαίνεται από 5-6mm. Η νύμφη και στα δύο είδη διατηρεί τις προεκβολές αυτές. Το F.scalaris προτιμά να εναποθέτει τα αυγά της σε κόπρανα ανθρώπου, αν και τα 2 είδη μπορούν να ωοτοκήσουν και σε κόπρανα ζώων και σε ζωϊκή οργανική ύλη, που είναι σε αποσύνθεση.
Mυγάκια
Μαύρα μυγάκια μπορούν να εντοπιστούν στην κουζίνα ή στο μπάνιο. Δύναται να τα συναντήσουμε ακόμα και στα φυτά, σε γλάστρες στο μπαλκόνι μας ή ακομα και σε φρούτα (Drosophila melanogaster), με μήκος σώματος που κυμαίνεται από 3-8mm.
Yπάρχουν όμως και τα μυγάκια, που εμφανίζονται στα φρεάτια αποχέτευσης. Αυτά τα έντομα δεν έχουν κάμια απολύτως σχέση με τα μαύρα μυγάκια που θα κάνουν την εμφάνιση τους την άνοιξη ή το φθινόπωρο στο μπάνιο ή στην κουζίνα μας.
Τα ενήλικα άτομα έχουν χρώμα σκούρο γκρι και το σώμα τους, όπως και τα φτερά τους καλύπτονται με ένα πυκνό στρώμα από μακριές τρίχες. Το μήκος του σώματός του κυμαίνεται από 3-5mm και οι κεραίες που διαθέτει είναι μακριές με 15 αρθρώσεις. Το θηλυκό άτομο ωοτοκεί 30-100 αυγά σε ακανόνιστες μάζες στην επιφάνεια των πετρών. Τα αυγά περιβάλονται από ζελατινώδη επικάλυψη. Ο χρόνος που απαιτείται για να εξελλιχθούν τα αυγά σε ενήλικα είναι συνήθως 7-28 μέρες. Τα ενήλικα έντομα ζουν για 2 εδομάδες και θα τις εντοπίσουμε πάνω σε τοίχους ιδιαίτερα εκείνων των ντους και των μπάνιων.
Το στάδιο της προνύμφης διαρκεί 8 μέρες και οι χρυσαλλίδες θα κάνουν την εμφανισή τους μετά από 20-40 ώρες. Η προνύμφη προτιμά να τρέφεται με οργανική ύλη που βρίσκεται σε αποσύνθεση και μικροσκοπική χλωρίδα και πανίδα (άλγη, βακτήρια, μύκητες, μικροσκοπικά ζώα κ.ά.) που βρίσκονται στα φίλτρα των εγκαταστάσεων επεξεργασίας. Ζει σε ζελατινώδες υλικό που καλύπτει το εργοστάσιο, σε πέτρες ή φίλτρο για λύματα, εντός των σωλήνων αποχέτευσης, στα φρούτα και τα λαχανικά που μεταφέρονται με τα πλοία και σε πολλά άλλα μέρη. Παρουσιάζει μεγάλη ανεκτικότητα σε μόλυνση του περιββάλοντα χώρου, με ph χαμηλό σε υψηλές θερμοκρασίες και σε έλλειψη οξυγόνου.
Είναι έντομα που ανήκουν στην τάξη Σιφωνάπτερα (Siphonaptera), η οποία παλαιότερα ονομαζόταν Αphaniptera και ο αριθμός των διάφορων ειδών ψύλλων ξεπερνά τα 2000.
Τα τέλεια έντομα είναι μικρά, με μήκος σώματος να κυμαίνεται από 1.5-4mm, δεν έχουν φτερά, ισχυρά πλατυσμένα πλευρικά και είναι εκτοπαρασιτικά των θερμόαιμων σπονδυλωτών. Χρώμα κιτρινοκάστανο έως ανοιχτού μαύρου. Τα πίσω πόδια είναι μεγαλύτερα και κατάλληλα για πηδήματα, που φθάνουν σε ύψος τα 65cm και μήκος 180cm. Το κεφάλι χωρίζεται σε 2 λοξά τμήματα από μία σχισμή, μέσα στην οποία βρίσκονται οι κεραίες. Τα μάτια, σε όσα είδη υπάρχουν, είναι απλά και τοποθετημένα μπροστά από τις κεραίες. Σε ορισμένα είδη, υπάρχει μόνο προθωρακικό (προνωτιαίο) κτενίδιο, σε άλλα μόνο παρειακό, σε άλλα προθωρακικό και παρειακό και σε άλλα δεν υπάρχουν κτενίδια. Η ύπαρξη ή μη κτενιδίων και η μορφή τους αποτελούν στοιχεία προσδιορισμού των ειδων. Αν αντιληφθούμε προσβολή από ψύλλους στην οικία μας ή στον εργασιακό μας χώρο, πρέπει να καλέσουμε εταιρεία απεντόμωσης-απολύμανσης γρήγορα, γιατί είναι έντομα, τα οποία πολλαπλασιάζονται με μεγάλη ταχύτητα.
Τα αυγά είναι σχετικά μεγάλα, με χρώμα λαμπερό μαργαριταριού, το οποίο σταδιακά γίνεται κίτρινο όσο αναπτύσσεται το έμβρυο. Ο αριθμός των αυγών σε κάθε ωοτοκία κυμαίνεται από 3-18 και τοποθετούνται συνήθως στις φωλιές ή στους χώρους που ζουν οι ξενιστές. Πολλές φορές τοποθετούνται ανάμεσα στις τρίχες του ξενιστή, αλλά επειδή δεν μπορούν να προσκολληθούν, πέφτουν στο έδαφος. Το σύνολο των αυγών που θα γεννήσει ένα θηλυκό άτομο κατά την διάρκεια της ζωής του είναι αρκετά μεγάλο. Η διάρκεια επώασης των αυγών σε ευννοϊκές συνθήκες περιβάλλοντος (θερμοκρασία 18-27 βαθμούς κελσίου και σχετική υγρασία 70%) κυμαίνεται από 7-10 μέρες. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι όλα τα στάδια ανάπτυξης των ψύλλων είναι ευαίσθητα στην θερμοκρασία και την υγρασία.
Οι προνύμφες είναι λευκές και τα θωρακικά τους τμήματα μοιάζουν με τα κοιλιακά. Παρόλο που δεν έχουν πόδια, είναι αρκετά κινητικές και τρέφονται με οργανικές ουσίες που βρίσκονται στις φωλιές τους ή στους τόπους διαμονής των ξενιστών. Η προνυμφική περίοδος διαρκεί από 9 έως πάνω από 200 μέρες, ανάλογα με τις συνθήκες διατροφής, θερμοκρασίας και υγρασίας.
Όταν συμπληρώσει την ανάπτυξη της μεταμορφώνεται σε νύμφη μέσα σε ένα δικτυωτό περίβλημα.Το νυμφικό στάδιο μπορεί να διαρκέσει από 7 ημέρες μέχρι και 1 έτος, ανάλογα με τις συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας. Ο χρόνος που χρειάζεται ένα αυγό να εξελλιχθεί σε τέλειο έντομο ποικίλλει από 18 μέρες μέχρι και περισσότερο από 20 μήνες.
Τα τέλεια έντομα, μετά την έξοδο τους από την νύμφη, δεν πηγαίνουν για αναζήτηση του ξενιστή, αλλά συνήθως παραμένουν στην ίδια θέση και περιμένουν μέχρι ο ξενιστής περάσει από την θέση που βρίσκονται και με ένα πήδημα προσκολλώνται σε αυτόν.
Τα τέλεια έντομα μπορούν να ζήσουν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς τροφή. Τα τέλεια θηλυκά και αρσενικά τρέφονται με αίμα και διακρίνονται 3 μορφές παρασιτισμού:
- Tα είδη που επισκέπτονται περιοδικά τον ίδιο ή διαφορετικούς ξενιστές του ίδιου ή διαφορετικού είδους. Αποτελούν σημαντικοί φορείς ασθενειών, ακριβώς για την ικανότητά τους να πηγαίνουν από τον έναν ξενιστή στον άλλο.
- Τα είδη που είναι σχεδόν συνέχεια προσκολλημένα στον ίδιο ξενιστή.
- Τα είδη που μπαίνουν μέσα στο σώμα του ξενιστή και μεταβάλλονται ενδοπαρασιτικά κάτω από την επιδερμίδα του.
Σε γενικές γραμμές, το κάθε είδος δείχνει μία ιδιαίτερη προτίμηση σε ένα είδος ξενιστή. Οι ψύλλοι όμως που παρουσιάζουν υγειονομικό ενδιαφέρον, είναι αυτοί που περνούν από το ένα είδος ξενιστή στο άλλο με ιδιαίτερη ευκολία. Εν κατακλείδι, η ευκολία αλλαγής είδους ξενιστή και η συχνή απομύζηση αίματος, κάνει τους ψύλλους σοβαρούς φορείς ασθενειών.
Οι σπουδαιότερες ασθένειες που μεταδίδονται με τους ψύλλους είναι:
- H πανώλη
- Ο ενδημικός τύφος
- Η τουλαραίμια
- Η ψευδομαλίδα
- Ο μελιτταίος πυρετός.
Ο κυριότερος φορέας της πανώλης είναι ο Xenopsylla cheopis. Συνήθως προηγείται η μόλυνση στα ποντίκια, όπου οι ψύλλοι τρεφόμενοι με το αίμα νοσούντων ποντικών μολύνονται με το βάκιλλο της πανώλης. Οι βάκιλλοι πολλαπλασιάζονται στο στομάχι των ψύλλων και δημιουργούν απόφραξη, κατά συνέπεια τα έντομα δεν μπορούν να πάρουν άλλο αίμα. Στην προσπάθεια τους για να επιβιώσουν μέσω της απομύζησης, αποβάλλουν το περιεχόμενο του στομαχιού τους και προκαλούν νέα εστία μόλυνσης.
Τα ίδια τα έντομα δεν παραμένουν μολυσμένα για πολύ, αλλά με την πάροδο μίας εβδομάδας με θερμό καιρό ή δύο εβδομάδων με ψυχρό καιρό, χάνουν την μολυσματικότητάς τους. Αξιοσημείωτο είναι ότι, τα τσιμπήματα των μολυσμένων ψύλλων που δεν έχουν πάθει απόφραξη δεν είναι μολυσματικά, σε αντίθεση με τα περιττώματά τους που είναι. Μάλιστα δε, περιττώματα από μολυσμένους ψύλλους, που θα τοποθετηθούν σε υγρά και σκοτεινά μέρη, όπως η φωλιά τρωκτικού, θα παραμείνουν μολυσματικά περισσότερο από ένα έτος.
Στην περίπτωση ενδημικού τύφου, οι ψύλλοι θα παραμείνουν μολυσματικοί σε όλη την διάρκεια της ζωής τους, χωρίς οι ίδιοι να βλάπτονται και η μετάδοση γίνεται με τα περιττώματά τους.
Τέλος, στην περίπτωση της τουλαραίμιας, οι ψύλλοι παραμένουν μολυσμένοι για 1-2 μήνες, γιατί οι βάκιλλοι δεν πολλαπλασιάζονται μέσα στο σώμα των ψύλλων και αποβάλλονται με τα περιττώματά τους.
Pulex irritans L. (ψύλλος του ανθρώπου)
Κοσμοπολίτικο είδος που παρασιτεί σε ένα μεγάλο αριθμό ξενιστών, μεταξύ των οποίων ο ανθρωπος, οι χοίροι, οι κατσίκες, οι γάτες, οι σκύλοι και τα ποντίκια των σπιτιών.
Δεν διαθέτει κτενίδια, αλλά πίσω από τις κεραίες υπάρχει μόνο μία σμήριγγα, ενώ η οφθαλμική σμήριγγα βρίσκεται στην κάτω εμπρός άκρη του οφθαλμού.
Δεν αποτελεί σοβαρό ξενιστή του μικροβίου της πανώλης, γιατί σπάνια το στομάχι του παθαίνει απόφραξη. Δύναται όμως να προκαλέσει μολύνσεις με τα περιττώματά του.
Ctenocephlides canis (ψύλλος των σκύλων) & Ctenocephalides felis (ψύλλος των γάτων)
Κοσμοπολίτικα είδη, που παρασιτούν κυρίως σε σκύλους και γάτες, αλλά εύκολα μεταφέρονται και στον άνθρωπο. Έχουν παρειακό και προθωρακικό κτενίδιο. Το παρειακό κτενίδιο αποτελείται από 7-8 αιχμηρά μαύρα αγκάθια, μορφολογικό χαρακτηριστικό, που διακρίνει τα 2 αυτά είδη από όλα τ’άλλα είδη των ψύλλων.
Στο C.canis, το μήκος του κεφαλιού στο θηλυκό άτομο είναι μικρότερο από το διπλάσιο του ύψους του. Το πρώτο αγκάθι στο παρειακό κτενίδιο είναι μικρότερο από το δεύτερο και το προθωρακικό κτενίδιο έχει περίπου 18 αγκάθια.
Στο C.felis, το μήκος του κεφαλιού στο θηλυκό άτομο είναι μεγαλύτερο από το διπλάσιο του ύψους του. Το πρώτο αγκάθι στο παρεικό κτενίδιο έχει το ίδιο περίπου μήκος με το δεύτερο και το προθωρακικό κτενίδιο έχει περίπου 16 αγκάθια.
Και τα δύο είδη μεταφέρουν το διπυλίδιο των σκύλων και είναι μικρότερης σημασίας από το Purex irritans στην μετάδοση της πανώλης, την οποία μεταδίδουν στον άνθρωπο τα οικιακά ζώα.
Xenopsylla cheopis (ψύλλος τρωκτικών)
Κοσμοπολίτικο είδος, εντοπίζεται όπου υπάρχουν Rattus rattus και απομυζά αίμα από τον άνθρωπο με μεγάλη ευκολία. Θα απαντηθεί κυρίως σε λιμάνια, αλλά έχει εξαπλωθεί και σε περιοχές μακριά από αυτά. Δεν έχει κτενίδια. Αποτελεί τον κυριότερο φορέα της πανώλης και του ενδημικού τύφου.
Μορφολογικά διακρίνεται από το Pulex irritans στο ότι πίσω από τις κεραίες υπάρχουν πολλές σμήριγγες τοποθετημένες σε σχήμα «v» και ότι η οφθαλμική σμήριγγα βρίσκεται μπροστά από το μάτι και μάλιστα λίγο πάνω από την μέση του.
Nosopsyllus fasciatus (ψύλλος των τρωκτικών)
Αποτελεί το συνηθέστερο είδος ψύλλου των οικιακών ποντικών στην Ευρώπη και γενικά στα εύκρατα κλίματα και πολλές φορές αντικαθιστά συχνά τα είδη του γένους Xenopsylla. Συχνά, παρασιτεί και σε άλλα τρωκτικά, σε θηλαστικά, αλλά και στον άνθρωπο.
Σε σχέση με το Xenopsylla cheopis, τρέφεται αραιότερα, παραμένοντας μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα μακριά από τον ξενιστή και θεωρείται σχετικά μη σημαντικός φορέας της πανώλης και του ενδημικού τύφου. Μορφολογικά διαθέτει μόνο προθωρακικό κτενίδιο με αγκάθια.
Leptopsylla segnis (ψύλλος τρωκτικών)
Κοσμοπολίτικο είδος, που συνήθως αντικαθιστά τα είδη του γένους Xenopsylla στις εύκρατες περιοχές, αλλά σε μικρότερο βαθμό από το Ν.fasciatus. Παρασιτεί στον άνθρωπο απρόθυμα και δεν αποτελεί σημαντικό φορέα της πανώλης και του ενδημικού τύφου.
Μορφολογικά δεν έχει μάτια και το προθωρακικό κτενίδιο είναι σαν περιλαίμιο και το παρειακό έχει μη αιχμηρά αγκάθια, τοποθετημένα στο εσωτερικό όριο του κεφαλιού.
Echidnophaga gallinacean (ψύλλος πουλερικών)
Κοσμοπολίτικο είδος των θερμών περιοχών, αλλά δεν υπάρχει στις περισσότερες περιοχές της Ευρώπης. Συγκεντρώνεται στο κεφάλι των πουλερικών και η ενόχληση που προκαλεί είναι μεγάλη. Μπορεί να παρασιτίσει σε σκύλους, κουνέλια και ποντικούς, όπως και στον άνθρωπο, αλλά επειδή παραμένει προσκολλήμενο σχεδόν μόνιμα σε ένα ξενιστή, δεν παίζει σημαντικό ρόλο στην μετάδοση της πανώλης.
Ceratophyllus gallinae Schrank (ψύλλος πουλερικών)
Είδος ευρωπαϊκό, όπου δύναται να παρασιτίσει και στον άνθρωπο.
Το σαράκι υπάγεται στην κατηγορία ξυλοφάγων εντόμων που
ονομάζονται κολεόπτερα. Το έντομο αυτό κατοικεί και αναπαράγεται στο ξύλο. Το σαράκι προσβάλει τα μαλακά και σκληρά ξύλα δημιουργώντας τρύπες σε όλες τις ξύλινες επιφάνειες του σπιτιού τις οποίες αντιλαμβανόμαστε όταν η ζημία-μόλυνση έχει επεκταθεί πολύ.
Τα κολεόπτερα (σαράκι) τα συναντάμε σε 300.000 διαφορετικά είδη παγκοσμίως ενώ στην Ευρώπη κατοικούν πάνω από 20.000 κολεοπτέρων. Τα ξυλοφάγα κολεόπτερα (σαράκια) βρίσκονται σε 9 κατηγορίες εντόμων (Anodidae, Bostrychidae, Lyctidae, Cerambycidae, Hylotrupes, Buprestidae, Scolytidae, Ambrosia, Curculionidae). Στις οικογένειες Anobidae, Bostrychiadae και Lyctiae συναντάμε τον αριθμό ξυλοφάγων κολεοπτέρων. Είδη σαρακιού, που παρουσιάζουν μεγάλο υγειονομικό ενδιαφέρον είναι τα εξής παρακάτω:
Hylotrupes bajulus:
Aνήκει στην οικογένεια Cerambycidae. Αρέσκεται στην μαλακή ξυλεία, με χαμηλή περιεκτικότητα σε υγρασία. Μολύνει κυρώς το σομφό ξύλο, κάνοντας χαρακτηριστικές όπες ελλειψοειδεις 6-10 mm διαμέτρου.
Bostrychus capucinus:
Έντομο που δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στο σκληρό και λιγότερο στο μαλακό ξύλο. Οι οπές που προκαλεί στο ξύλο είναι σχήματος κύκλου με διάμετρο 2,5-7mm και είναι διάσπαρτες στην επιφάνεια του ξύλου. Χαρακτηριστική ένδειξη του εντόμου στα σημεία προσβολής είναι λεπτή έως αδρή σκόνη, πολύ πιεσμένη και συμπαγής.
Lyctus brunneus:
Είναι το έντομο που συναντάμε περισσότερο στον Ελλαδικό χώρο. Προτιμά να προσβάλλει σομφό ξύλο από Βελανιδιά, Φράξο,Φτελιά, Μπαμπού και επίσης δέντρα Ευκαλύπτου. Αρέσκεται να μολύνει και πολυετή ξυλεία που προέρχεται από Τροπικές χώρες. Προτιμά το σκληρό ξύλο, κάνοντας στοές κυκλικές διαμέτρου 0,8-1,6mm. Οι στοές πάνω στο προσβεβλημένο ξύλο είναι διάσπαρτες και το πριονίδι είναι λεπτό, άφθονο, χαλαρό μέσα στις στοές και αλευρώδης μορφής.
Anobium punctatum:
Ένα αλλό είδος σαρακιού που απαντάται συχνά στον Ελλαδικό χώρο είναι το Anobium punctatum. Παρουσιάζει παρόμοιο βιολογικό κύκλο με τ’άλλα είδη σαρακιού και έχει διάρκεια ζωής συνήθως 2 με 4 χρόνια στην μορφή της προνύμφης, που είναι και η μορφή στον βιολογικό του κύκλο που κάνει τη ζημιά, όταν επικρατούν ευννοϊκές συνθήκες περιβάλλοντος. Η διάρκεια ζωής των τέλειων εντόμων κυμαίνεται από 20-25 μέρες.
Τα θηλυκά άτομα θα επιλέξουν για ωοτοκία ανώμαλες επιφάνειες σε ξύλο αρκετά ώριμο. Στην συνέχεια θα εκκρίσουν κολλώδη ουσία, ώστε τα αυγά τους να προσκωλληθούν στην επιφάνεια του ξύλου. Τα αυγά θα εναποτεθούν σε δέσμες 15-30 σε διάστημα 5-10 μέρες. Σε συνθήκες κατοικημένου χώρου με χαμηλή υγρασία, η επώαση διαρκεί 4-6 εβδομάδες, ενώ σε υψηλή υγρασία της τάξης του 80%, η επώαση θα επιτευχθεί μέσα σε 15 μέρες. Σε γενικά πλαίσια, ο βιολογικός κύκλος έχει κατά μέσο όρο διάρκεια 4 έτη. Όταν οι επικρατούσες συνθήκες στο περιβάλλον είναι 20-22 βαθμούς κελσίου και 80-90% σχετική υγρασία, τα τέλεια έντομα θα επιβιώσουν 20 μέρες και ελάχιστα πάνω από 30 μέρες. Κατά μέσο όρο, ένα θηλυκό άτομο θα γεννήσει 20-60 αυγά.
Η προνύμφη που θα προκύψει από την εκκόλαψη του αυγού, θα τραφεί στην εξωτερική ζώνη του ξυλώδους παραγχύματος. Θα έχει μήκος σώματος 6 – 7mm, χρώματος γκριζόλευκη με λεπτές τρίχες. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι προνύμφη θα περάσει όλη την ζωή της μέσα στο προσβεβλημένο ξύλο, προκαλώντας στοές κυκλικές διαμέτρου 1-2mm και πριονίδι με αμμώδη μορφή και υφή. Οι στοές αυτές θα είναι γεμάτες και εκτός από το πριονίδι, από τα περιττώματά της. Το ξύλο που για χρόνια αποτελεί εστία μόλυνσης από προνύμφες, χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό οπών στην επιφάνεια του διαμέτρου 1,5mm. Η πλήρης ανάπτυξη της προνύμφης σημαίνει προετοιμασία για το στάδιο της νύμφωσης, όπου και διαρκεί από 2-8 εβδομάδες ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες στο περιβάλλον. Όταν ενηλικιωθούν οι προνύμφες βγαίνουν μέσα από στρογγυλές οπές εξόδου, που δημιουργούνται από το μάσημα του ξύλου. Οι οπές εξόδου που προκαλούνται στο ξύλο μπορούννα χρησιμοποιηθούν από τα θηλυκά άτομα και για θέσεις ωοτοκίας. Τα τέλεια άτομα έχουν μήκος σώματος 2,5-5mm και έρπουν πολλές φορές πάνω στους τοίχους, την οροφή ή τα παράθυρα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Προνύμφες ή τέλεια άτομα δύσκολα εντοπίζονται γι’ αυτό ο διαχωρισμός γίνεται από το μέγεθος της οπής και της υφής του πριονιδιού που βγάζουν.
Η αράχνη ως παράσιτο ανήκει στα Αρθρόποδα και δεν είναι έντομο, καθώς έχει οκτώ πόδια και το σώμα της χωρίζεται σε κεφαλοθώρακα και κοιλιά. Οι αράχνες ανήκουν στην κλάση των Αραχνιδών και δεν έχουν φτερά. Τα έντομα ή εξάποδα είναι τα μόνα αρθρόποδα που φέρουν φτερά.
Η αναπνοή του εντόμου συντελείται μέσω ενός είδος αρχαίων, όσο αφορά τα Αρθρόποδα, πνευμόνων, οι οποίοι ονομάζονται «πνεύμονες βιβλία» Πολλές αράχνες πλέκουν ιστό, όπου παγιδεύουν έντομα, τα οποία αποτελούν την κύρια τροφή τους.
Λίγα είδη είναι επικίνδυνα για τον άνθρωπο:
- H ταραντούλα, της οποίας το δάγκωμα πονάει αρκετά.
- Η μαύρη χήρα, το δηλητήριο της οποίας προκαλεί παράλυση των νεύρων και ακόμα και το θάνατο.
Στο Ελλαδικό χώρο συνήθως συναντάμε το είδος Loxosceles rufescens. Το συγκεκριμένο είδος εντοπίζεται συνήθως σε αποθήκες, σοφίτες, κάτω από πέτρες ή σωρούς ξύλων και πολλές φορές σε φωλιές τρωκτικών. Θα δραστηριοποιηθεί κυρίως τις βραδυνές ώρες.
Στην Ελλάδα, πολλές φορές θα κάνει την εμφάνιση του και η χήρα Latrodectus tredecimguttatus, είδος που είναι μικρό σε μέγεθος, με οπισθόσωμα σφαιρικό και χρώματος μαύρο με κόκκινες κηλίδες. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Latrodectus tredecimguttatus αποτελεί το μόνο ευρωπαϊκό είδος που είναι τοξικό για τον άνθρωπο και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά τοξικά προβλήματα. Aκόμα, στην Ελλάδα θα συναντήσουμε και την Latrodectus mygale, γνωστή δηλητηριώδη αράχνη στην Άνω Μακεδονία ως «ρογαλίδα». Η ονομασία αυτή της δόθηκε από τους ντόπιους εξαιτίας της μορφής του σώματός της που μοιάζει με ρώγα από σταφύλι.
Από τις αράχνες αυτού του είδους θα τσιμπήσουν μόνο τα θηλυκά άτομα. Το δηλητηριό τους θα προκαλέσει:
- πόνο νυσταγμοειδή και αφόρητο
- σφίξιμο στο στήθος
- δυσκολία στο βάδισμα
- ανησυχία σε έντομους ρυθμους
- αρτηριακή πίεση
- εμετό
- αίσθημα τρόμου
- λευκοκύττωση
- θάνατο, σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει, εκτός αν πρόκειται για πολύ νεαρά άτομα, άτομα ηλικιωμένα, άτομα που παρουσιάζουν υπέρταση ή καρδιακή δυσλειτουργία.
Latrodectus tredecimguttatus.
Latrodectus mygale
Σε γενικές γραμμές, όλες οι αράχνες είναι δηλητηριώδεις, με την έννοια ότι παράγουν δηλητήριο για την θανάτωση των θυμάτων τους, αλλά δεν δικαιολογούν τον φόβο που έχουν ορισμένα άτομα γι’αυτές. Κατά κανόνα, οι αράχνες ειναι ακίνδυνες για τον άνθρωπο και τα ζώα, γιατί δεν μπορούν να διατρυπήσουν την επιδερμίδα τους. Αν και ορισμένα ειδη αραχνών το κατορθώνουν και το αποτέλεσμα είναι συνήθως παρόμοιο με εκείνο του κεντρίσματος των μελισσών.
Στην τάξη Isoptera (Ισόπτερα) ανήκουν οι τερμίτες, έντομα που ζουν σε οργανωμένες κοινωνίες όπως και τα μυρμήγκια, γι’ αυτό πολλές φορές συγχέονται με αυτά. Τα ισόπτερα περιλαμβάνουν περί τα 2.300 είδη. Οι τερμίτες φέρουν και την ονομασία «Λευκά Μυρμήγκια». Η τροφή τους είναι κυρίως ξύλο ή προϊόντα ξύλου, εκδύσεις, πτώματα και περιττώματα των ατόμων της αποικίας. Τα είδη που έχουν ανάγκη την υγρασία, κατασκευάζουν την φωλιά τους μέσα στο έδαφος και κατασκευάζοντας στοά επικοινωνίας καταστρέφουν ξύλα που βρίσκονται επάνω στο έδαφος. Άλλα είδη ζουν επάνω στο έδαφος και οι φωλιές τους σχηματίζουν χωμάτινους κώνους, μερικές φορές πολύ μεγάλων διαστάσεων, ή κατασκευάζουν τη φωλιά τους μέσα σε δέντρα, στύλους, κομμένη ξυλεία ή η ξυλεία των οικοδομών, προκαλώντας μεγάλες ζημίες. Ακόμα, είναι δυνατόν να καταστρέψουν υφάσματα, βιβλία και άλλα είδη από κυτταρίνη.
Η κοινωνία τους περιλαμβάνει τις τάξεις των εργατών, των στρατιωτών και των αναπαραγωγών. Στη Ευρώπη αναφέρονται 12 διάφορα είδη, στην Ελλάδα τρία: Kalotermes flavicollis (Fabricius 1793), Reticulitermes balkanensis Clement 2001 και Reticulitermes urbis Bagneres & Clement 2003.
Μορφολογικά διαφέρουν από τα μυρμήγκια στο ότι τα θωρακικά τμήματα είναι σαφώς διαχωρισμένα μεταξύ τους και μοιάζουν σε σχήμα και μέγεθος, η κοιλιά δεν σχηματίζει μίσχο και ενώνεται με το θώρακα σε όλο το πλάτος και οι κεραίες είναι ευθείες. Στις φτερωτές μορφές και τα 2 ζεύγη φτερών είναι περίπου ίσα και όμοια μεταξύ τους.
Οι τερμίτες είναι πολυμορφικοί. Στείροι εργάτες (Θηλυκά και αρσενικά), στείροι στρατιώτες (Θηλυκά και αρσενικά) και αναπαραγωγικά άτομα έχουν όμως πολλά κοινά. Το σώμα είναι μαλακό, λευκό, μόνο το κεφάλι κατά μέρος ή ολόκληρο έχει το χρώμα του κεχριμπαριού. Στο κεφάλι εκφύονται δυο νηματοειδείς κεραίες. Οι σύνθετοι οφθαλμοί μπορεί να είναι πολύ απλοί και οφθαλμίδια μπορεί να λείπουν. Τα στοματικά μόρια είναι μασητικού τύπου. Στις στείρες κάστες είναι πιο επιβλητικά. Τα πόδια έχουν μακρά ισχία και οι ταρσοί σχεδόν σε όλες τις οικογένειες είναι τετραμερείς. Η κοιλιά αποτελείται από δέκα δακτυλίους και με λίγες εξαιρέσεις καταλήγει σε ένα ζεύγος κερκιδίων (ή κέρκων, cerci). Οι κέρκοι έχουν μόνο λίγα άρθρα. Κατά κανόνα εξωτερικά γεννητικά όργανα απουσιάζουν.
Οι αποικίες των τερμιτών ζουν σε φωλιές που κατασκευάζουν στο έδαφος ή μέσα στο ξύλο. Μέσα στις φωλιές διακρίνονται oι εξής μορφές τερμιτών:
- Αναπαραγωγικά άτομα: Στα περισσότερα είδη υπάρχει μόνο μια βασίλισσα και ένας βασιλιάς ανά κοινωνία. Στα πρωτόγονα είδη μπορεί να έχει και περισσότερα ζεύγη βασιλιάδων. Στα είδη των αρχέγονων οικογενειών συναντούμε και άλλα αναπαραγωγικά άτομα τα οποία σε περίπτωση ανάγκης μπορούν να αντικαταστήσουν τους βασιλιάδες. Στα αγγλικά αποκαλούνται neotenics ή secondary, supplementary και replacement reproductives (δευτερεύοντες, συμπληρωματικού ή αναπληρωματικού αναπαραγωγείς). Οι οφθαλμοί τους και πολλές φορές οι πτέρυγές τους είναι ατροφικοί. Τα ώριμα αναπαραγωγικά άτομα έχουν τέσσερις μεμβρανώδεις πτέρυγες. Αυτές παρουσιάζουν στη βάση από μια λεπτή σχισμή, κατά την οποία οι πτέρυγες σπάζουν, όταν απορρίπτονται. Το όνομά τους πήραν τα Ισόπτερα από το γεγονός, πως οι μπροστινές πτέρυγες μοιάζουν πολύ με τις οπίσθιες. Έχουν πλούσια νεύρωση με πολλές εγκάρσιες φλέβες. Ο εξωσκελετός τους είναι πιο σκληρός από τις άλλες κάστες. Η βασίλισσα σε πολλά είδη με τα χρόνια μπορεί να αποκτήσει μια τεράστια κοιλιά σε σύγκριση με τα άλλα άτομα.
- Στρατιώτες: Οι στρατιώτες αναγνωρίζονται εύκολα από τη μορφή του κεφαλιού. Το κεφάλι είναι σκληρό και μπορεί να ξεπερνάει το μισό του μήκους ολόκληρου του σώματος. Στα πρωτόγονα είδη οι άνω σιαγόνες είναι πολύ μεγάλες και προορίζονται για δάγκωμα, για αυτό το σκοπό μπορεί και να μην είναι συμμετρικές και να κλείνουν πολύ γρήγορα. Σε άλλα είδη μπορεί να είναι μακριές και λεπτές και να λειτουργούν ως τσιμπίδα. Επίσης, σε άλλα είδη οι εχθροί δεν αποκρούονται με δάγκωμα, αλλά με τις εκκρίσεις ενός μεγάλου αδένα στο κεφάλι, οι οποίες είναι απωθητικές ή δηλητηριώδεις ή κολλώδεις. Η κόλλα σε μερικά είδη μπορεί να εκκρίνεται υπό πίεση και να «φτύνεται» στον εχθρό. Σε άλλα είδη το κεφάλι έχει τη μορφή και τη λειτουργία στουπώματος.
- Εργάτες: Οι εργάτες σε πολλά είδη είναι πολυμορφικοί. Τα κεφάλια μοιάζουν με τα κεφάλια των αναπαραγωγικών, οι οφθαλμοί όμως είναι πιο μικροί ή λείπουν.
Οι νύμφες του πρώτου σταδίου δεν διαθέτουν σκληρά στοματικά μόρια, τα οποία θα επέτρεπαν το μάσημα της τροφής, αλλά τα στοματικά μόρια παραμένουν μαλακά και άσπρα. Aκριβώς γι’ αυτό το λόγο λέγονται και «λευκές νύμφες». Οι λευκές νύμφες είναι πολύ μικρές και παραμένουν κοντά στα αυγά. Σε σύγκριση με άλλα έντομα είναι σαν «αποτέλεσμα πρόωρης εκκόλαψης». Οι εργάτες τα τρέφουν με ιδιαίτερη τροφή, την οποία προετοιμάζουν στο στόμα τους. Με αυτό το τρόπο εξοικονομείται κροκός και οι βασίλισσες μπορούν να παράγουν πολλά μικρά αυγά αντί λίγα μεγάλα.
Στο δεύτερο νυμφικό στάδιο κρίνεται το μέλλον της νύμφης. Το αποτέλεσμα γίνεται ορατό στη μορφή του τρίτου νυμφικού σταδίου. Οι στείρες έχουν λίγο μεγαλύτερα κεφάλια, ενώ στις γόνιμες νύμφες γίνεται ορατή μια καταβολή πτερύγων στις άκρες του προνώτου. Και στις δύο μορφές νυμφών, τα στοματικά μόρια σκληραίνουν και αποκτούν χρώμα κεχριμπαριού.
Στις ακόλουθες εκδύσεις οι στείρες μεταμορφώνονται σε άπτερους στρατιώτες ή εργάτες, ενώ από τις γόνιμες βγαίνουν αναπαραγωγικά πτερωτά αρσενικά και θηλυκά. Παρόλο που είναι στείρες, σε μερικά είδη οι αρσενικοί και οι θηλυκοί εργάτες διακρίνονται ως προς το μέγεθος. Σύμφωνα με το είδος, οι αρσενικοί εργάτες μπορεί να είναι μεγαλύτεροι ή μικρότεροι από τους θηλυκούς. Εκτός από τους εργάτες και οι στρατιώτες μπορούν να διαφέρουν ως προς το μέγεθος. Υπάρχουν είδη με μια, είδη με δυο ή και τρεις κάστες στρατιωτών.
Τα ισόπτερα κατοικούν κρυφά μέσα στο έδαφος ή στο ξύλο, αποφεύγοντας τα ρεύματα αέρος και τις ηλιακές ακτίνες. Μόνο οι εργάτες μπορούν να τρέφονται από μόνοι τους. Οι άλλες κάστες και οι νύμφες πρέπει να παίρνουν τροφή, κατά κανόνα από τους εργάτες. Η τροφή αυτή περιέχει σίελο και πεπτικές ουσίες και παραδίδεται από στόμα σε στόμα ή από έδρα σε στόμα.
Κατά κανόνα οι εργάτες τρέφονται από ξύλο, αλλά συναντούμε και ειδίκευση σε άλλα τρόφιμα φυτικής προέλευσης, ξηρά αγρωστώδη, μύκητες, φύλλα, χώμα με φυτικά κατάλοιπα, κόπρο από φυτοφάγα. Για αυτό το λόγο χρειάζονται συμβιούντες, οι οποίοι διασπούν την κυτταρίνη. Αυτοί οι ζωικοί οργανισμοί ποικίλλουν πολύ και είναι σχεδόν χαρακτηριστικοί για τις διάφορες οικογένειες. Στα πρωτόγονα είδη είναι πρωτόζωα, σε άλλα μύκητες και βακτήρια.
Οι μορφές κοινοτικής ζωής κατατάσσονται σε τρία ή τέσσερα επίπεδα. Στο βασικό επίπεδο (αγγλικά: pro-eusocial – προ-ευκοινωνικό) ο αριθμός των καστών είναι αρκετά περιορισμένος. Τα είδη του επιπέδου αυτού δεν διαθέτουν γνήσιους εργάτες, αλλά ψευδοεργάτες. Αυτοί έχουν γεννητικά όργανα, και αναπτύσσουν πτέρυγες. Η λειτουργία των γεννητικών οργάνων διακόπτεται με τις φερομόνες, που εκκρίνονται από τα αναπαραγωγικά άτομα της αποικίας. Εάν οι φερομόνες αυτές λείπουν, οι ψευδοεργάτες μπορεί να αποκτήσουν ξανά τη γονιμότητά τους. Οι τερμίτες ζουν σε κομμάτια ξηρού ή σάπιου ξύλου. Το τρώνε και με αυτόν το τρόπο οι αρχικές στοές διευρύνονται σε αίθουσες. Μερικά είδη κατατρώγουν το ξύλο εντελώς αφήνοντας μόνο ένα λεπτό εξωτερικό περίβλημα. Αργότερα, όταν έχουν εκμεταλλευτεί την τροφική πηγή τα έντομα πρέπει να μεταναστεύσουν. Στους αδένες στην ακμή της κοιλίας παράγουν μόνο μία φερομόνη, η οποία απελευθερώνεται στην περίπτωση κατά την οποία ένα τμήμα μιας στοάς καταστρέφεται. Τότε οι στρατιώτες και οι ψευδοεργάτες ορμάνε στο σημείο αυτό. Οι στρατιώτες προσπαθούν να εμποδίσουν πιθανούς εχθρούς να εισβάλλουν στην αποικία, και οι ψευδοεργάτες αρχίσουν να επιδιορθώνουν τους τοίχους προς το εξωτερικό. Ως συμβιώντες για την πέψη των φυτικών ουσιών χρησιμοποιούνται μόνο πρωτόζωα σε αυτό το επίπεδο κοινοτικής ζωής.
Στο μεσαίο επίπεδο (αγγλικά: meso-eusocial) κατατάσσονται τα είδη που ζουν μέσα στο έδαφος. Μπορούν να μολύνουν καινούργια αποθέματα ξύλου μέσω των στοών στο χώμα. Τα είδη αυτά, διαθέτουν γνήσιους εργάτες που δεν μπορούν να αναπτύξουν πτέρυγες και γεννητικά όργανα. Στους αδένες στην ακμή της κοιλίας παράγουν δυο διαφορετικές φερομόνες. Αναφέρονται επίσης είδη, στα οποία οι στρατιώτες μπορούν να προειδοποιούν τους εργάτες με ήχους. Η άλλη φερομόνη προκαλεί την ομαδική επέκταση της αποικίας προς καινούργιες πηγές τροφής με την κατασκευή καινούργιων στοών. Τουλάχιστον σε μερικά είδη οι στοές ορύσσονται τυχαία σε σχετικά ευθεία γραμμή μέχρι να γίνει αντιληπτή η παρουσία τροφής. Οι αποικίες παραμένουν όμως απλή συσσώρευση στοών χωρίς σαφή δομή.
Στο πιο εξελιγμένο επίπεδο (αγγλικά: meta-eusocial και ultra-eusocial) η διαφοροποίηση των καστών και των δουλειών τους είναι ακόμα μεγαλύτερη. Η δομή της αποικίας γίνεται εξαιρετικά πολύπλοκη. Η αποικία μπορεί να είναι τελείως ή κατά μέρος μέσα στο έδαφος, ή και πάνω σε δέντρα. Παρατηρούνται ακόμη και συστήματα αποικιών (αγγλικά: polycalism). Το υλικό κατασκευής της αποικίας ποικίλει και κατά κανόνα είναι πολύ ανθεκτικό. Υπάρχουν αποικίες οι οποίες μπορούν να κατοικούνται πάνω από εκατό χρόνια. Υπάρχουν χωριστοί χώρους για τη βασίλισσα (αγγλικά: nuptial cell, copularium), δωμάτια για τα περιττώματα, αποθήκες για τρόφιμα, για την καλλιέργεια μυκήτων, σύστημα αερισμού, και σταθεροποίησης της θερμοκρασίας (ομοιόσταση), της υγρασίας και του επιπέδου του διοξειδίου του άνθρακα κατά κάποιο τρόπο.
Τα αναπαραγωγικά άτομα εμφανίζονται ορισμένες εποχές σε μεγάλους αριθμούς μέσα στην φωλιά και τότε εγκαταλείπουν τη φωλιά, γονιμοποιούνται και το κάθε ζεύγος δημιουργεί νέα φωλιά και νέα αποικία. Τα νέα αναπαραγωγικά έντομα εγκαταλείπουν τις αποικίες συγχρόνως σχηματίζοντας σμήνη. Εκτελούν πτήσεις που επιτρέπουν την επαφή ατόμων από διάφορες αποικίες, τη γεωγραφική επέκταση του είδους και την ίδρυση καινούργιων αποικιών με καινούργιο γεννητικό υλικό. Κατά τις πτήσεις αυτές σε πολλά είδη τα θηλυκά προσελκύουν τα αρσενικά. Μετά την πτήση τα έντομα απορρίπτουν τις πτέρυγες και αρχίζουν να ψάχνουν ταίρι. Ακολουθεί μια περίοδο λίγων λεπτών, κατά την οποία το θηλυκό φεύγει σε χαοτική πορεία ζικ-ζάκ και το αρσενικό ακολουθεί με το κεφάλι άμεσα στη οπίσθια άκρη της κοιλιάς του θηλυκού. Μόνο εάν κατά το τρέξιμο αυτό τα δυο ταιριάζουν στην ταχύτητα και επιδεξιότητα, το ζεύγος ψάχνει κατάλληλο καταφύγιο για την κατασκευή τοίχων του κύτταρου, που θα γίνει το ζευγάρωμα και το οποίο θα είναι το κέντρο της καινούργιας αποικίας. Σχεδόν όλα τα είδη παρουσιάζουν μονογαμία.
Η ωοτοκία αρχίζει μετά από μέρες, αλλά στην αρχή ο αριθμός των αυγών παραμένει μικρός. Μόνο όταν η πρώτη γενιά μπορεί να τρέφεται μόνη της και να φροντίζει τη βασίλισσα, εκείνη αυξάνει το ποσό των αυγών που ωοτοκεί. Σε πολλά είδη η βασίλισσα μεταμορφώνεται, ο αριθμός και το μέγεθος των ωοθηκών αυξάνονται και η βασίλισσα μπορεί να αποθέτει καθημερινά μέχρι 3.000 αυγά. Στην αρχή οι προνύμφες μεταμορφώνονται αποκλειστικά σε εργάτες, μετά και σε στρατιώτες και στις εξελιγμένες μόνο μετά από μερικά χρόνια και σε αναπαραγωγικά.
Υπόγειοι τερμίτες ξηρού ξύλου ή υγρού ξύλου
Αποτελούν τα πιο διαδεδομένα και καταστροφικά είδη. Κατοικούν σε φωλιές στο έδαφος, οι οποίες εντοπίζονται σε μικρό βάθος από την επιφάνεια του εδάφους. Αρέσκονται να προσβάλλουν το εαρινό ξύλο, γιατί είναι πιο μαλακό από το θερινό. Η προσβολή έχει αυλακωτή ή κυψελοειδής εμφάνιση, κρατώντας όμως το εξωτερικό του ξύλου ανέπαφο. Οι τερμίτες αυτοί, δεν αποβάλλουν περιττώματα και πριονίδι από τις στοές που σχηματίζουν, όπως συμβαίνει με τ’αλλά ξυλοφάγα έντομα, κρατώντας έτσι την προσβολή κρυφή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Βασική προϋπόθεση για την επιβίωση τους είναι η υγρασία, ακριβώς γι’αυτό τον λόγο κατασκευάζουν στο έδαφος στοές που φθάνουν μέχρι και τα 100 μέτρα μήκος. Ενδείξεις προσβολής από τερμίτες αποτελούν τα εξής παρακάτω:
- Παρουσία των πτερωτών ατόμων μετά από όψιμες φθινοπωρινές ή πρώιμες χειμερινές βροχές.
- Εμφάνιση τμημάτων με σκούρο χρώμα ή σκασίματα σε ορισμένα σημεία, κατά μήκος των ξύλινων κατασκευών.
- Παρατήρηση περιττωμάτων, τα οποία δεν είναι σχηματοποιημένα, αλλά είναι πιο υδαρή, εφόσον περιέχουν την λυγνίνη και παρουσιάζονται με την μορφή τριμμάτων χαρτιού. Τα περιττώματα εντοπίζονται στο εσωτερικό των στοών και πολλές φορές θα χρησιμοποιηθούν από τους εργάτες ως επιπλέον υλικό για την κατασκευή «χωμάτινων αγωγών επικοινωνίας».
CRYPTOTERMES spp (τερμίτες υπόγειοι ξηρού ξύλου)
Οι τερμίτες αυτού του είδους πρόκειται για έντομα, τα οποία προσβάλλουν στεγνή ξυλεία όπως για παράδειγμα δομικά δοκάρια. Την φωλιά τους, την επεκτείνουν, μασώντας το ξύλο και η προσβολή είναι εμφανής από την παρουσία μασημένου πριονιδιού που αποβάλλεται από το σημείο μόλυνσης του δοκαριού. Τα ενήλικα άτομα έχουν μήκος σώματος 7-12 χιλιοστά. Οι προνύμφες έχουν χρώμα ημιδιάφανο λευκό με μήκος σώματος 5 χιλιοστά. Οι στρατιώτες έχουν μήκος σώματος 10 χιλιοστά. Έχουν ανοιχτόχρωμο θώρακα με πιο σκούρο χρωματισμό στο κεφάλι τους.
Τα φτερωτά ενήλικα άτομα είναι αυτά που θα συμβάλλουν στην δημιουργία της φωλιάς. Θα σχηματίσουν σμήνος, στην συνέχεια θα ζευγαρώσουν αποβάλλοντας τα φτερά τους, ενώ θα έχουν βρει τον κατάλληλο χώρο και έχουν σκάψει ένα θάλαμο για να εναποθέσουν τα αυγά τους. Η ανάπτυξη της αποικίας θα συντελεστεί με αργούς ρυθμούς μετά από 8-12 μήνες.
NEOTERMES spp (τερμίτες υγρού ξύλου)
Τα έντομα αυτού του είδους αρέσκονται να τρέφονται με σαπισμένα ξύλα, παλιά κούτσουρα, κορμούς και κομμάτια θαμμένης ξυλείας. Οργανώνονται σε σμήνος που προτιμά υγρές συνθήκες περιβάλλοντος.
Τα ενήλικα άτομα έχουν μήκος σώματος 5-10 χιλιοστά και χρώμα καφέ. Διαθέτουν δύο ζεύγη μακριών λεπτών φτερών, όπου αλλάζουν κατά την σμηνουργία. Οι βασίλισσες γεννούν αρκετές χιλιάδες αυγά και στις αποικίες ο αριθμός των εργατών μπορεί να αγγίξει εκατομμύρια άτομα.
H σφήκα είναι έντομο, που ανήκει στην Υμενόπτερα (Hymenoptera), απόκριτο (Apocrita) και κεντροφόρο. Οι σφήκες έχουν ελάχιστο τρίχωμα και είναι πολύ έντονα χρωματισμένες. Μοιάζουν πάνοπλες συγκριτικά με τις μέλισσες και είναι κυνηγοί άλλων εντόμων, μεταξύ αυτών και των μελισσών. Η σφήκα, σε αντίθεση με την μέλισσα, επιβιώνει μετά από ένα τσίμπημα.
Κάνουν κι αυτές κοινωνίες αλλά κατά πολύ μικρότερες. Οι φωλιές τους μοιάζουν ως προς τα εξάγωνα κελιά αλλά είναι γκρίζες και θυμίζουν χαρτόνι. Χτίζονται σε απρόβλεπτες θέσεις, ακόμα και εντελώς κατακόρυφα, και ανάλογα το είδος των σφηκών διαφέρουν σε σχήμα (π.χ στέγες, πατάρια, πέργολες, σοφίτες, πατζούρια παραθύρων και πόρτας). Δεν είναι απαραίτητα επιθετικά έντομα, αλλά επειδή οι επαφές τους με τον άνθρωπο είναι πιο συχνές από ότι του ανθρώπου με τις μέλισσες (εκτός βέβαια από τους μελισσοκόμους), τα τσιμπήματα είναι και αυτά πιο συχνά. Μάλιστα σε ορισμένα άτομα προκαλούνται πολύ έντονα αλλεργικά φαινόμενα. Οι περιπτώσεις θανάτου δεν είναι σπάνιες και μάλιστα όχι μόνο σε άτομα που δέχθηκαν επίθεση μεγάλου αριθμού σφηκών, αλλά και σε άτομα με αλλεργική υπερευαισθησία που δέχθηκαν ένα και μόνο κέντρισμα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο θάνατος επήλθε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, που δεν ήταν δυνατόν να παρασχεθούν έγκαιρα οι πρώτες βοήθειες.
Οι πιθανές αντιδράσεις στο κέντρισμά της σφήκας μπορούν να είναι:
1. Πόνος
2. Τσούξιμο
3. Τοπικό οίδημα
4. Φλεγμονή (σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εκδηλωθεί συστηματική αλλεργική αντίδραση που οδηγεί σε θάνατο με αναφυλακτικό σοκ, συμπτώματα του οποίου μπορεί να είναι:
• Εμφάνιση υπερβολικού οιδήματος
• Έντονος γενικευμένος κνησμός
• Εμφάνιση εξανθήματος
• Σφίξιμο στο στήθος
• Ζάλη
• Τάση προς εμετό
• Δυσκολία στην αναπνοή και πτώση αρτηριακής πίεσης.
Δύο είναι οι κύριες κατηγορίες που εμπίπτουν τα διάφορα είδη σφήκας: οι απόμερες σφήκες και οι κοινωνικές σφήκες. Οι ενήλικες απόμερες σφήκες ζουν γενικά και λειτουργούν μόνες τους και οι περισσότερες δεν κατασκευάζουν τις φωλιές. Σε αντίθεση, οι κοινωνικές σφήκες υπάρχουν στις αποικίες αριθμώντας αρκετές χιλιάδες, είναι ισχυρές, χτίζουν μια φωλιά και σε μερικές περιπτώσεις δεν είναι όλη η αποικία ικανή προς αναπαραγωγή. Γενικά η βασίλισσα και οι αρσενικές σφήκες μπορούν να ζευγαρώσουν, ενώ η πλειοψηφία των αποικιών αποτελείται από στειρωμένες θηλυκές εργαζόμενες.
Οι συνήθειες των απόμερων σφηκών είναι διαφορετικές από αυτές των κοινωνικών σφηκών. Άλλες κατασκευάζουν τις φωλιές τους στις πλευρές των τοίχων, ενώ άλλες σε κλαδιά δέντρων και σε λαγούμια, φτιαγμένα από χώμα και χαλίκια, που εμποδίζουν στην είσοδο τα αρπακτικά ζώα και τη φθορά της φωλιάς από τα φυσικά στοιχεία. Οι περισσότερες απόμερες σφήκες δεν χτίζουν καθόλου φωλιές και προτιμούν το φυσικό καταφύγιο.
Τα ακόλουθα χαρακτηριστικά είναι παρόντα στις περισσότερες σφήκες:
- Δύο ζευγάρια φτερών (εκτός από τα θηλυκά των γενών Mutillidae, Bradynobaenidae, πολλά αρσενικά του γένους Agaonidae, πολλά θηλυκά των γενών Ichneumonidae, Braconidae, Tiphiidae, Scelionidae, Rhopalosomatidae, Eupelmidae, και διάφορες άλλες οικογένειες).
- Ωοαποθετήρας ή Κεντρί (που είναι μόνο παρόντα στα θηλυκά).
- Λιγοστό ή καθόλου τρίχωμα (σε αντίθεση με τις μέλισσες) εκτός από τα γένη Mutillidae, Bradynobaenidae, Scoliidae.
- Μόνο μερικές παρασιτικές ομάδες είναι υδρόβιες, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των σφηκών.
- Μερικά είδη Pompilidae, όπως η σφήκα tarantula hawk, ειδικεύονται σε χρησιμοποίηση των αραχνών ως θήραμα, και οι διάφορες παρασιτικές σφήκες χρησιμοποιούν τις αράχνες ή άλλα αραχνοειδή ως αναπαραγωγικούς οικοδεσπότες.
Όπως όλα τα έντομα, οι σφήκες έχουν σκληρό εξωσκελετό, που καλύπτει τρία μέρη:
• κεφάλι,
• μετάσωμα και
• μεσόσωμα.
Οι σφήκες έχουν επίσης μια συνδετική περιοχή, που ενώνει τα πρώτα και τα δεύτερα τμήματα του μεσοσώματος, γνωστού ως μίσχος. Επίσης, όπως όλα τα έντομα, οι σφήκες έχουν τρία ζεύγη ποδιών. Εκτός από τα σύνθετα μάτια τους, οι σφήκες διαθέτουν επίσης μάτια, που βρίσκονται σε έναν τριγωνικό σχηματισμό ακριβώς προς τα εμπρός της περιοχής του κεφαλιού.
Το σαμιαμίδι (επιστημονική ονομασία Hemidactylus turcicus, άλλη ονομασία μολυντήρι) είναι μικρόσωμη σαύρα της οικογένειας των Γκέκο (Gecko). Απαντά στις μεσογειακές χώρες και επίσης στα Κανάρια νησιά (Τενερίφη και Γκραν Κανάρια) καθώς και στη Τσεχία (στις θερμότερες περιοχές της Μοραβίας). Έχει εξαπλωθεί σ’όλη την ηπειρωτική Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τα νησιά. Απαντά και στην Κύπρο, όπου ονομάζεται μισιαρός.
Πρόκειται για ένα από τα πιο ευπροσάρμοστα ερπετά του κόσμου. Είναι νυκτόβιο ερπετό και ιδιαίτερα ευκίνητο και γρήγορο. Τις κρύες μέρες του χειμώνα γίνεται νωχελικό. Είναι ένα από τα ελάχιστα ερπετά που παράγουν ήχους. Σε περίπτωση που νιώσει απειλή παράγει ήχους κινδύνου. Είναι ένα ερπετό εντελώς ακίνδυνο και παράλληλα ωφέλιμο. Τρέφεται με μικρά αρθρόποδα και έντομα όπως π.χ. μύγες, κουνούπια, σκόρους τροφίμων συμβάλλοντας έτσι στον έλεγχο των πληθυσμών τους.
Το μήκος τους φτάνει συνήθως τα 10 εκατοστά μαζί με την ουρά. Το δέρμα του είναι ημιδιάφανο και καλύπτεται από μικροσκοπικές φολίδες ενώ το χρώμα του είναι φαιό ως λευκόφαιο. Το κεφάλι του είναι κοντό και πλατύ, τα μάτια του μαύρα, χωρίς κινητά βλέφαρα αλλά με μια προστατευτική μεμβράνη, σχετικά μεγάλα κατάλληλα για νυκτόβια διαβίωση και η ουρά του ιδιαίτερα μακριά σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα.
Τα τέσσερα πόδια του στα πέλματα σχηματίζουν σειρές από φυλλώδεις δομές (lamellae) οι οποίες αποτελούν συστοιχίες από τριχίδια (setae), καθένα εκ των οποίων αποτελείται από ένα κύριο σώμα το οποίο καταλήγει σε πολυάριθμες σπαθοειδείς διακλαδώσεις (spatulae). Λόγω αυτού συγκολλώνται πολύ ισχυρά σε μία επιφάνεια χωρίς να χάνουν τη δυνατότητα ταχείας αποκόλλησης. Αυτό δίνει τη δυνατότητα να περπατά ή και να μένει ακίνητο επάνω σε τοίχους η και στην οροφή. Μπορεί ακόμα να σκαρφαλώσει και σε λείες επιφάνειες όπως το γυαλί.
Τα θηλυκά γεννούν συνήθως 1 – 2 αυγά, 2 με 3 φορές το χρόνο σε συγκεκριμένο μέρος. Τα αυγά είναι μικρά, σφαιρικά και σκληρά και προσκολλώνται σε επιφάνειες.
Εχθροί του είναι σχεδόν όλα τα μεγαλύτερά του σαρκοφάγα ζώα που είναι αρκετά γρήγορα για να το πιάσουν. Συνήθως αν πιαστεί από έναν εχθρό ρίχνει την ουρά του, η οποία κινείται για λίγο, ώστε να τραβήξει την προσοχή του εχθρού και η σαύρα να φύγει, οπότε θ’ αναγεννήσει την ουρά αργότερα. Πιο επικίνδυνος εχθρός για το σαμιαμίδι αποδεικνύεται ο άνθρωπος – ειδικά όταν βρίσκεται εντός της οικίας-.Πάντως, πρόκειται για δειλό ζώο που εμφανίζεται λίγες φορές τις στιγμές δηλαδή που ψάχνει για τη τροφή του. Μεγάλους πληθυσμούς μπορεί να εμφανιστούν σε εξοχικά που σπάνια κατοικούνται, γιατί σαν ζώα πολλαπλασιάζονται πολύ εύκολα και γρήγορα.
Η σαρανταποδαρούσα είναι η κοινή ονομασία της σκολόπενδρας, που αποτελεί γένος σαρκοφάγων Μυριάποδων που ανήκουν στην οικογένεια Σκολοπενδρίδες και στην ομοταξία Χειλόποδα. Είναι παράσιτο ιδιαίτερα επικίνδυνο, γιατί μπορεί να δαγκώσει το θύμα του, κατά την διάρκεια που κοιμάται. Μπορεί να την συναντήσουμε τόσο σε εξωτερικούς χώρους, όσο και στους εσωτερικούς της οικίας μας. Το δάγκωμά της προκαλεί πόνο στον άνθρωπο, ο οποίος θα πρέπει να απευθυνθεί στο πλησιέστερο νοσοκομείο ή κέντρο υγείας και στα ζώα μπορεί να επιφέρει το θάνατο.
Το μήκος του σώματός της κυμαίνεται από 5 ως 30 εκατοστά. Συλλαμβάνει τη λεία της με το δηλτήριο που εκκρίνει. Το σώμα της σαρανταποδαρούσας είναι μεγάλο σε μήκος και ευκίνητο. Έχει 21 ίδιες ζώνες, εκ των οποίων ξεκινούν ισάριθμα ζεύγη αρθρωτών ποδιών. Το πρώτο ζεύγος έχει μεταμορφωθεί σε άγκιστρα, τα οποία έχουν μορφή σαγονιού. Από αυτά εκχέεται δηλητήριο. Στα πλάγια του κεφαλιού έχει τέσσερα μάτια και στο πάνω μέρος ένα ζευγάρι κεραίες, οι οποίες είναι μικρές. Οι σαρανταποδαρούσες ζουν κάτω από πέτρες στις περιοχές της Μεσογείου και τρέφονται με έντομα και νύμφες εντόμων, όπως και με οργανική ουσία υπό σήψη.
Στο σπίτι μας, μπορούμε να συναντήσουμε σαρανταποδαρούσες κάτω από το κρεβάτι μας, στις ντουλάπες μας, ακόμα και μέσα στα ρούχα μας. Θα εμφανιστούν κυρίως την άνοιξη και αρχές καλοκαιριού, ψάχνοντας για δροσερό μέρος και το φθινόπωρο, αναζητώντας ένα ζεστό μέρος για να επιβιώσουν κατά την διάρκεια του χειμώνα.
Το τσιμπούρι είναι κοινή ονομασία του παρασιτικού Αρθρόποδου, που επιστημονικά ονομάζεται κρότων. Ανήκει στην τάξη Αcarina. Tα άτομα της τάξης αυτής έχουν σχήμα στρογγυλό ή ωοειδές, είναι πεπλατυσμένα στερνορραχιαία και το σώμα τους δεν χωρίζεται σε τμήματα, αλλά είναι ενιαίο. Στο μπροστινό μέρος του σώματος υπάρχει η ψευδοκεφαλή, η οποία αποτελείται από το γναθόσωμα ή βάση κι από τα στομαικά μόρια.
Τα στοματικά μόρια είναι ένα ζεύγος χηληκεραίων, ένα ζεύγος προσακτρίδων και από τη μεταξύ αυτών μόνη οδοντοειδή κατασκευή, το υπόστομα. Το υπόλοιπο σώμα ονομάζεται και ιδιόσωμα, το οποίο διακρίνεται σε ποδόσωμα, όπου υπάρχουν 4 ζεύγη ποδιών και σε οπισθόσωμα. Πολλές φορές τα πόδια είναι τοποθετημένα σε δύο ομάδες των δύο ζευγών, η κάθε μία και τότε το μπροστινό μέρος του ποδοσώματος ονομάζεται προποδόσωμα και το πίσω μεταποδόσωμα. Αν υπάρχουν μάτια, είναι τοποθετημένα στην ραχιαία ή τη κοιλιακή περιφέρεια του ποδοσώματος. . Μοιάζει στο μέγεθος με κουκούτσι σταφυλιού γκριζωπού χρώματος, όταν είναι νηστικό. Όταν όμως είναι χορτάτο το μέγεθος της κοιλιάς του διογκώνεται. Το δέρμα του είναι ελαστικό.
Οι κρότωνες είναι εύκολα ορατοί με γυμνό μάτι, το περίβλημά τους είναι δερματώδες χωρίς τρίχες ή με μικρές τρίχες, το υπόστομα ορατό και οπλισμένο με δόντια, οι προσακτρίδες παρουσιάζουν τμήματα και οι χηληκεραίες έχουν στην άκρη τους ισχυρά χιτινώδη δόντια. Τα στάδια εξέλιξης των Acarina είναι το αυγό, η προνύμφη, η νυμφή και το τέλειο άτομο.
Οι κρότωνες, ανάλογα με την κατασκευή του εκτοδέρματός τους, κατατάσσονται σε μαλακούς και σκληρούς.
Είναι μεγάλα εκτοπαράσιτα, προσαρμοσμένα να απομυζούν αίμα από θηλαστικά, πτηνά και ερπετά και γενικά παρουσιάζουν μεγάλο υγειονομικό ενδιαφέρον. Μπορούν να παρασιτήσουν σε άγρια, παραγωγικά και κατοικίδια ζώα, αλλά και στον άνθρωπο, οποίος συνήθως λειτουργεί σαν ευκαιριακός ξενιστης στην μετάδοση τους.
Τα νύγματα του τσιμπουριού προκαλούν δερματίτιδες, αντιδράσεις υπερευαισθησίας, κοκκιώματα, διάφορες λοιμώξεις ή τοξική παράλυση. Όταν προσκολληθούν στον ξενιστή και βυθίσουν τα στοματικά μόρια τους στην επιδερμίδα του, εκχύουν με το σάλιο τους μία σειρά από βιοχημικές ουσίες. Με την εισρόφηση του κυτταρικού υγρού και του αίματος, θα προκληθεί φλεγμονώδης αντίδραση και φαγούρα. Σε αυτό ακριβώς το στάδιο, αν ανακαλυφθεί και απομακρυνθεί χωρίς την αρμόζουσα προσοχή, θα αφήσει τα αγκιστροειδή στοματικά του μόρια στο δέρμα του ξενιστή και θα αναπτυχθεί μόλυνση και ένα κοκκίωμα, σαν σκληρό οζίδιο, το οποίο είναι αβλαβές και παροδικό, αλλά προκαλεί έντονη ανησυχία.
Οικογένεια Argasidae
Σε αυτή την οικογένεια κατατάσσονται οι μαλακοί κρότωνες, στους οποίους το εκτόδερμα είναι περγαμηνοειδές, χωρίς θυρεό και συχνά με πολλές εκβαθύνσεις. Στις νύμφες και τα τέλεια άτομα, τα στοματικά μόρια είναι τοποθετημένα στο κάτω μέρος του σώματος και δεν είναι ορατά από επάνω. Δεν παρουσιάζουν έντονο γεννητικό διμορφισμό και η διάκριση των φύλλων βασίζεται στην μορφολογία των γεννητικών πόρων.
Argas persicus Oken
Kοσμοπολίτικο είδος, όπου παρασιτεί σε κότες και άλλα κατοικίδια ή όχι πτηνά και μερικές φορές και στον άνθρωπο και τα βοοειδή.
Τα τέλεια άτομα έχουν μήκος 4-10mm πλάτος 2,5-6mm. Το χρώμα τους είναι καστανοκόκκινο πριν από την αιμοληψία και μετά από αυτή μεταβάλλεται σε μεταλλικό κυανό.
Τα αυγά τοποθετούνται σε ομάδες των 20-100 σε σχισμές ξύλων, ρωγμές και εσοχές των κοτετσιών, καθώς και κάτω από φλοιούς δέντρων. Η εκκόλαψη θα γίνει μετά από 3 ή και περισσότερες εβδομάδες και οι προνύμφες θα προσκολληθούν συνήθως κάτω από τα φτερά των πτηνών. Στην θέση αυτή θα παραμείνουν για 5-10 μέρες, απομυζώντας αίμα και στην συνέχεια θα πέσουν στο έδαφος. Υπάρχουν 2 νυμφικά στάδια, όπου το κάθε ένα διαρκεί 2 περίπου εβδομάδες. Στο κάθε στάδιο, το παράσιτο απομυζά αίμα μόνο μία φορά.
Όσο αφορά, τα τέλεια άτομα, κατά την διάρκεια της ημέρας θα κρυφτούν σε καλά προφυλαγμένα μέρη και μόνο κατά τις βραδινές ώρες θα επιτεθούν στους ξενιστές για απομύζηση αίματος, που διαρκεί 2 περίπου ώρες. Απομυζούν αίμα μόνο μία φορά κάθε μήνα και μετά από κάθε αιμοληψία γεννούν μία ομάδα αυγών. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι προνύμφες μπορούν να ζήσουν χωρίς τροφή επί 3 περίπου μήνες, ενώ οι νύμφες και τα τέλεια επί 5 περίπου χρόνια. Εκτός της ενόχλησης που προκαλούν κατά την αιμοληψία, αποτελούν φορείς ασθενειών, όπως για παράδειγμα του συνδρόμου της κροτωνικής παράλυσης.
Argas reflexus Fabricius
Παρασιτεί κυρίως στα περιστέρια και πολλές φορές σε άλλα πτηνά, στον άνθρωπο και τα ιπποειδή. Μορφολογικά και βιολογικά μοιάζει με το προηγούμενο είδος.
Οικογένεια Ixodidae
Στην οικογένεια αυτή υπάγονται οι σκληροί κρότωνες, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από την παρουσία του νωτιαίου θυρεού, η οποία είναι μία χιτινισμένη πλάκα στη ραχιαία επιφάνεια του σώματος. Η ψευδοκεφαλή βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του σώματος και είναι ορατή από επάνω.
Τα τσιμπούρια της οικογένειας αυτής παρουσιάζουν έντονο σεξουαλικό διμορφισμό και ο διαχωρισμός των φύλλων βασίζεται στην μορφολογία του θυρεού. Στα αρσενικά άτομα, ο θυρεός καλύπτει ολόκληρη την ραχιαία επιφάνεια του σώματος, ενώ στα θηλυκά, τις προνύμφες και στις νύμφες περιορίζεται στο μπροστινό 1/3 της ράχης.
Τα θηλυκά άτομα γεννούν τα αυγά τους σε καλά προφυλαγμένα σημεία κοντά στο έδαφος (κάτω από πέτρες ή βώλους χώματος, ρωγμές ή εσοχές τοίχων και ξύλων κ.ά.). τα αυγά είναι μικρά και τοποθετούνται σε ομάδες των 200 αυγών περίπου. Κάθε θηλυκό μπορεί να γεννήσει και μέχρι 18000 αυγά στην διάρκεια της ζωής του. Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου εξαρτάται από το είδος και επηρεάζεται από τις κλιματολογικές συνθήκες.
Οι προνύμφες μετά από την έξοδο τους από τ’αυγά, ανεβαίνουν στην χλόη ή σε χαμηλούς θάμνους και περιμένουν να περάσει ο πιθανός ξενιστής, ώστε να προσκολληθούν στο σώμα του. Πάνω στον ξενιστή, θα ψάξουν να βρουν κατάλληλο σημείο στην επιδερμίδα του και στην συνέχεια βυθίζουν σ’αυτό τα στοματικά τους μόρια για να ξεκινήσει η απομύζηση. Βγαίνει δύσκολα όταν προσκολλάται στο δέρμα.
Ανάλογα με το είδος, οι σκληροί κρότωνες-τσιμπούρια διακρίνονται:
- Σε εκείνους που συμπληρώνουν το βιολογικό τους κύκλο σε ένα ξενιστή
- Σε εκείνους που οι προνύμφες και οι νύμφες τους αναπτύσσονται σε ένα ξενιστή και τα τέλεια άτομα σε άλλο
- Σε εκείνους που κάθε στάδιο αναπτύσσεται σε άλλο ξενιστή (3 ξενιστές).
Κατά κανόνα δεν παρουσιάζουν μεγάλη ειδικότητα ξενιστή, με αποτέλεσμα να μπορούν να απομυζήσουν αίμα από διάφορα ζώα και τον άνθρωπο. Χωρίς τροφή μπορούν να ζήσουν για τρία περίπου χρόνια. Εκτός από τον ερεθισμό, αποτελούν και φορείς ασθενειών (Βορρελίωση ή η Εαρινή Μηνιγγοεγκεφαλίτιδα) και δύναται να μεταφέρουν πρωτόζωα, ιούς και ρικέτσιες.
Τα φίδια είναι ερπετά της ομώνυμης υποτάξης (Serpentes). Τρέφονται με μικρά ζώα, πουλιά, αυγά ή έντομα, ενώ άλλα μεγαλύτερα φίδια (όπως ο πύθωνας) τρέφονται με μεγαλύτερα ζώα. Υπάρχουν πολλά είδη φιδιών και λίγα μόνο είναι δηλητηριώδη (ιοβόλα) και επικίνδυνα και για τον άνθρωπο.
Γίνεται διάκριση μεταξύ των «πλέον επικίνδυνων» και αυτών που θεωρούνται ότι έχουν το «ισχυρότερο δηλητήριο». Οι δύο αυτές κατηγορίες δεν ταυτίζονται απαραίτητα και είναι απόλυτα διακριτές. Επικίνδυνα φίδια είναι αυτά που προκαλούν τους περισσότερους θανάτους ετησίως. Στην κορυφή αυτής της κατηγορίας φιγουράρει η οχιά του Ράσελ (Russel’s Viper), που ζει στην Σρι Λάνκα, προκαλώντας χιλιάδες θανάτους ετησίως. Αντίθετα ένα φίδι με εξαιρετικά ισχυρό δηλητήριο δεν είναι απαραίτητο να φιγουράρει στην λίστα των πλέον επικίνδυνων και αυτό γιατί μπορεί να ζει σε περιοχές όπου δεν έρχεται σε επαφή με ανθρώπους.
Η τοξικότητα του δηλητηρίου μετράται με την διεθνώς αποδεκτή μέθοδο LD50 (Lethal Dose 50%). Η μέθοδος αυτή μετρά τον βαθμό τοξικότητας του δηλητηρίου από τον αριθμό θανάτων που θα προκαλέσει σε πληθυσμό ποντικών στους οποίους θα χορηγηθεί το δηλητήριο. Η τοξικότητα μετράται από την ποσότητα δηλητηρίου που είναι ικανή να σκοτώσει το 50% του αριθμού των ποντικών, ανά κιλό μάζας σώματος.
Στην κορυφή αυτής της λίστας φιγουράρει μακράν το φίδι της ενδοχώρας της Αυστραλίας inland taipan η ‘Oxyranous microlepidotus (ή Fierce snake) που ζει στην κεντρική έρημο της Queensland (τοξικότητα δηλητηρίου 50 φορές μεγαλύτερη της βασιλικής κόμπρας). Η συνήθης ποσότητα δηλητηρίου που «παρέχει» ένα δάγκωμα αυτού του φιδιού (40-120 mg), είναι ικανή να σκοτώσει 100 ανθρώπους ή 250.000 ποντίκια.
Γενικά η Αυστραλία φιλοξενεί τα 8 από τα 10 περισσότερο ιοβόλα φίδια του πλανήτη (μερικά από αυτά είναι τα coastal taipan, brown snake, death adder, tiger snake, Indian saw-scaled viper, boomslang, Hook nosed sea snake). Ο κροταλίας (Αμερική) και η βασιλική κόμπρα (Ασία) δεν συμπεριλαμβάνονται στα δέκα πιο επικίνδυνα φίδια.
Ένα φίδι που συναντάται και στις δύο κατηγορίες είναι η Μαύρη μάμπα που ζει στην Αφρική. Βρίσκεται στη δέκατη θέση από την άποψη τοξικότητας του δηλητηρίου της και στην τρίτη από πλευράς επικινδυνότητας.
Τα φίδια φέρουν αισθητήρια όργανα που δε συναντώνται ευρέως στο ζωικό βασίλειο. Αρκετά είδη έχουν αναπτύξει τη θερμική όραση, οι αισθητήρες της οποίας εδρεύουν στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού του φιδιού πίσω από τα ρουθούνια. Η εικόνα που δίνεται στο φίδι δε μπορεί να έχει τη λεπτομέρεια της όρασης, μπορεί όμως να φανεί εξαιρετικά αποτελεσματική στο σκοτάδι σχηματίζοντας το θερμικό περίγραμμα του στόχου τους ή του πιθανού εχθρού τους.
Τα περισσότερα είδη φιδιών έχουν ασθενή όραση. Μπορούν να διακρίνουν περισσότερο το περίβλημα των απέναντι τους σωμάτων παρά τα χαρακτηριστικά τους. Πέραν αυτών υπάρχουν και φίδια εντελώς τυφλά ενώ άλλα φίδια παρουσιάζουν άριστη όραση, τα περισσότερα όμως απλώς δεν βλέπουν καλά. Η ακοή είναι επίσης μια άλλη αίσθηση στην οποία τα φίδια υστερούν. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα φίδια δεν διαθέτουν αυτιά ή άλλα ακουστικά ανοίγματα για να μπορούν να συλλαμβάνουν τους ήχους με αποτέλεσμα να μπορούμε να τα θεωρήσουμε κουφά. Η ασθενής ακοή όμως των φιδιών αντικαθίσταται από ένα είδος συστήματος που φαίνεται να έχουν αναπτύξει στον εγκέφαλο τους και χάρις σε αυτό μπορούν να αισθάνονται (όχι να ακούν, απλώς να καταλαβαίνουν) τους ήχους κοντά τους, αρκεί αυτοί να είναι χαμηλών συχνοτήτων. Η όσφρηση των φιδιών είναι εξαιρετική και αντικαθιστά πρακτικά την ελλειπή τους όραση και ακοή και τα βοηθάει στο να οσφραίνονται και να αντιλαμβάνονται τα θηράματα αλλά και τους θηρευτές τους.
Σε ορισμένα φίδια το σαγόνι τους που αφήνεται να κρέμεται συλλαμβάνει δονήσεις και το δέρμα κάτω από αυτό ίσως παίζει το ρόλο του τυμπάνου για περιορισμένο αριθμό συχνοτήτων. Δε διαθέτει τα οστάρια σφύρα – άκμονας – αναβολέας που δίνουν την ενίσχυση του ήχου στο ανθρώπινο αυτί, όμως η άρθρωση του σαγονιού πιθανό να παίζει κάποιο τέτοιο ρόλο. Φυσικά το ίδιο τους το σώμα είναι άμεσος δέκτης ακόμα και των ασθενέστερων δονήσεων και ήχων χαμηλής συχνότητας που μεταφέρονται από το έδαφος.
Τα φίδια δεν είναι εύκολο να αγγίζουν πράγματα που βρίσκονται μακριά από το σώμα τους, έχουν όμως την αίσθηση των κοντινών τους αντικειμένων εξ αποστάσεως μέσω μιας ασυνήθιστης αίσθησης που έχουν αναπτύξει. Σερνόμενα με την κοιλιά σε ξηρό περιβάλλον παράγουν και διατηρούν, ακόμα και αφού σταματήσουν, στατικό ηλεκτρισμό έως 1000 Volt και μπορούν να τον χρησιμοποιούν με τα αισθητήρια που φαίνεται να διαθέτουν τουλάχιστο στο κεφάλι για να κυνηγούν καθοδηγούμενα από ηλεκτροστατικά ίχνη στο διάβα τους όταν τους λείπουν δεδομένα όσφρησης καθώς και για να ελίσσονται ανάμεσα σε εμπόδια όταν δε μπορούν να δουν. Η αίσθηση που δίνουν τα φορτία στα φίδια είναι να μπορεί το ζώο να ανιχνεύει την κατεύθυνση και την απόσταση είτε αντικειμένων είτε μικρών φορτισμένων σύννεφων υδρατμών που προέρχονται από προπορευόμενα ζώα αν τα φορτία αυτά βρίσκονται εντός των μερικών εκατοστών βεληνεκούς της που επεκτείνεται με την κίνηση του κεφαλιού. Η ονομασία της ιδιάζουσας αυτής αίσθησης είναι ηλεκτροστατική αίσθηση, προκύπτει από το χρησιμοποιούμενο όρο «electrostatic sense» των παραπομπών και ίσως να μπορούμε να την καταλάβουμε αν την παρομοιάσουμε με το πλησίασμα του ανάποδου της παλάμης του χεριού μας σε μια οθόνη τηλεόρασης καθοδικού σωλήνα.
Τα φίδια λόγω της ευαισθησίας τους στις δονήσεις και της ηλεκτροευαισθησίας τους θεωρούνται χρήσιμα στην πρόγνωση σεισμών. Γενικότερα, προκαλούν την αίσθηση του παγώματος. Είναι ιδιαίτερα τρομαχτικά και προκαλούν φόβο στον θεατή τους.
Οχιά
Οι οχιές είναι είδη ιοβόλων/δηλητηριωδών φιδιών που ανήκουν στην οικογένεια Εχιδνίδες. Η γεωγραφική τους εξάπλωση περιλαμβάνει όλα τα μέρη του κόσμου, εκτός από την Ανταρκτική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία τη Μαγαδασκάρη, τη Χαβάη, διάφορα άλλα απομονωμένα νησιά και βόρεια του Αρκτικού Κύκλου. Όλα τα είδη της οικογένειας έχουν δόντια που συνδέονται με ιοβόλους αδένες. Σήμερα αναγνωρίζονται 4 υποοικογένειες.
Το σώμα της οχιάς έχει σχήμα κυλίνδρου, χρώμα σταχτί προς το ξανθό και καλύπτεται από φολίδες, όπως και το κεφάλι. Επίσης, στη ράχη το φίδι έχει σκούρα σχέδια σε σχήμα τεθλασμένης γραμμής, ενώ στο κεφάλι τα σχήματα που έχει σχηματίζουν το γράμμα Χ ή Λ. Το μήκος φθάνει στα αρσενικά μέχρι 60 εκατοστά. Τα θηλυκά έχουν πιο μικρό μήκος. Το κεφάλι της είναι πιο πλατύ προς τα πίσω και διακρίνεται έντονα από το σώμα. Η ουρά της είναι κοντή. Έχει δυνατή όραση ακόμα και στο σκοτάδι, ενώ η ίριδα των ματιών της έχει την ιδιότητα να αλλάζει ανάλογα με την ένταση του φωτός. Στην άνω γνάθο είναι εξοπλισμένη με δύο μυτερά δόντια, μεγαλύτερα από τα κοινά που έχει, τα οποία συνδέονται με αδένες που εκκρίνουν δηλητήριο.
Τα περισσότερα είδη είναι ωοζοτόκα (ovovivipar). Η ίδια η λέξη «viper» (επιστημονική ονομασία του φιδιού) προέρχεται από τις λατινικές λέξεις vivo = «ζω» και pario = «γεννώ». Γεννά 10-20 ζωντανά μικρά, τα οποία έχουν δηλητήριο. Η τροφή τους είναι κυρίως σαύρες.
Όταν η οχιά δαγκώσει τη λεία, τότε πιέζονται οι αδένες και εκκρίνεται δηλητήριο, το οποίο μέσω των δοντιών περνά στην πληγή του θύματος. Ανάλογα με τις περιστάσεις, η οχιά έχει την ικανότητα να καθορίζει την ποσότητα δηλητηρίου που θα χύσει στο θύμα της. Γενικότερα, η ποσότητα του δηλητηρίου είναι ανάλογη του μεγέθους του φιδιού. Επίσης, κάποια είδη τσιμπούν περισσότερο από άλλα. Κάθε χρόνο το δέρμα της αλλάζει, ενώ ανήκει στα είδη που πέφτουν σε χειμερία νάρκη,
Οι ενήλικες οχιές τρέφονται με μικρά ζώα, όπως ποντίκια, άλλα ερπετά και πτηνά. Το δηλητήριό της είναι επικίνδυνο. Τυπικά περιέχει πολλές πρωτεϊνάσες (ένζυμα που διαλύουν πρωτεΐνες). Αυτές προκαλούν συμπτώματα πόνου, οίδημα και νέκρωση, όπως επίσης και απώλεια αίματος. Ο θάνατος συνήθως επέρχεται από την πτώση της αρτηριακής πίεσης. Οι οχιές δεν επιτίθενται ποτέ στον άνθρωπο εάν δεν πατηθούν, πιαστούν ή απειληθούν άμεσα. Τα περισσότερα δήγματα οχιάς στον άνθρωπο είναι «στεγνά» και προειδοποιητικά, χωρίς την έγχυση δηλητηρίου.
Αν δεχθεί κάποιος δηλητηριώδες δήγμα από οχιά, απαιτείται έγκαιρη ιατρική φροντίδα. Είναι σημαντικό να μην σκιστεί ή κοπεί το δέρμα στο σημείο του δήγματος και να μην δεθεί το δαγκωμένο μέλος. Το δηλητήριο εξαπλώνεται κυρίως μέσω της λέμφου και όχι της φλεβικής ή αρτηριακής οδού, έτσι το να προκληθεί αιμορραγία στο σημείο του δαγκώματος είναι ανούσιο αλλά και επικίνδυνο, λόγω του τραυματικού σοκ που μπορεί να προκληθεί και να επιδεινώσει την κατάσταση του ασθενούς. Επίσης μία σφιχτή περίδεση του δαγκωμένου μέλους φράσσει την κυκλοφορία του αίματος και μπορεί να προκαλέσει νέκρωση, γάγγραινα και θρομβώσεις, έτσι είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ομαλή κυκλοφορία του αίματος. Στις σοβαρότερες περιπτώσεις, αν δε φέρει το θάνατο, το δήγμα οχιάς αφήνει μόνιμη ουλή στο σημείο του δαγκώματος, ή μπορεί να απαιτηθεί ακρωτηριασμός του μέλους. Μπορεί επίσης ο ασθενής ή η ασθενής να είναι αλλεργικός στο δάγκωμα. Κατά την συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δηλητηριωδών δηγμάτων στην χώρα μας τα συμπτώματα υποχωρούν μετά την κατάλληλη ιατρική περίθαλψη και επέρχεται η πλήρης ίαση του ασθενούς.
Αστρίτης
Ο Αστρίτης (Vipera berus) είναι ιοβόλο φίδι της οικογένειας των Εχιδνίδων. Στην Ελλάδα κανείς απαντά το υποείδος Vipera berus bosniensis (Οχιά των Βαλκανίων) (Boettger, 1889).
Το όνομα «Αστρίτης» χρησιμοποιείται συχνά και για άλλα είδη ανά περιοχή, όμως η χρήση του είναι λανθασμένη καθώς συχνά βαραίνει ακίνδυνα είδη φιδιών με την φήμη του δηλητηριώδους. Το δε δηλητήριο του είναι σχετικά ισχυρό, όχι τόσο όσο της οχιάς, όμως και πάλι σε περίπτωση δαγκώματος συνιστάται η παροχή πρώτων βοηθειών και η ιατρική παρακολούθηση.
Το μήκος του φτάνει περίπου τα 65 εκατοστά, με τα θηλυκά να είναι μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Κυνηγάει κυρίως στη διάρκεια της ημέρας. Ζει σε ορεινές περιοχές με υψόμετρα μεγαλύτερα των 1400m. Πέφτει σε χειμερία νάρκη την αρχή του χειμώνα μέχρι την αρχή της άνοιξης. Τα θηλυκά γεννούν κάθε 2 χρόνια, από 3 έως 18 νεογνά τα οποία ωριμάζουν σεξουαλικά τον 3ο ή 4ο χρόνο. Η διατροφή του περιλαμβάνει μικρά θηλαστικά όπως ποντίκια, μικρά πτηνά, αμφίβια όπως βατράχια και σαύρες.
Τα έντομα που συναντώνται στα αποθηκευμένα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα, κατατάσσονται σε διάφορες τάξεις. Τα κυριότερα είδη ανήκουν στις τάξεις Coleoptera και Lepidoptera, αλλά υπάρχουν και είδη των τάξεων Diptera, Psocoptera κ.ά. υπό την ευρεία έννοια του όρου, έντομα αποθηκών μπορούν να θεωρηθούν και οι κατσαρίδες (Blattaria) ή τα «ψαράκια» (Thysanura). Ακόμα και σε χώρους που φιλοξενούν τρόφιμα, μπορούν να βρεθούν συχνότατα και Hymenoptera και Hemiptera, ως αρπακτικά ή παρασιτοειδή άλλων ειδών. Επιπλέον, στα αποθηκευμένα τρόφιμα βρίσκονται και πολλά είδη ακαρέων, κυρίως της τάξης Astigmata, αλλα και Prostigmata, Mesostigmata κ.ά.
Το οικοσύστημα της αποθήκης είναι ιδιαίτερα περίπλοκο, καθώς αποτελεί ένα μοναδικό «κλειστό» οικοσύστημα, το οποίο έχει δημιουργηθεί αποκλειστικά από τον άνθρωπο και δεν επηρεάζεται από το εξωτερικό περιβάλλον (θερμοκρασία, ηλιοφάνεια, κ.ά.) στο βαθμό που συμβαίνει με άλλα συναφή συστήματα (π.χ θερμοκήπια). Έτσι και τα έντομα έχουν προσαρμόσει την βιολογία τους στα χαρακτηριστικά του εκάστοτε χώρου. Χαρακτηριστικό των εντόμων αυτών είναι η δυνατότητά τους να «ταξιδεύουν» σε μεγάλες αποστάσεις, με τα ίδια μέσα που ταξιδεύουν και τα τρόφιμα, μέσω των χερσαίων, θαλάσσιων και εναέριων οδών. Ακριβώς, γι’ αυτόν τον λόγο, τα κυριότερα έντομα αποθηκών έχουν σήμερα παγκόσμια εξάπλωση. Παρόλο που εξελικτικά, τα έντομα αυτά υπήρξαν έντομα αγρού στο παρελθόν, πολλά από αυτά βρίσκονται αποκλειστικά σε εσωτερικούς χώρους και κατά συνέπεια, σχετίζονται και αυτά με την Δημόσια υγεία.
Τα περισσότερα είδη που βρίσκονται σε αποθηκευμένα τρόφιμα ακολουθούν μια συγκεκριμένη οικολογική διαδοχή, η οποία καθορίζεται στο μέγιστο βαθμό από το είδος και την κατάσταση του προϊόντος. Έτσι, η προσβολή συχνά ξεκινά από τα λεγόμενα «πρωτεύοντα» είδη, τα οποία είναι ικανά να προσβάλλουν με ευκολία ακέραιο προϊόν, όπως είναι οι σπόροι των σιτηρών και άλλα συναφή «συμπαγή» προϊόντα (ζυμαρικά κ.ά). Για τα παραπάνω είδη, οι προνύμφες αναπτύσσονται στο εσωτερικό των σπόρων και η προσβολή εξελίσσεται χωρίς να φαίνεται.
Τα δευτερεύοντα είδη είναι αυτά που αναπτύσσονται σε ήδη προσβεβλημένα προϊόντα (π.χ προσβεβλημένους σπόρους από πρωτεύοντα είδη) ή επεξεργασμένα προϊόντα (π.χ άλευρα, πίτυρα κ.ά.). Για τα είδη αυτά, οι προνύμφες αναπτύσσονται στο εξωτερικό των προϊόντων. Τα είδη αυτά αναπτύσσουν ταχύτατα μεγάλους πληθυσμούς , ενώ μερικά έχουν ιδιαίτερα μεγάλο κύκλο τροφικών προτιμήσεων.
Στην συνέχεια, σημαντικό ρόλο παίζει μια άλλη κατηγορία εντόμων, τα οποία ονομάζονται γενικώς «μυκητοφάγα». Εδώ ανήκουν πολλά είδη, με σημαντικότερα τα είδη των οικογενειών Cryptophagidae και Mycetophagidae. Η παρουσία αυτών των ειδών σχετίζεται άμεσα με την αποσύνθεση και την υποβάθμιση του προϊόντος και η εύρεση τους σε χώρους που φιλοξενούν τρόφιμα προδίδει πλημμελείς συνθήκες υγιεινής. Γενικά, τα είδη αυτά δεν αναπτύσσονται σε αυτό καθ’ αυτό το προϊόν, αλλά σε σπόρια και υφές μυκήτων που αναπτύσσονται πάνω σε αυτό.
Το τελευταίο στάδιο της οικολογικής διαδοχής αποτελούν οι «αποσυνθέτες», οι οποίοι προκαλούν την περαιτέρω ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση του προϊόντος. Εδώ, ανήκουν τα είδη της οικογένειας Dermestidae αλλά και τα μυκητοφάγα. Επιπροσθέτως, μια κατηγορία εντόμων είναι τα αρπακτικά και τα παρασιτοειδή, τα οποία ανήκουν στα Hemiptera και τα Hymenoptera. Αυτά θα πρέπει να θεωρηθούν ως «ωφέλιμα» διότι τρέφονται με άλλα είδη που υπάρχουν στο προϊόν. Συνεπώς, η βιολογική καταπολέμηση εντόμων των αποθηκευμένων προϊόντων με αρπακτικά και παρασιτοειδή θα πρέπει να εξετάζεται με ιδιαίτερη προσοχή. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της προσθήκης σκευασμάτων παθογόνων εντόμων, όπως οι εντομοπαθογόνοι μύκητες.
Πρέπει, τέλος να τονιστεί ότι υπάρχει και μία τελευταία κατηγορία εντόμων, τα λεγόμενα «έντομα επισκέπτες», τα οποία βρίσκονται συχνά σε εσωτερικούς χώρους, αλλά δεν σχετίζονται με το προϊόν. Η παρουσία τους λοιπόν σε αποθήκες και συναφείς χώρους είναι τυχαία και η όποια απόφαση για λήψη μέτρων καταπολέμησης θα πρέπει να αποφασίζεται με βάση την σοβαρότητα της παρουσίας τους. Πρόκειται κυρίως για μεγαλόσωμα Coleoptera αλλά και για Orthoptera όπως τα Gryllidae.
Λόγω της σχέσης των εντόμων αυτών με τα τρόφιμα, αλλά και με τους χώρους που τα φιλοξενούν, είναι σαφές ότι η παρουσία τους σχετίζεται άμεσα με την Δημόσια Υγεία. Η παρουσία τους αυτή έχει άμεσες επιπτώσεις για τον άνθρωπο, αλλά και χρόνια αθροιστική δράση. Οι επιπτώσεις για τη Δημόσια Υγεία μπορούν να κατανεμηθούν σε 4 κατηγορίες:
- Μια κατηγορία ζωικών εχθρών είναι αυτοί που προκαλούν άσθμα, δερματίτιδες και ρινίτιδες στον άνθρωπο. Για παράδειγμα, οι προνύμφες των Dermestidae φέρουν τρίχες, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν έντονες δερματίτιδες, φλύκταινες και κνησμό. Ομοίως, οι κατσαρίδες, με τα ακάρεα της σκόνης, αποτελούν μία σημαντική αιτία άσθματος.
- Μια δεύτερη κατηγορία είναι τα είδη, τα οποία μπορούν να μεταφέρουν επικίνδυνους οργανισμούς στα προϊόντα, όπως οι μύκητες, οι οποίοι παράγουν αφλατοξίνες ή οι εντερόκοκκοι, αλλά και άλλα βακτήρια τα οποία είναι σημαντικότατα για την ανθρώπινη υγεία. Εδώ, πολλά είδη από τα Coleoptera (π.χ. Tenebrionidae) αλλά και ακάρεα ή Psocoptera, φαίνεται ότι μπορούν να μολύνουν το προϊόν με άλλους οργανισμούς, οι οποίοι θα προκαλέσουν, ανάλογα με την περίπτωση, βλάβες στο ήπαρ, διάρροιες κ.ά.
- Μια τρίτη κατηγορία είναι η λήψη εντόμων και άλλων ζωικών εχθρών με την τροφή. Παρόλο, που η λήψη εντόμων, δηλαδή των σωματικών τεμαχιδίων και των παραγωγών τους με την τροφή φαίνεται να είναι ένα συχνό φαινόμενο, εντούτοις δεν σχετίζεται πάντα με βλάβες για την ανθρώπινη υγεία. Εφόσον τα περισσότερα είδη που αναφέρθηκαν παραπάνω αναπτύσσονται μέσα στο προϊόν, τα ίδια τα έντομα, τα εκδύματα, τα αποχωρήματα, αλλά και τα εκκρίματα τους συχνά καταλήγουν στα τρόφιμα, μέσω της επεξεργασίας. Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι ο εμετός, η διάρροια και η δυσπεψία, αλλά και αλλεργίες, σπαστική κολίτιδα κ.ά.
- Τέλος, μια κατηγορία είναι τα είδη, τα οποία παράγουν τα ίδια τοξίνες. Για παράδειγμα, ορισμένα Tenebrionidae που βρίσκονται σε άλευρα, ζυμαρικά και πίτυρα παράγουν τις λεγόμενες κινόνες (βενζοκινόνες), οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν στον άνθρωπο δερματίτιδες, ερύθημα, μείωση όρασης κ.ά. Ακόμα, πιο σημαντικό όμως είναι το γεγονός ότι οι κινόνες φαίνεται να συνδέονται με καρκινογενέσεις και σήμερα ταξινομούνται στις τοξικές ουσίες «ευρέως φάσματος». Να σημειωθεί, ότι οι κινόνες αντιδρούν άμεσα με ορισμένες ουσίες στα τρόφιμα, όπως οι πρωτεϊνες, καθιστώντας δύσκολη ακόμα και την ανίχνευσή τους.
Οικογένεια Curculionidae
Εδώ, υπάγονται τα είδη του γένους Sitophilus. Τα είδη αυτά αναπτύσσονται κυρίως σε ακέραιους σπόρους δημητριακών όπως σιτάρι, αραβόσιτος, ρύζι και σπανιότερα σε σπόρους ψυχανθών. Μπορούν να βρεθούν σε συσκευασμένα προϊόντα όπως το αποφλοιωμένο ρύζι, τα ζυμαρικά κ.ά.
Τα ατελή στάδια αναπτύσσονται στο εσωτερικό των σπόρων, χωρίς να μπορούμε να διακρίνουμε την προσβολή εγκαίρως. Αντιθέτως, τα ακμαία έντομα είναι ορατά. Η ζημιά που μπορούν να προκαλέσουν οι προνύμφες ανέρχεται σε ποσοστό πάνω από 50%, όσο αφορά την μείωση εσωτερικά του βάρους των σπόρων που προσβάλλουν.
Οικογένεια Bostrychidae
Eδώ υπάγεται μια οικογένεια με ξυλοφάγα είδη. Παρόλο αυτά, ένα είδος το Ryzopertha dominica αποτελεί έναν από τους σημαντικότερούς εχθρούς των αποθηκευμένων δημητριακών παγκοσμίως. Ευννοείται από υψηλές θερμοκρασίες, ενώ μπορεί να προσβάλλει σπόρους, οι οποίοι έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε υγρασία (ακόμα και 8%). Το θηλυκό άτομο ωοτοκεί στο εξωτερικό μέρος των σπόρων και η προνύμφη εισέρχεται σε αυτόν προκαλώντας σοβαρότατες ζημιές. Εκτός, από την προσβολή σε αποθηκευμένα προϊόντα, το είδος αυτό έχει την ικανότητα να διατρυπά με ευκολία διάφορες συσκευασίες, όπως το πολυαιθυλένιο και το πολυπροπυλένιο.
Οικογένεια Laemophloeidae και Silvanidae
Εδώ, ανήκουν τα είδη των γενών Cryptolestes και Oryzaephhilus, αντίστοιχα. Βρίσκονται σε αμυλούχα προϊόντα, αλλά και σε αποξηραμένα φρούτα. Πρόκειται για δευτερεύοντα είδη, δηλαδή βρίσκονται στο εξωτερικό μέρος των προϊόντων. Αν και πολλά είδη είναι ικανά να τρέφονται με τα «μαλακά» μέρη του σπόρου, δηλαδή το έμβρυο, με μεγάλη ευκολία. Επίσης, προτιμούν προϊόντα και χώρους με υψηλή περιεκτικότητα σε υγρασία.
Οικογενεια Tenebrionidae
Εδώ ανήκουν ένα μεγάλος αριθμός ειδών, με κυριότερα τα είδη του γένους Tribolium. Τα είδη αυτά βρίσκονται κυρίως σε αμυλούχα προϊόντα, όπως το αλεύρι και τα πίτυρα, αλλά και σε σπόρους δημητριακών. Αναπτύσσουν ταχύτατα σημαντικούς πληθυσμούς, ενώ είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά σε πολλές κατηγορίες εντομοκτόνων με διάφορους τρόπους δράσης.
Οικογένεια Bruchidae
Oι λεγόμενοι «βρούχοι» είναι έντομα που βρίσκονται αποκλειστικά σε αποθηκευμένα ψυχανθή. Μάλιστα, κάθε είδος ψυχανθούς προσβάλλεται κι από διαφορετικό βρούχο. Για παράδειγμα το A. obtectus βρίσκεται μόνο στα φασόλια και τη σόγια, το Bruchus lentis στη φακή, το Bruchus pisorum στα μπιζέλια. Ως πρωτεύοντα έντομα, προσβάλλουν τους σπόρους από το εσωτερικό τους μέρος. Σε πολλά από τα Bruchidae, η προσβολή ξεκινά από τον αγρό, λίγο πριν την συγκομιδή και για αυτό το λόγο συστήνεται επέμβαση με εντομοκτόνα σε προ-συγκομιστικό στάδιο.
Οικογένεια Dermestidae
Εδώ, ανήκουν τα είδη, τα οποία τρέφονται με ύλες ζωικής προέλευσης, όπως τα είδη των γενών Anthrenus και Dermestes. Η παρουσία τους σε αποθήκες, συνδέεται και με ταυτόχρονη παρουσία άλλων ειδών. Προσβάλλουν δέρματα, τάπητες, μάλλινα, αλλά και πίνακες ζωγραφικής, εντομολογικές συλλογές κ.ά. H προσβολή γίνεται αποκλειστικά από τις προνύμφες. Στην οικογένεια αυτή ανήκουν όμως και είδη τα οποία είναι φυτοφάγα, τρέφονται δηλαδή με αποθηκευμένες ύλες φυτικής προέλευσης, όπως είδη των γενών Trogoderma και Attagenus.
Eνδεικτικά αναφέρουμε παρακάτω τα σημαντικότερα έντομα αποθηκών:
1.Lasioderma serricorne
Το έντομο αυτό είναι γνωστό ως «Σκαθάρι του καπνού», γιατί προσβάλλει τον αποθηκευμένο καπνό και τα τσιγάρα. Μπορεί όμως να το συναντήσουμε και σε άλλα αποθηκευμένα προϊόντα όπως αποξηραμένα φρούτα, γλυκά όπως τα μπισκότα, σε γουναρικά και υφάσματα.
Μορφολογικά, το ακμαίο έντομο έχει μήκος σώματος 3 mm, ενώ τα έλυτρα του είναι λεία με χρώμα κοκκινοκάστανο. Σε αντίθεση, οι προνύμφες, που θα προκύψουν από την εκκόλαψη των αυγών έχουν χρώμα λευκό, το σώμα τους είναι κοντόχοντρο, κυρτό, με κεφαλή στο χρώμα του καστανού και διαθέτουν 3 ζευγάρια πόδια. Το σώμα τους, που φθάνει τα 5mm, καλύπτεται με λεπτές ωχρόλευκες τρίχες.
Όσο αφορά το βιολογικό κύκλο του εντόμου, το θηλυκό ακμαίο ωοτοκεί 45-120 αυγά, όπου ο κύριος όγκος τους εναποτίθεται τις πρώτες 10 μέρες, από την στιγμή που τα τέλεια άτομα θα εξέλθουν από το προσβεβλημένο προϊόν.
2.Oryzaephilus surinamensis
Πρόκειται για έντομο, το οποίο προσβάλλει αποθηκευμένο σιτάρι, κριθάρι, ρύζι, ενώ στα σπίτια δύναται να μολύνει και άλλες τροφές, όπως προϊόντα που περιέχουν σοκολάτα, κύβους ζωμών κ.ά. Είναι γνωστό επίσης με τη ονομασία «Ψείρα του σιταριού».
Όσο αφορά τον βιολογικό κύκλο του εντόμου, αυτός μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε 20 μέρες, αν υπάρχουν ευνοϊκές περιβαλλοντικές συνθήκες (θερμοκρασίες μεταξύ 20 και 37,5 βαθμών κελσίου και σχετική υγρασία 70-90%).
Το Oryzaephilus surinamensis, πριονωτού σκαθάρι δημητριακών, πρόκειται για έντομο με μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 2,4-3mm. Είναι λεπτό σε μέγεθος με σκούρο χρωματισμό. Μορφολογικά, αξίζει να σημειωθεί ότι φέρει «δόντια» κάτω από την πλευρά του προθώρακα. Το έντομο αυτό συγκαταλέγεται στα δευτερεύοντα παράσιτα. Τα σκαθάρια επιβιώνουν το χειμώνα, ενώ κρύβονται σε ρωγμές, για να μολύνουν νέα αποθέματα σιτηρών την επόμενη χρονιά.
Τα ακμαία έντομα δεν διαθέτουν την ικανότητα να πετάνε, ενώ τα αρσενικά είναι εφοδιασμένα με ένα δόντι στο μηριαίο οστό του πίσω ποδιού.
Το θηλυκό άτομο ωοτοκεί αυγά σε ποσοστό 6-10 ανά ημέρα. Συνολικά μπορεί να γεννήσει 300 αυγά. Οι προνύμφες εντοπίζονται στο εσωτερικό της μάζας του προσβεβλημένου τροφίμου. Ο βιολογικός του κύκλος ολοκληρώνεται μέσα σε 27 – 51 ημέρες στους 29-35 ° C.
3.Sitophilus oryzae
Έντομο, που απαντάται κυρίως σε αποθηκευτικούς χώρους σιταριού, κριθαριού, ρυζιού. Σε περίπτωση παρουσίας του σε οικία, θα προσβάλλει προϊόντα που περιέχουν σοκολάτα.
Το Sitophilus oryzae μορφολογικά μοιάζει με το Sitophilus granarius, αλλά διαφέρει στον χρωματισμό, που είναι πιο θαμπός και στο ότι τα στίγματα στον θώρακα είναι πιο βαθιά και παρουσιάζει τέσσερις κηλίδες ανοιχτότερου χρώματος στα έλυτρα. Το σώμα του έχει μήκος που κυμαίνεται από 2,5 – 3,5 mm. Είναι έντομο, το οποίο επηρεάζεται δυσμενώς από τις χαμηλές θερμοκρασίες του περιβάλλοντος.
O βιολογικός κύκλος του ακμαίου εντόμου υπολογίζεται στα 2 χρόνια. Το θηλυκό άτομο ωοτοκεί 2-6 αυγά την ημέρα και μέχρι 300 στο σύνολο της ζωής του. Στην συνέχεια, τα αυγά όπως και στο S.granarius εναποτίθενται στο εσωτερικό των σπόρων, από το οποίο θα τραφούν οι προνύμφες μετά την εκκόλαψη τους.
Το θηλυκό άτομο εφοδιασμένο με δυνατά σαγόνια, δημιουργεί μια τρύπα στο πυρήνα του κόκκου, στο εσωτερικό της οποίας θα εναποθέσει ένα μόνο αυγό και θα την σφραγίσει με εκκρίσεις. Η προνύμφη, που θα προκύψει από το αυγό, αναπτύσσεται μέσα στο σιτάρι, και σκάβοντας θα εξέλθει από τον κόκκο. Κατόπιν, θα κάνει πούπα εντός του πυρήνα του κόκκου και η νύμφη θα αναδυθεί σε 2-4 ημέρες. Το ακμαίο άτομο εξέρχεται από το εσωτερικό του προσβεβλημένου κόκκου ρυζιού.
4.Tribolium castaneum
Πρόκειται για έντομο, όπου τα ακμαία του και οι προνύμφες του προσβάλλουν αποθηκευμένους σπόρους αραχίδας, κεχριού, σόργου, αλεύρι σιταριού, κεχριού, σιμιγδάλι, σπασμένους σπόρους σιτηρών, πίτυρα, ξηρά λαχανικά, σουσάμι, σοκολάτα, ελαιούχους πλακούντες, κακάο, φρυγανιές, γλυκοπατάτα, μαύρο πιπέρι, φαρμακευτικά προϊόντα και πολλά άλλα είδη προϊόντων. Το μέγεθος της προσβολής είναι μεγαλύτερο όταν η σχετική υγρασία των προσβεβλημένων σπόρων είναι μεγαλύτερη. Είναι γνωστό επίσης ως «Σκούρο σκαθάρι των αλεύρων».
Μορφολογικά, τα ακμαία έντομα έχουν μήκος σώματος που κυμαίνεται από 3 – 4 mm και τα έλυτρα τους έχουν χρώμα κοκκινοκάστανο. Παρόμοιο είναι και το συγγενές είδος Τ. confusum. Διακρίνεται από το προηγούμενο στο ότι τα τρία τελευταία άρθρα των κεραιών του είναι περισσότερο πεπλατυσμένα. Επίσης, το πιλίδιο ξεπερνά πλευρικά το χείλος του οφθαλμού στο έντομο Τ. confusum, ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο στο T. castaneum. Επιπρόσθετα, το χρώμα των προνυμφών του εντόμου Tribolium confusum στα πρώτα στάδια είναι υπόλευκο, ενώ στα επόμενα στάδια το δερματιό τους, που είναι ισχυρά χιτινισμένο έχει χρώμα κιτρινοκάστανο .
Ο βιολογικός κύκλος των ακμαίων, τα οποία θα διαχειμάσουν μέσα στο αλεύρι ή σε αποθηκευμένους σπόρους έχει διάρκεια 2 έτη. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, τα θηλυκά άτομα μπορούν να ωοτοκήσουν 500-800 αυγά/έτος. Τα αυγά θα εκκολαφθούν όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος κυμαίνεται από 15° C έως 40° C, σε αντίθεση με την υγρασία που φαίνεται ότι δεν επιδρά σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης. Η προνύμφη αναπτύσσεται σε χρονικό διάστημα 1 έως 3 μήνες ή και περισσότερο, ανάλογα με την καταλληλότητα και ποσότητα της τροφής, την υγρασία και τη θερμοκρασία. Δύναται να επιτελεστούν 3-5 γενεές κατ’ έτος στους μη θερμαινόμενους χώρους. Αξιοσημείωτο είναι ότι θερμοκρασία μεταξύ 28-30°C και σχετική υγρασία μεταξύ 70-90% αποτελούν το optimum για την ανάπτυξη του εντόμου, είτε βρίσκεται στο στάδιο της προνύμφης, είτε σ’ αυτό του τέλειου εντόμου.
5. Trogoderma granarium
Γνωστό και ως τρωγόδερμα των σπόρων. Αποτελεί ένα από τα πιο επιζήμια έντομα αποθηκών στις θερμές περιοχές, ενώ στις ψυχρότερες περιοχές η δραστηριότητα του μειώνεται σε σημαντικό ποσοστό. Προτιμά να προσβάλλει ελαιούχους πλακούντες, σπόρους και τα προϊόντα τους. Εκτός των ζημιών που είναι ικανό να προκαλέσει στα αποθηκευμένα προϊόντα, μπορεί έμμεσα να προκληθούν σοβαρά αλλεργικά φαινόμενα από την τυχαία κατάποση ή την είσοδο στο αναπνευστικό σύστημα, των τριχών του σωματικού περιβλήματος των προνυμφών.
Μορφολογικά, τα ακμαία άτομα του εντόμου έχουν μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3mm, με κoκκινοκαφέ κηλίδες στα έλυτρα. Οι προνύμφες του εντόμου έχουν σώμα, το οποίο καλύπτεται από πολλές τρίχες και χρώμα κιτρινοκαφέ. Έντονη δραστηριότητα αναπτύσσει, όταν η περιβαλλοντική θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 21 και 40 βαθμούς κελσίου, σε αντίθεση με τη χαμηλή σχετική υγρασία, που δεν φαίνεται να τα επηρεάζει αρνητικά.
6.Tenebrioides mauritanicus
Έντομο γνωστό και ως «Σκαθάρι των σπόρων». Προσβολές προκαλεί το ακμαίο του άτομο και η προνύμφη του στους σπόρους. Μολύνσεις θα συναντήσουμε σε ρύζι, αποθηκευμένο καπνό, σοκολάτες, αποξηραμένα λαχανικά, ξηρούς καρπούς, ζυμαρικά κ.ά. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι προνύμφες του εντόμου αυτού, τους αρέσει να σκάβουν στοές σε ξύλινα δοκάρια ή βαρέλια που υπάρχουν σε μύλους και μέσα σε αυτές να νυμφώνονται.
Τα ακμαία έντομα του Tenebrioides mauritanicus, όπως και οι προνύμφες του παρουσιάζουν μεγάλη ανθεκτικότητα στο κρύο. Είναι ικανά να επιβιώσουν για αρκετές εβδομάδες σε θερμοκρασίες 9 βαθμούς κελσίου.
Τα είδη Tenebrioides mauritanicus Tenebrio molitor L. και Tenebrio obscurus F. , Col.-Tenebrionidae ομοιάζουν βιολογικά και ζουν
κυρίως σε σκοτεινά μέρη αλευρόμυλων ή αποθηκευτικών χώρων, οι οποίοι περιέχουν αμυλώδη προϊόντα όπως φρυγανιές, ζυμαρικά, αρτοσκευάσματα, και πίτυρα. Οι ζημιές που προκαλούν είναι εκτός από ποσοτικές και ποιοτικές, εξαιτίας των προχωρημάτων ή των προνυμφικών εκδυμάτων τα οποία αφήνουν στα διάφορα τρόφιμα. Το τέλειο άτομο του Τ. molitor έχει χρώμα σώματος καστανοκόκκινο, ενώ το Τ. obscurus έχει χρωματισμό μαύρο ματ και στην βάση του πρόνωτου ένα οριζόντιο «βύθισμα».
Τα θηλυκά άτομα ωοτοκούν κατά μέσο όρο 270 αυγά για το Τ. Molitor και 460 αυγά για το Τ. Obscurus. Ο χρόνος εκκόλαψης των αυγών εξαρτάται από τις συνθήκες του περιβάλλοντος που επικρατούν, από 5-15 μέρες. Τα αυγά τους εναποτίθονται μεμονωμένα ή σε ομάδες και σε ακανόνιστα διαστήματα και έχουν σχήμα ελλειπτικό και χρώμα λευκό. Μετά την εκκόλαψη των αυγών, οι νεαρές προνύμφες αρχίζουν να τρέφονται δημιουργώντας στοές μέσα στα προϊόντα και αποφεύγοντας γενικά την έκθεσή τους στο φως. Η διάρκεια του προνυμφικού σταδίου εξαρτάται από την θερμοκρασία και για το είδος Τ. molitor συμπληρώνεται μέσα σε 160 – 180 μέρες στους 28 βαθμούς κελσίου ή 300-350 κάτω από συνήθεις συνθήκες, ενώ οι προνύμφες του Τ. obscurus, σε 90 μέρες ή 200 μέρες κάτω από συνήθεις συνθήκες. Οι προνύμφες παρουσιάζουν μεγάλη ανθεκτικότητα στην ξηρασία και στην έλλειψη τροφής, όπως επίσης και σε χαμηλές γενικά θερμοκρασίες περιβάλλοντος. Αντιθέτως, τα τέλεια έντομα απαιτούν υψηλά ποσοστά υγρασίας και επιδεικνύουν μικρότερη αντοχή στο ψύχος.
Σε γενικά πλαίσια, όλες οι κινητές μορφές του εντόμου προτιμούν σημεία που χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά υγρασίας, αλλά αποφεύγουν την παρουσία ελεύθερου νερού.
7.Stegobium paniceum
Είναι έντομο αποθηκών, που αρέσκεται να προσβάλλει σπόρους, προϊόντα σπορών, αποξηραμένα φρούτα, παλιά βιβλία, μπαχαρικά, καρυδόψιχα, και κυρίως αρτοσκευάσματα. Η θερμοκρασία και η υγρασία του περιβάλλοντος επηρεάζουν σημαντικά τη ανάπτυξη του και οι ιδανικές τιμές τους για το συγκεκριμένο έντομο είναι θερμοκρασία μεταξύ 15-34 βαθμούς κελσίου και χαμηλή σχετική υγρασία 35%.
Μορφολογικά, ομοιάζει με το Lasioderma serricorne, αλλά είναι ελαφρά πιο φαρδύ, με έλυτρα ραβδωτά, ενώ το κεφάλι του δεν σχηματίζει ορθή γωνιά με το υπόλοιπο σώμα του. Το δε σώμα καλύπτεται με τρίχες και φθάνει το μήκος των 2,5 mm.
8. Sitophilus granarious
Eίναι έντομο γνωστό και ως «καλάντρα του σιταριού – σιταρόψειρα». Το ακμαίο του και η προνύμφη του προτιμούν να προσβάλλουν σπόρους των σιτηρών σε αποθηκευτικούς χώρους (σιτάρι, σίκαλη, κριθάρι, καλαμπόκι και σπανιότερα βρώμη), αλλά και συμπαγή αμυλούχα προϊόντα όπως ζυμαρικά, φρυγανιές ή και ξερό ψωμί. Δύναται να τραφεί με αλεύρι και πίτυρα, αλλά δεν μπορεί να αναπαραχθεί σε αυτά. Επίσης, μπορεί να τραφεί και με μπιζέλια, φασόλια, λούπινα, αραχίδα και αμύγδαλα, αλλά δεν θα καταφέρει να επιβιώσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχει παρατηρηθεί προσβολή ποτέ σε σπόρους κακάο, καφέ και σε αποφλοιωμένο ρύζι. Αποτελεί από τα πιο επικίνδυνα έντομα που προσβάλλουν σιτηρά σε αποθηκευτικούς χώρους στην χώρα μας και η αντιμετώπιση του οφείλει να ξεκινάει αμέσως μετά τη συγκομιδή του παραγόμενου προϊόντος, όταν αυτό μεταφέρεται στις αποθήκες του παραγωγού ή των συνεταιρισμών.
Τα θηλυκά άτομα του εντόμου αυτού ζευγαρώνουν αμέσως μετά την έξοδό τους από τους προσβεβλημένους σπόρους. Τα προνυμφικά στάδια αναπτύσσονται μέσα στους σπόρους. Με την πάροδο 2 εβδομάδων, τα θηλυκά ωοτοκούν 150-200 αυγά με ημερήσιο ρυθμό που εξαρτάται από:
• τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος και
• τη σκληρότητα των σπόρων, εφόσον το θηλυκό διαθέτει στοματικά μόρια, με τα οποία ανοίγει μία τρύπα στους σπόρους, ώστε να εναποθέσει από ένα αυγό. Σε τιμή θερμοκρασίας μεταξύ 16° – 18° βαθμών κελσίου, το θηλυκό άτομο θα εναποθέσει 1 αυγό ανά 2 μέρες.
Ο βιολογικός κύκλος μπορεί να ολοκληρωθεί σε 38 – 40 μέρες, όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος κυμαίνεται από 22 – 25 βαθμούς κελσίου. Σε συνθήκες αποθήκευσης, ακόμα και κατά την διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, ο βιολογικός κύκλος μπορεί να διαρκέσει 6-7 εβδομάδες. Η ανάπτυξη του εντόμου παύει, ακόμα και όταν βρίσκεται στο στάδιο της εκκόλαψης, όταν η περιβαλλοντική θερμοκρασία βρίσκεται κάτω από τους 12 βαθμούς κελσίου. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η περίοδος εκκόλαψης διαρκεί 6 μέρες στους 28 βαθμούς κελσίου, 10 μέρες στους 20 βαθμούς κελσίου και 15 στους 16 βαθμούς κελσίου. Η διάρκεια ζωής του τέλειου εντόμου του είδους Sitophilus granaries είναι 1 χρόνος, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει τα 2 ½ χρόνια.
9. Tribolium confusum
Έντομο γνωστό και ως «ψείρα των αλεύρων». Πρόκειται για έντομο, του οποίου τα ακμαία άτομα και οι προνύμφες προσβάλλουν αποθηκευμένους σπόρους αραχίδας, κεχριού, σόργου, αλεύρι σιταριού, κεχριού, σιμιγδάλι, σπασμένους σπόρους σιτηρών, πίτυρα, ξηρά λαχανικά, σουσάμι, σοκολάτα, ελαιούχους πλακούντες, κακάο, φρυγανιές, γλυκοπατάτα, μαύρο πιπέρι, φαρμακευτικά προϊόντα κ.ά. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ζημιές είναι σημαντικότερες όσο η σχετική υγρασία των σπόρων είναι υψηλότερη. Τα ενήλικα άτομα μπορούν να επιβιώσουν κατά την διάρκεια του χειμώνα μέσα στο αλεύρι ή τους αποθηκευμένους σπόρους.
Μορφολογικά, τα ακμαία άτομα Tribolium confusum έχουν μήκος σώματος που κυμαίνεται από 3-4 mm και τα έλυτρα τους έχουν χρώμα κοκκινοκάστανο. Παρόμοιο είναι και το συγγενές είδος Τ. castaneum Herbst. (= testaoeum F.: ferrugineum Herbst.) το οποίο όμως διαφέρει από το προηγούμενο στο ότι τα τρία τελευταία άρθρα των κεραιών του είναι περισσότερο πεπλατυσμένα. Επίσης, το πιλίδιο υπερβαίνει πλευρικά το χείλος του οφθαλμού στο Τ. confusum, ενώ ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει στο Τ. castaneum.
Οι προνύμφες του εντόμου T. confusum στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης τους έχουν χρώμα υπόλευκο, ενώ στα επόμενα, το δερμάτιο τους, που είναι σχετικά ισχυρά χιτινισμένο έχει χρώμα κιτρινοκαστανό.
Τα τέλεια έντομα του είδους αυτού είναι ικανά να επιβιώσουν για 2 χρόνια και να ωοτοκήσουν 500-800 αυγά το χρόνο. Η εκκόλαψη των αυγών θα πραγματοποιηθεί όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος κυμαίνεται από 15-40 βαθμούς κελσίου, ενώ η υγρασία δεν φαίνεται να παίζει σπουδαίο ρόλο, κατά την διάρκεια της εκκόλαψης. Το στάδιο της προνύμφης για να ολοκληρωθεί απαιτεί 1-3 μήνες ή πολλές φορές και μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ανάλογα με την καταλληλότητα και ποσότητα της τροφής, την υγρασία και τη θερμοκρασία. Στους χώρους που δεν θερμαίνονται δύναται να έχουμε 3-5 γενεές το χρόνο.
Σε ευνοϊκά για το έντομο περιβάλλοντα ανάπτυξης όπως οι αλευρόμυλοι, έχει παρατηρηθεί ότι μπορεί να βρεθούν και τα 2 είδη Tribolium, αλλά μόνο σε χαμηλή πυκνότητα πλυθησμού. Όταν ο αριθμός τους ξεπεράσει ορισμένα όρια, τότε το ένα εκτοπίζει το άλλο με τελικό αποτέλεσμα να συναντούμε τελικά μόνο το ένα είδος.
10. Acanthosceldes obtectus
Έντομο γνωστό και ως «Βρούχος των φασολιών», γιατί προσβάλλει κυρίως τα φασόλια τόσο στον αγρό όσο και στους χώρους αποθήκευσης τους.
Μορφολογικά, το ακμαίο άτομο του είδους αυτού έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3mm, αλλά σε περιπτώσεις που ο πληθυσμός των εντόμων είναι πολύ μεγάλος, έχει παρατηρηθεί έντομα με μήκος σώματος που μπορεί να φθάσει μέχρι και 1,5 mm.
Τα θηλυκά άτομα είναι λίγο μεγαλύτερα σε σχέση με τα αρσενικά. Ο χρωματισμός των ελύτρων είναι γκρίζος με διάφορες σκοτεινόχρωμες κηλίδες. Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου σε κατώτερες ευνοϊκές συνθήκες έχει διάρκεια περίπου 1 μήνα.
με τα άλλα είδη Βρούχων.
11. Sitotroga cerealella
Έντομο γνωστό ως «Σιτότρωγα». Αποτελεί ένα από τα πιο επιζήμια έντομο, όσο αφορά την κατηγορία έντομα αποθηκών στις θερμές χώρες, ενώ στις ψυχρότερες η δραστηριότητα του περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό. Εκτός των ζημιών που μπορεί να κάνει σε αποθηκευμένο προϊόν, δύναται να προκαλέσει και σοβαρά αλλεργικά φαινόμενα, λόγω της τυχαίας κατάποσης ή την είσοδο στο αναπνευστικό σύστημα, των τριχών του σωματικού περιβλήματος των προνυμφών.
Είναι έντομο που του αρέσει να προβάλλει κυρίως ελαιούχους πλακούντες, τους σπόρους και τα προϊόντα τους. Δραστηριοποιείται κυρίως όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος κυμαίνεται από 21 – 40 βαθμούς κελσίου, ενώ η υγρασία που επικρατεί στον χώρο της ανάπτυξης του δεν φαίνεται να ασκεί αρνητική επίδραση.
Μορφολογικά, τα ακμαία έντομα έχουν μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3 mm και τα έλυτρα τους έχουν χρώμα σκούρο με κηλίδες κόκκινοκαφέ. Αντιθέτως, οι προνύμφες φέρουν στο σώμα τους τρίχες και έχουν χρώμα κιτρινοκαφέ.
12. Ephestia elutella
Έντομο γνωστό και ως «Σκουλήκι του καπνού ή του κακάο». Αποτελεί έντομο αποθηκών και τροφίμων. Δύναται να προσβάλλει εκτός από τον καπνό (πλούσιο σε σάκχαρα και πτωχά σε νικοτίνη), κακάο, είδη που περιέχουν σοκολάτα, αλεύρι, ζυμαρικά, σπόρους σιτηρών, αποξηραμένα λαχανικά, πλακούντες και πολλά ακόμα είδη προϊόντων.
13. Ephestia cautella
Έντομο γνωστό και ως «Σκουλήκι του σύκου, σταφίδας». Αποτελεί είδος που προσβάλλει τρόφιμα σε χώρους αποθήκευσης.
Προκαλεί σημαντικές ζημιές σε σύκα που είναι μισοξεραμένα, αλλά και σε πλήρως ξερά σύκα. Μπορεί να προσβάλλει όμως και άλλα ξηρά φρούτα και καρπούς όπως σταφίδες, δαμάσκηνα, βερίκοκα, χουρμάδες, φιστίκια, και αμύγδαλα. Έχει παρατηρηθεί ότι οι προσβολές σε αλεύρι, πίτυρα, μπισκότα, σοκολάτα και ζωοτροφές είναι περιορισμένες σημαντικά.
14. Ephestia Kuehniella
Έντομο γνωστό ως «Εφέστια των αλεύρων ή Μεσογειακό σκουλήκι των αλεύρων». Αποτελεί είδος που προσβάλλει αποθηκευμένα προϊόντα. Θα το συναντήσουμε σε χώρες της Εύκρατης ζώνης. Προσβάλλει κυρίως αλευρόμυλους ή αποθηκευτικούς χώρους που περιέχουν άλευρα, ενώ είναι ικανό να προκαλέσει ζημιές, μικρότερου μεγέθους, σε αποθηκευμένους σπόρους. Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου εξαρτάται από την προέλευση του προσβεβλημένου αλεύρου. Μορφολογικά, το ακμαίο έντομο φέρει μπροστινά φτερά, που έχουν άνοιγμα γύρω στα 22 mm και χρωματισμό γκρίζο σατινέ με 3 μαύρες εγκάρσιες κυματοειδείς γραμμές, ενώ τα πίσω φτερά έχουν χρώμα υπόλευκο ή ανοιχτότεφρα και είναι ελαφρώς κροσσωτά. Επίσης, η κεφαλή του είναι μικρή, σφαιρικού σχήματος, με μέτωπο απαλλαγμένο από λέπια και εφοδιασμένη με χειλικές προσακτρίδες που είναι μακριές και με κατεύθυνση προς τα εμπρός, προεξέχουσες με μορφή κερατοειδή. Τα θηλυκά άτομα του είδους ωοτοκούν αυγά, που έχουν χρώμα υπόλευκο, σχήμα ελλειψοειδές και επιφάνεια κοκκώδη. Τέλος, η προνύμφη, όταν έχει αναπτυχθεί πλήρως έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 22 mm και χρώμα υπόλευκο ή ελαφρώς κοκκινωπό.
Τα θηλυκά άτομα εκδηλώνουν μεγάλη δραστηριότητα κυρίως τις βραδινές ώρες, όπου ωοτοκούν τα αυγά τους (200-300 αυγά συνολικά) σε ομάδες των 10-30 αυγών στην επιφάνεια των αλεύρων που έχουν προσβάλλει ή και κάτω από αυτήν. Στην συνέχεια, οι νεαρές προνύμφες που θα προκύψουν από την εκκόλαψη των αυγών, θα αρχίσουν να τρέφονται και κατόπιν με την πάροδο του χρόνου θα ξεκινήσουν την ύφανση καταφυγίου με μετάξινα νήματα που εκκρίνουν. Το σύνολο των εκδυμάτων, βομβυκίων, μετάξινων νημάτων και αποχωρημάτων του εντόμου, υποβαθμίζουν την ποιότητα των αλεύρων ενώ παράλληλα με την σταδιακή αποσύνθεσή τους προσδίδουν μια δυσάρεστη οσμή στο προϊόν.
15. Plodia interpunctella
Είναι έντομο αποθηκών και προκαλεί ζημιές σε σπόρους, ξερά λαχανικά, κακάο, γλυκίσματα, προϊόντα αμύλου, αποξηραμένα φρούτα και σοκολάτες. Πολλές φορές έχουν εντοπιστεί πάνω στα προϊόντα που έχει προσβάλλει, μετάξινοι ιστοί, που δημιουργεί η προνύμφη του εντόμου από τις εκκρίσεις της και οι οποίοι είναι γεμάτοι με τα αποχωρήματα ή και τα εκδύματα του εντόμου.
Μορφολογικά το ακμαίο έντομο έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 10mm και άνοιγμα φτερών 15-20 mm. Τα μπροστινά κατά το ήμισυ μέρη των φτερών έχουν χρώμα καστανοκόκκινο με δύο εγκάρσιες μαύρες γραμμώσεις ενώ το υπόλοιπο ήμισυ είναι αργυρόλευκο. Τα πίσω φτερά είναι αργυρόλευκα και ελαφρώς κροσσωτά. Η κεφαλή και ο θώρακας του έχουν χρώμα καστανοκόκκιννο.
Τα θηλυκά άτομα ωοτοκούν αυγά, κατά μέσο όρο 150/θηλυκό. Δραστηριοποιούνται κυρίως κατά τις βραδινές ώρες, ενώ κατά τη διάρκεια της ημέρας τα θηλυκά θα παραμείνουν σε κατάσταση ηρεμίας, σε σημεία που είναι λιγότερα εκτεθειμένα σε φως. Τα αυγά έχουν σχήμα ελλειψοειδές, υπόλευκο χρώμα και ελαφρώς ανώμαλη επιφάνεια. Οι προνύμφες που θα προκύψουν από την εκκόλαψη των αυγών, στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης τους έχουν χρώμα υπόλευκο, ενώ αργότερα γίνεται υπορόδινο. Χαρακτηριστικό είναι ότι το χρώμα της προνύμφης εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το είδος της τροφής που καταναλώνει. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι όταν τρέφεται με σπόρους αραχίδας έχει χρώμα υπορόδινο, ενώ όταν θα τραφεί με ξηρές σταφίδες το χρώμα της γίνεται πιο ρόδινο. Πάντως, η κεφαλή της και η θωρακική της πλάκα έχουν χρώμα καστανό.
Στη συνέχεια, οι προνύμφες νυμφώνονται σε υπόλευκα βομβύκια τα οποία ενώνουν με μετάξινα νήματα. Αξιοσημείωτο είναι ότι όταν η προσβολή γίνεται σε σπόρους σιταριού, οι προνύμφες θα τραφούν μόνο με το έμβρυο, χωρίς να μολύνουν το υπόλοιπο τμήμα του σπόρου.
Σε γενικά πλαίσια, ο βιολογικός κύκλος διαρκεί από 27-305 μέρες, με συνήθεις τιμές τις 40-80 ήμερες. Επηρεάζεται άμεσα από την θερμοκρασία που επικρατεί στο περιβάλλον και από το είδος της τροφής που οι προνύμφες θα καταναλώσουν. Έχει παρατηρηθεί ότι αποξηραμένα φρούτα όπως σύκα, σταφίδες και δαμάσκηνα ευνοούν τη γρήγορη εξέλιξη των προνυμφών
16. Acarus siro
Έντομο γνωστό ως «Ακάρι των αλεύρων». Ανήκει στην Οικογένεια Acaridae. Προσβάλλει συνήθως τα φύτρα των σπόρων, τα άλευρα, πίτυρα, τυρί και πολλά άλλα είδη. Έχει παρατηρηθεί, ότι σε γενικά πλαίσια προτιμά να προσβάλλει ήδη προσβεβλημένα προϊόντα με ποσοστό υγρασίας πάνω από 13%. Είναι ικανό να προκαλέσει φυλλόπτωση, ανθόρροια, εξασθένηση των φυτών, παραμορφώσεις ακόμα και ξηράνσεις. Δραστηριοποιείται ακόμα και όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι σε χαμηλές θερμοκρασίες.
Μορφολογικά, το ακμαίο είναι μικρό σε μέγεθος, με μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 0,5 mm και έχει χρωματισμό λευκό ή ανοιχτό γκρι. Το σώμα του καλύπτεται με τρίχες, είναι μαλακό και σε ορισμένα έντομα είναι χωρισμένο σε πρόσωμα και οπισθόσωμα, ενώ σε άλλα είναι ενιαίο.
• Acarus siro L, (Tyroglyphus farinae (L.)
Έντομο, όπου χρωματίζονται το γναθόσωμά του και τα πόδια του ανάλογα με την τροφή που καταναλώνει. Συγκαταλέγετααι στα πιο κοινά είδη ακάρεων που συναντάμε σε αποθηκευμένα προϊόντα και ιδιαίτερα στα άλευρα δημητριακών. Μολύνσεις, έχουν εντοπιστεί σε τυριά, εγκαταλελειμμένες κυψέλες, αλλά και σε αγωγούς σκουπιδιών σε οικοδομές. Όταν η προσβολή γίνει σε άλευρο, το άκαρι θα εντοπιστεί μερικά εκατοστά κάτω από την επιφάνεια.
17. Aleuroglyphus ovatus (Tyroglyphus ovatus)
Άκαρι που ανήκει στην οικογένεια Acaridae. Προσβάλλει πίτυρα, σιτάρι, τροφές πουλερικών, παστά ψάρια και άλευρα. Έχει εντοπιστεί όμως η παρουσία του σε στοές ποντικιών και φωλιές τυφλοπόντικων.
Μορφολογικά, το σώμα του έχει χρώμα λευκό, ενώ τα πόδια του και τα χηλικέρατα του είναι σκούρο καφεκόκκινα.
Ο βιολογικός του κύκλος του συγκεκριμένου είδους, όταν έχει προηγουμένως τραφεί με έμβρυα σιταριού, έχει διάρκεια 2-3 εβδομάδες όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος έχει τιμή 23 βαθμούς κελσίου και σχετική υγρασία 87% ή 16 ημέρες στην θερμοκρασία 25 βαθμούς κελσίου και σχετική υγρασία 75%. Τα θηλυκά άτομα ωοτοκούν συνολικά 35-80 αυγά σε διάστημα 1-3 ημέρες μετά την πρώτη σύζευξη.
18. Tyrophagus putrescentiae
Ανήκει στην οικογένεια Acaridae. Απαντάται στις Εύκρατες περιοχές σε μεγάλους πληθυσμούς σε αποθηκευτικούς χώρους, που περιέχουν προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνες, όπως για παράδειγμα λαρδί, αυγά σε σκόνη, τυρί και καρυδόψιχα.
Μορφολογικά, το μήκος του σώματός του κυμαίνεται από 280 με 350 μm. Ο χρωματισμός του σώματος του εξαρτάται από το είδος της τροφής που καταναλώνει. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι είναι σχεδόν άχροο, όταν έχει προσβάλλει αλεύρι, ενώ το χρώμα του γίνεται πιο σκούρο όταν η προσβολή έχει γίνει σε τυρί.
Η θερμοκρασία είναι παράγοντας που επηρεάζει σημαντικά την επιβίωση του. Σε γενικά πλαίσια, το εύρος των θερμοκρασιών που μπορεί να επιβιώσει είναι 7-10 βαθμούς κελσίου (χαμηλότερες τιμές) και 35-37 βαθμούς κελσίου (υψηλότερες τιμές). Ένας ακόμα καθοριστικός παράγοντας για το συγκεκριμένο είδος, όπως και σε γενικές γραμμές για τα περισσότερα είδη ακάρεων, που προσβάλλουν αποθηκευμένα προϊόντα, είναι και τα υψηλά επίπεδα σχετικής (σχεδόν 100%) υγρασίας.
Τέλος, το ακάρι Tyrophagus putrescentiae είναι ικανό να μεταφέρει είτε στο πεπτικό του σύστημα είτε εξωτερικά στο σώμα του, ζωντανά σπόρια μυκήτων και να τα μεταδίδει σε υγιή τρόφιμα. Αν για το συγκεκριμένο είδος άκαρι, η επιβιωσή του δεν εξαρτάται από την παρουσία μυκήτων.
19. Tarsonemus granarius
Άκαρι που εντοπίζεται κατά αποκλειστικότητα σε περιοχές με σιτηρά, παρόλο το γεγονός ότι οι μύκητες (καρποφορίες μυκήτων του γένους Aspergillus, Penicillium, Chcetomium και Hormodendrum), με τους οποίους τρέφεται μπορεί να εμφανιστούν και σε άλλες περιοχές Δείχνει προτίμηση στο χύμα σιτάρι, παρά στην σίκαλη, ενώ δεν έχει παρατηρηθεί να προσβάλλει το κριθάρι. Το μήκος σώματος κυμαίνεται από 116 pm (38) – 160 μm), ενώ το χρώμα του είναι κίτρινο.
Αξιοσημείωτο είναι ότι προτιμά να τραφεί με παλιούς μουχλιασμένους σπόρους σιταριού, που βρίσκονται στο πάτωμα των αποθηκών μαζί με άλλα παλιά φυτικά υπολείμματα σε κατάσταση αποσύνθεσης.
20. Pyemotes herfsi
Κάποια είδη από τα Pyemotes είναι εκτοπαράσιτα άλλων εντόμων. Τα θηλυκά ακμαία θα προσκολληθούν στο σώμα του ξενιστή και στο σημείο της προσκόλλησης θα βυθίσουν τα χηλικέρατα που διαθέτουν και θα τραφούν. Το αρσενικό παραμένει κολλημένο στο σώμα του θηλυκού, έως ότου το θηλυκό ξεκινήσει να ωοτοκεί. Κατά την διάρκεια της ωοτοκίας, το αρσενικό θα βοηθήσει στον τοκετό. Όταν ολοκληρωθεί ο τοκετός, συζευγνύεται ξανά με το θηλυκό. Εάν δεν επέλθει σύζευξη, το θηλυκό θα γεννήσει παρθενογενετικά, μόνο αρσενικά.
To συγκεκριμένο είδος είναι ικανό να προκαλέσει δερματίτιδες σ’ όσους έρχονται σε επαφή με σπόρους προσβεβλημένους από αυτό όπως για παράδειγμα φορτοεκφορτωτές, εργάτες σε αποθήκες κ.ά.
21. Liposcelis bostrychophyla
Πρόκειται για έντομο που ανήκει στην οικογένεια Psocoptera. Προσβάλει μυκήλια μυκήτων, προϊόντα μεταβολισμού των άλλων εντόμων, αλλά μπορεί να εντοπιστεί και στα σιτηρά, όταν η θερμοκρασία και η υγρασία του προσβεβλημένου προϊόντος είναι σε υψηλά επίπεδα. Επίσης, εκτός από τα σιτηρά, το βρίσκουμε στα άλευρα, χαρτί και γενικά όπου υπάρχουν σκόνη, υγρασία και υψηλές θερμοκρασίες.
Μορφολογικά, το μήκος του σώματος του δεν ξεπερνά το 0,5 – 1 mm, με χρώμα καστανό.
Συγχέεται πολλές φορές με το Acarus siro, λόγω του μικρού μεγέθους του σώματός του, αν και το Liposcelis bostrychophyla κινείται πολύ γρήγορα σε σχέση με το Acarus siro. Eπίσης, το Liposcelis bostrychophyla έχει 3 ζεύγη ποδιών.
22. Βρούχοι των οσπρίων (σε χώρους αποθηκευσης)
Αποτελούν έντομα αποθηκών και εντοπίζονται παντού σ όλες τις χώρες. Στον Ελλαδικό χώρο, τα περισσότερα έντομα που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία ανήκουν στο γένος Bruchus. Εκτός των οσπρίων, προσβολές είναι δυνατόν να εντοπιστούν σε σπόρους αρκετών ειδών δένδρων και θάμνων άλλων Leguminosae (Ψυχανθών). Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν επαναπροσβάλλουν τους ήδη προσβεβλημένους σπόρους.
Μορφολογικά πρόκειται για έντομα, που το μήκος του σώματος τους δεν ξεπερνά τα 3-4 mm και έχουν σχήμα ωοειδές. Το σώμα τους δε, δηλαδή ο θώρακας και τα έλυτρα καλύπτονται με λεπιοειδείς τρίχες που σχηματίζουν κηλίδες ανοιχτού καστανού έως μαύρου χρώματος. Οι κεραίες τους είναι λεπτές, με μήκος που αντιστοιχεί στο μισό μήκος του σώματος του εντόμου και οι οπίσθιοι μηροί των ποδιών, είναι φαρδείς και φέρουν άκανθες. Σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στα δύο φύλα αποτελεί ότι στο αρσενικό άτομο, το οπίσθιο άκρο του σώματος του είναι στραμμένο προς τα εμπρός, ενώ στο θηλυκό άτομο είναι ίσιο.
Ο βιολογικός κύκλος του συγκεκριμένου εντόμου επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από την θερμοκρασία και την υγρασία του περιβάλλοντος. Δύναται να ολοκληρωθεί σε 22-60 μέρες. Τα θηλυκά ακμαία είναι ικανά να ωοτοκούν 3-4 αυγά ανά μέρα. Κάθε θηλυκό έχει διάρκεια ζωής γύρω στις 53 εβδομάδες (με το πέρας της τρίτης εβδομάδας ενηλικιώνεται). Το μέγεθος των αυγών είναι δυσανάλογο και μπορεί να φθάσει το 1/3 του μεγέθους του σώματός του θηλυκού ατόμου.
Κάθε θηλυκό εναποθέτει τα αυγά του πάνω στους ωριμάζοντες λοβούς. Με την εκκόλαψη των αυγών, οι προνύμφες που θα προκύψουν σκάβουν μέσα στους σπόρους και μέσα στις στοές αυτές θα παραμείνουν μέχρι να αναπτυχτούν πλήρως. Τα τέλεια άτομα όταν θα εξέλθουν από τους προσβεβλημένους σπόρους θα αφήσουν μία τρύπα, όπου ονομάζεται οπή εξόδου.
Acanthoscelides obtectus (Bruchus)
Tο συγκεκριμένο έντομο είναι γνωστό ως «Βρούχος των φασολιών». Υπάγεται στην κατηγορία των εντόμων που προσβάλλουν αποθηκευμένα τρόφιμα. Έντομο ικανό να μολύνει όλα τα όσπρια, αλλά στην περίπτωση των αποθηκευμένων φασολιών, τα καταστρέφει, τρώγοντας το εσωτερικό του σπόρου. Αυτό συνεπάγεται, την υποβάθμιση του προϊόντος ποιοτικά, αφού είναι τρύπια στο εσωτερικό τους, βγάζουν αλεύρι μέσα στην συσκευασία και εκείνοι οι σπόροι που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για φύτευση, χάνουν τη βλαστική ικανότητά τους. Προσβολές μπορεί να έχουμε ακόμα και στην σόγια.
Μορφολογικά, το ακμαίο άτομο έχει μήκος σώματος που κυμαίνεται από 3 – 4 mm, το σχήμα του είναι ωοειδές και ο χρωματισμός του κυμαίνεται από καστανό έως μαύρο. Επίσης, το σώμα του καλύπτεται από λεπτό φαιό χνούδι. Η προνύμφη έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3 mm. Είναι σαρκώδης, κυρτή, λευκού χρώματος με κίτρινη κεφαλή.
Η προσβολή, για το συγκεκριμένο έντομο, ξεκινά πάνω στο φυτό στον αγρό και μεταφέρεται και στον αποθηκευτικό χώρο. Κατά την θερμή περίοδο, παρατηρείται μετανάστευση στον αγρό. Κατά την διάρκεια της αποθήκευσης, το ακμαίο άτομο θα παραμείνει στο εσωτερικό του σπόρου. Όταν ο συγκεκριμένος προσβεβλημένος σπόρος φυτευτεί στον αγρό και ποτιστεί, μαλακώνει το περίβλημά του, με αποτέλεσμα το έντομο να εξέρχεται και να κρύβεται σε διάφορα μέρη του φυτού. Με την άνοδο της θερμοκρασίας (πάνω από τους 15 βαθμούς κελσίου), ο βρούχος ζευγαρώνει και ωοτοκεί τα αυγά του στα πράσινα τρυφερά θυλάκια και οι προνύμφες, με την σειρά τους, εισέρχονται μέσα στους νεαρούς σπόρους. Κατά κανόνα, δύναται να υπάρξουν 3-5 γεννεές το έτος.
Bruchus pisorum
Γνωστός ως «Βρούχος των μπιζελιών» προτιμά να προσβάλλει τα σπασμένα ή προσβεβλημένα μπιζέλια παλαιάς σοδειάς. Μάλιστα, η προσβολή θα εμφανιστεί στον αγρό, αλλά έχει παρατηρηθεί ότι δεν υπάρχει επαναπροσβολή κατά την αποθήκευση του προϊόντος.
Μορφολογικά, το ακμαίο άτομο έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 4 – 5 mm, με σχήμα σφαιρικό και χρωματισμό από γκρι έως γκριζοκαστανό με την παρουσία μικρών λευκών κηλίδων στα έλυτρα. Αποτελεί δευτερεύων εχθρό σε σχέση με το Bruchus obtectus, αν και αφήνει μεγαλύτερες οπές εξόδου με διάμετρο 2.5 mm και εμφάνιση μεγάλου πληθυσμού είναι δυνατόν να προκαλέσει κορνιτοποίηση του προσβεβλημένου προϊόντος.
Bruchus rufimanus
Γνωστό και ως «Βρούχος των οσπρίων». Προτιμά να προσβάλλει μεγάλα όσπρια όπως για παράδειγμα κουκιά, λαθούρι, λούπινο, μπιζέλια, ρεβύθια, αλλά και είδη της φακής (Vicia). Χαρακτηριστικό της κάθε προσβολής είναι η παρουσία πολλών τέλειων σε ένα σπόρο.
Μορφολογικά, το ακμαίο έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3.5 – 5 mm, με γκριζωπό πυγίδιο και κοκκινωπό πρόνωτο. Επίσης, τα πρόσθια πόδια του έχουν χρώμα κίτρινο, ενώ τα μεσαία και τα οπίσθια έχουν χρώμα μαύρο. Οι οπίσθιες κνήμες φέρουν μεγάλη άκανθα. Παρόμοια εμφάνιση και συνήθειες με το είδος Bruchus pisorum.
Χαρακτηριστικό προσβολής από το συγκεκριμένο είδος βρούχου είναι ότι η οπή εισόδου της προνύμφης είναι ευδιάκριτη στον πράσινο ή στον ξηρό σπόρο, ως ένα μικρό μαύρο σημάδι.
Callosobruchus maculatus
Είδος που προσβάλλει συνήθως διάφορα είδη αποθηκευμένων Ψυχανθών. Συνήθως, προτιμά αμπελοφάσουλα ή μαυρομάτικα φασόλια (Vigna unguiculata). Έχει παρατηρηθεί ότι εξίσου εύκολα προσβάλλει και άλλα είδη φασολιών, όπως και τα μπιζέλια.
Μορφολογικά, το μήκος του σώματός του ξεπερνά εκείνων των άλλων ειδών Βρούχων. Επίσης, δεν διαθέτει «ρύγχος». Έχει χρώμα κοκκινοκάστανο, με έλυτρα μαύρα και γκρι, με δυο μαύρες κεντρικές κηλίδες.
Κάθε θηλυκό ακμαίο ωοτοκεί και εναποθέτει πάνω από 100 αυγά. Αξιοσημείωτο είναι ότι είναι δυνατόν να εμφανιστούν μέχρι και 10 προνύμφες σε κάθε προσβεβλημένο σπόρο. Τέλος, το ακμαίο άτομο εξέρχεται μετά από 3 -7 εβδομάδες, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο περιβάλλον.
Bruchus lentis
Γνωστό και ως «Βρούχος της φακης». Είδος που έχει κατά κανόνα μία γενιά τον χρόνο. Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν ωοτοκεί και δεν πολλαπλασιάζεται σε ξηρούς σπόρους φακής. Μάλιστα, ορισμένα ακμαία άτομα είναι δυνατόν να παραμείνουν σε ξηρούς σπόρους μέχρι και την σπορά.
Μορφολογικά, το ακμαίο άτομο έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3-3.5 mm. Επίσης, το σώμα του παρουσιάζει πυκνές γκριζοκόκκινες τρίχες και πολλές λευκές κηλίδες. Οι δε προνύμφες έχουν λευκοκίτρινο χρώμα με κεφαλή που φέρει χρωματισμό σκούρο καστανό.
Caryedon serratus
Βρούχος που προσβάλει τα αράπικα φιστίκια. Είναι δυνατόν όμως να σημειωθούν προσβολές και σε άλλα προϊόντα όπως φασόλια, κακάο κ.ά.
Μορφολογικά, το ακμαίο έντομο έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 4-5mm. Επίσης, το σώμα του είναι μακρόστενο, με χρωματισμό κοκκινοκάστανο και με πιο σκούρες κηλίδες. Ο προθώρακας έχει σχήμα τραπεζοειδές, με πυκνό γκρίζο χνούδι και τα οπίσθια πόδια του είναι φαρδιά. Η δε προνύμφη είναι υπόλευκου χρώματος με καστανή κεφαλή.
Τα θηλυκά άτομα ωοτοκούν και εναποθέτουν κολλώντας εκατοντάδες αυγά στην επιφάνεια του κελύφους ή στα σπέρματα. Οι προνύμφες που θα προκύψουν από την εκκόλαψη των αυγών, θα τραφούν σε αναλογία 1 σε κάθε σπόρο. Χαρακτηριστικό της προσβολής είναι ότι είναι ευκρινώς ορατή μόνο όταν ανοίξουν οι λοβοί. Κατά κανόνα, η ανάπτυξη του συγκεκριμένου είδους ολοκληρώνεται σε περίπου 10 εβδομάδες σους 25 βαθμούς κελσίου.
Arae(ο)cerus fasciculatus
Είδος, που αν και υπάγεται στην Οικογένεια Anthribidae και είναι παγκοσμίως κύριος εχθρός των σπόρων καφέ και κακάο, είναι δυνατόν να προσβάλλει σε αποθηκευτικούς χώρους, αλλά και στον αγρό πλήθος άλλων σπόρων (φασόλια, φιστίκια αράπικα, αραβόσιτο). Αξιοσημείωτο αποτελεί ότι δεν διαχειμάζει σε μη θερμαινόμενους χώρους.
Μορφολογικά, το ακμαίο άτομο έχει μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 3–5 mm. Επίσης, το σώμα του είναι κυρτό και φέρει τρίχες με σκούρες καστανές κηλίδες στα έλυτρα. Οι κεραίες του διαθέτουν αραιά άρθρα, εξού και η ονομασία του (Arae(ο)cerus). Τέλος, παρουσιάζει πολλές ομοιότητες όσο αφορά την βιολογία του και τον τρόπο που προσβάλει τα διάφορα προϊόντα, σε σχέση
Τα περιστέρια (επιστημονικό όνομα Columba livia – Περιστερά η πελιδνή) είναι πτηνά της οικογένειας των περιστερίδων. Έχουν προσαρμοστεί στη ζωή στην πόλη πολύ καλά σε όλο τον κόσμο. Τα περισσότερα είδη έχουν γκριζογάλανο χρώμα και άσπρα πλευρά. Η ουρά τους καταλήγει σε μια σκούρα γραμμή και οι φτερούγες έχουν δύο μαύρες γραμμές. Οι διαφορές μεταξύ αρσενικών και θηλυκών είναι λίγες. Το αρσενικό περιστέρι ονομάζεται γούτος, το θηλυκό περιστέρα και τα νεογέννητα πιτσούνια.
Τα περιστέρια ζουν σε ανοικτά και ημιανοικτά περιβάλλοντα, όπως για παράδειγμα γκρεμούς που χρησιμοποιούνται για φώλιασμα από τα άγρια περιστέρια. Αν και αρχικά ζούσαν σε άγρια κατάσταση, σταδιακά εγκαταστάθηκαν στις πόλεις.
Το απότομο κούνημα της κεφαλής τους αντισταθμίζει τις κινήσεις του σώματος επιτρέποντας έτσι καθαρή, σταθερή όραση. Τα φτερά των περιστεριών είναι μεγάλα, με δυνατούς μύες που ζυγίζουν το 31-44% του σωματικού βάρους τους. Είναι από τα δυνατότερα και ικανότερα σε ελιγμούς πτηνά όσο αφορά την πτήση.
Τα περιστέρια φτιάχνουν φωλιές χρησιμοποιώντας ξερά κλαράκια στην φύση σε βράχους, ενώ σε αστικό περιβάλλον σε εσοχές κτιρίων. Εκεί αποθέτουν τα αυγά τους, τα οποία φροντίζουν και οι δύο γονείς. Όχι μόνον τα επωάζουν εναλλάξ, αλλά και τα δύο φύλα εκκρίνουν από τον οισοφάγο τους ένα ειδικό υγρό ώστε να τα ταΐζουν επίσης εναλλάξ. Κατά την επώαση οι αδένες εκκρίνουν ένα γαλακτώδες υγρό που αποτελεί και την πρώτη τροφή των νεοσσών για τις πρώτες ημέρες ενώ μετά την 9-11η ημέρα αντικαθίσταται σταδιακά με σπόρους που εξεμούν και ο νεοσσός τους τρώει απευθείας από το στόμα του γονέα . Ο νεοσσός εγκαταλείπει τη φωλιά τέσσερις έως έξι εβδομάδες μετά τη γέννησή του. Τα περισσότερα είδη μπορούν να ζήσουν από 12 έως 15 χρόνια. Γεννούν από 5 έως 7 φορές το χρόνο ένα ή δύο αυγά.
Τα περιστέρια υπάγονται στα αστικά παράσιτα, μαζί με τους αρουραίους και τις κατσαρίδες και φέρουν το προσωνύμιο «Φτερωτοί αρουραίοι». Είναι ικανά να φωλιάσουν σε οποιοδήποτε μέρος, για αυτό ακριβώς τον λόγο η απώθησή τους είναι δύσκολη. Τα περιττώματα των περιστεριών είναι μια από τις σοβαρές ενοχλήσεις που συνοδεύουν την εικόνα τους, λόγω της βρωμιάς, της εγκατάλειψης και της δυσωδίας. Στα περιττώματά τους αναπτύσσονται διάφοροι μύκητες όπως Histoplasma capsulatum, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ιστοπλασματική αλλεργία με συμπτώματα γρίπης. Η παρουσία αυτών των πουλιών σε μεγάλους πληθυσμούς συνδέεται με την εμφάνιση μυκητωδών μολύνσεων όπως είναι η κρυπτοκοκκίαση και η ιστοπλάσμωση στους ανθρώπους. Τέλος, ένας ακόμα αρνητικός παράγοντας που συσχετίζεται με την εμφάνιση των περιστεριών είναι η ψείρα τους, η οποία δύσκολα μπορεί να καταπολεμηθεί γιατί έχει την ικανότητα να πολλαπλασιάζεται με γρήγορους ρυθμούς.
Το ψαράκι (Lepisma saccharina – λέπισμα το αργυρόχρουν) ή σκόρος του βιβλίου, μια και τρέφεται με κολλά βιβλίων, χαρτί, μύκητες ή σκόνη, είναι έντομο των οικιών και των βιβλιοθηκών και δεν τρέφεται με ρούχα όπως ο σκόρος των ρούχων. Το σχήμα του σώματος του μοιάζει με εκείνο του ψαριού, γι’ αυτό πήρε και αυτή την ονομασία. Πρόκειται για παράσιτο μικρού μεγέθους, το μήκος του σώματός του φθάνει τα 12mm και σκεπάζεται με ασημί λέπια. Το χρώμα είναι γκρι-σταχτί. Η κοιλιά του καταλήγει σε 3 κερκίδια (ουρίτσες).
Το παράσιτο αυτό, με τα μασητικού τύπου στοματικά του μόρια τρώει την αμυλόκολλα των ραχών παλαιών βιβλίων, ταπετσαρίες, μονωτικά υλικά, κολλαρισμένα υφάσματα, αλλά και κάθε είδους αμυλούχες τροφές. Συναντάται κυρίως σε μέρη ζεστά και υγρά, όπως σε υπόγεια, πατάρια σπιτιών ή Δημόσιων κτηρίων, βιβλιοθήκες, πίσω από κορνίζες σε καράβια, κότερα κυρίως στο μπάνιο λόγω της αυξημένης υγρασίας, αλλά και πίσω από τα σώματα θέρμανσης.
Πολλαπλασιάζετε πολύ εύκολα και αποικεί πολλές φορές όλο το σπίτι. Κατά τη διάρκεια του έτους συναντούμε όλα τα στάδια του εντόμου. Ο βιολογικός του κύκλος συμπληρώνεται, ανάλογα με τις επικρατούσες θερμοκρασίες, και υγρασία, σε 7-24 μήνες.
Τα ψαράκια δεν τσιμπούν τον άνθρωπο, εξακολουθεί όμως να είναι επικίνδυνο για ενήλικους και μικρά παιδιά γιατί κατά τη διάρκεια του ύπνου μπορεί να μπει μέσα στο αυτί. Από υγειονομικής άποψης, θεωρούνται επικίνδυνα παράσιτα γιατί μπορούν να μεταφέρουν μικροοργανισμούς στο σώμα τους, καθώς κυκλοφορούν και στις αποχετεύσεις.
Τα μαύρα σκουλήκια (Millipedes-χίλια πόδια) ανήκουν στην τάξη Diploda (δύο σειρές ποδιών) και συγκαταλέγονται στα παράσιτα που είναι ιδιαίτερα ενοχλητικά για τον άνθρωπο.
Μορφολογικά, διαθέτουν δύο ζεύγη ποδιών σε όλο το σώμα τους, το οποίο αποτελείται ανάλογα με το είδος από 20 έως 100 τμήματα. Είναι παράσιτα που κινούνται με αργό ρυθμό και όταν αντιληφθούν απειλή κουλουριάζονται. Όταν επικρατεί πολύ υψηλή υγρασία στο έδαφος εξέρχονται από τις πέτρες ή από το έδαφος στην επιφάνεια και εισβάλουν σε κατοικίες. Θα κάνουν την εμφάνιση τους Άνοιξη και Φθινόπωρο, ενώ κρύβονται στο έδαφος το Χειμώνα και το Καλοκαίρι. Τα μαύρα σκουλήκια (Millipedes) δεν είναι επικίνδυνα αλλά αντιαισθητικά διότι δε δαγκώνουν ούτε προκαλούν κάποια άλλη ζημιά. Τρέφονται με οργανική ουσία σε αποσύνθεση.
Τα μαύρα σκουλήκια μπορούν να επιβιώσουν μέχρι και 7 έτη. Ξεχειμωνιάζουν ως ενήλικα και γεννούν τα αυγά μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες στο χώμα. Τα θηλυκά θα γεννήσουν μεγάλο αριθμό αυγών που κυμαίνεται από 20 έως 300 αυγών, τα οποία εκκολάπτονται σε μερικές εβδομάδες. Το μαύρο σκουλήκι φτάνει στη σεξουαλική ωριμότητα το δεύτερο έτος, ενώ άλλα περνούν τέσσερα έως πέντε έτη στο λαρβικό στάδιο.
Οι σκορπιοί είναι ζώα που σχηματίζουν την ομώνυμη τάξη αρθροπόδων (Scorpiones) και ανήκουν στην ομοταξία των Αραχνίδιων. Οι σκορπιοί έχουν μέγεθος από 3 μέχρι 19 εκατοστά. Κατοικούν σε ξερές και πετρώδεις περιοχές.
Στην Ευρώπη, ο σκορπιός εμφανίζεται περισσότερο στην Ισπανία, την Ιταλία και τα Βαλκάνια. Ζει μόνος του και δεν αλλάζει τον τόπο που μένει μέχρι να πεθάνει. Την ημέρα κρύβεται κάτω από πέτρες, στις σχισμές των βράχων ακόμα και μέσα στα σπίτια, στις σκοτεινές γωνιές ή κάτω από έπιπλα. Τη νύχτα βγαίνει από την κρυψώνα του για την ανεύρεση τροφής. Οι σκορπιοί τρώνε έντομα, αράχνες και άλλα μικρά ζωύφια.
Δεν απομακρύνεται από την κρυψώνα του εκτός από την εποχή που πολλαπλασιάζεται, οπότε πρέπει να βρει το ταίρι του. Με την πάροδο μερικών μηνών από το ζευγάρωμα, το θηλυκό γεννάει 25 – 30 αυγά. Η μητέρα βοηθά με τις λαβίδες της να βγουν τα μικρά από τα αυγά. Αφού τα καθαρίσει, τα βάζει πάνω στη ράχη της, όπου μένουν περίπου 15 μέρες. Στο διάστημα αυτό η μητέρα μένει συνέχεια στη φωλιά της, χωρίς να τρώει τίποτα.
Το τσίμπημα του σκορπιού που ζει στην Ευρώπη προκαλεί πόνους και ερεθίζει το δέρμα και είναι επικίνδυνο για άτομα νεαρής ηλικίας, όπως και για ηλικιωμένα άτομα, τα οποία αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας. Το δηλητήριο που διοχετεύουν στο θύμα τους είναι ικανό να προκαλέσει υπέρταση σε ήπιες περιπτώσεις ή υπόταση και πνευμονικό οίδημα σε σοβαρά περιστατικά. Συμπτώματα που μπορούν να εμφανιστούν από το τσίμπημα του κεντριού σκορπιού είναι τα ακόλουθα:
• Ναυτία
• Εμετός
• Εφίδρωση
• Σιαλισμός
• Σπασμοί
• Πριαπισμός
• Σοκ
• κώμα
Το άκαρι είναι μικρό αρθρόποδο και ταξινομείται μαζί με το τσιμπούρι στην τάξη Acarina. Τα άτομα της τάξης αυτής έχουν σχήμα στρογγυλό ή ωοειδές, είναι πλατυσμένα στερνορραχιαία και το σώμα τους δεν χωρίζεται σε τμήματα, αλλά είναι ενιαίο. Στο μπροστινό μέρος του σώματος τους υπάρχει η ψευδοκεφαλή, η οποία αποτελείται από το γναθόσωμα ή βάση και από τα στοματικά μόρια. Τα τελευταία είναι ένα ζεύγος χηληκεραίων, ένα ζεύγος προσακτρίδων κα από την μεταξύ αυτών μονή οδοντοειδή κατασκευή, το υπόστομα. Το υπόλοιπο σώμα ονομάζεται και ιδιόσωμα και διακρίνεται με την σειρά του σε ποδόσωμα, στο οποίο υπάρχουν τα 4 ζεύγη των ποδιών και σε οπισθόσωμα. Πολλές φορές τα πόδια είναι τοποθετημένα σε 2 ομάδες των 2 ζευγών η κάθε μία και τότε το μπροστινό μέρος του ποδοσώματος ονομάζεται προποδόσωμα και το πίσω μεταποδόσωμα. Όταν υπάρχουν μάτια, αυτά είναι τοποθετημένα στην ραχιαία ή την κοιλιακή περιφέρεια του ποδοσώματος.
Τα ακάρεα είναι μικρά ή μικροσκοπικά, το περίβλημά τους είναι μεμβρανώδες στο οποίο πολλες φορές υπάρχουν μακριές τρίχες, το υπόστομά τους είναι άοπλο και κρυμμένο, οι προσακτρίδες δεν παρουσιάζουν τμήματα και οι χηληκεραιές αποτελούνται από χιτινισμένες λεπίδες ή μυτερά ραβδιά. Μερικά είδη μπορούν να φτάσουν τα 20 mm και άλλα, με μέγεθος μόλις 0,08 του mm, μπορούν να κάνουν φωλιά ακόμη και στο θύλακα μιας ανθρώπινης τρίχας.
Το ενήλικο άκαρι έχει συνήθως 4 ζεύγη πόδια, όμως μερικά είδη έχουν 3 ή 2 ζεύγη πόδια και μερικά στην ενηλικίωση μένουν με ένα μόνο ζεύγος πόδια. Το γναθόσωμα στο κάθε άκαρι έχει προσαρμοστεί στον τρόπο που τρέφεται ώστε να μπορεί να δαγκώνει, να κεντρίζει, να πριονίζει ή και να ρουφά. Η αναπνοή γίνεται μέσω μικρών ανοιγμάτων στον εξωσκελετό τους ή και από το ίδιο το κέλυφός τους.
Polyphagotarsonemus latus
Προκαλεί ζημιές σε φυτά.
Aceria anthocoptes
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για έλεγχο του πληθυσμού των ζιζανίων.
Lorryia formosa
Επιβλαβές σε φυτά, κυρίως εσπεριδοειδή.
Raoiella indica
Εξαπλώνεται σε φοίνικες, προκαλεί καφέ χρώση.
Tuckerella
Επιβλαβής στα οπωροφόρα (φωτογραφία σε κοτσάνι τσαγιού).
Cheyletidae
Παρασιτεί σε πτηνά και θηλαστικά προκαλώντας δερματίτιδες.
Neotrichozetes spinulosus spinulosus
Πολλά ακάρεα – κυνηγοί έχουν ανεπτυγμένες αισθήσεις, όμως πολλά από αυτά δεν έχουν μάτια. Τα μάτια τους είτε έχουν συγχωνευθεί είτε και έχουν εκλείψει και έτσι τα διάφορα είδη έχουν από καθόλου ως και πέντε μάτια.
Οικογένεια Demodicidae
Demodex spp.
Το γένος αυτό περιλαμβάνει ομάδα ακάρεων που παρασιτούν στο θύλακο των τριχών και τους σμηγματογόνους αδένες διαφόρων θηλαστικών. Τα ακάρεα της ομάδας αυτής παρουσιάζουν μορφολογικές ομοιότητες, αν και μπορούμε να τα διαχωρίσουμε σε είδη ανάλογα με τον ξενιστή σε :
• D.canis των σκύλων
• D.cati των γατών
• D. ovis των προβάτων
• D. caprae των κατσικιών
• D. bovis των βοοειδών
• D. equi των ιπποειδών
• D. phylloides των χοίρων
• D. folliculorum του ανθρώπου.
Τα ακάρεα του είδους Demodex spp. έχουν σχήμα επίμηκες και μέγεθος 0,25-0,40 χιλιοστά. Τα αυγά τοποθετούνται στους θύλακες των τριχών ή τους σμηγματογόνους αδένες, όπου και εκκολάπτονται. Τα ακάρεα, τα οποία συμπληρώνουν όλο το βιολογικό τους κύκλο πάνω στους ξενιστές, εισχωρούν μέσα στους θύλακες των τριχών και τους σμηγματογόνους αδένες και προκαλούν μία χρόνια φλεγμονή, με αποτέλεσμα την υπερπλασία και πάχυνση της επιδερμίδας και την πτώση των τριχών. Στον άνθρωπο, εντοπίζονται κυρίως στην επιδερμίδα του προσώπου. Η μόλυνση επεκτείνεται είτε λόγω μετακίνησης των ακάρεων, είτε με την τριβή ή την επαφή μολυσμένων ξενιστών. Η ασθένεια αυτή ονομάζεται δεμοδηκτική ψώρα και πολλές φορές παρατηρούνται δευτερογενείς μολύνσεις κυρίως από σταφυλόκοκκους.
Οικογένεια Sarcoptidae
Είδη της οικογένειας αυτής είναι γνωστά σαν ακάρεα της ψώρας. Είναι μικρά, μόλις ορατά με γυμνό μάτι και παρασιτούν στην επιδερμίδα διαφόρων θερμόαιμων ζώων. Τα σπουδαιότερα γένη είναι τα:
• Sarcoptes
• Notoedres
• Knemidokoptes ή Cnemidocoptes.
Το καθένα από τα παραπάνω προκαλεί και ένα ιδιαίτερο τύπο ακαρίασης.
Sarcoptes scabiei De Geer
Οι μορφές του είδους αυτού που προσβάλλουν την επιδερμίδα των θηλαστικών, θεωρούνται σαν ποικιλίες του είδους. Διαφέρουν ελάχιστα μεταξύ τους και μπορούν ως ένα σημείο να αλλάξουν ξενιστή, αλλά συνήθως επιζούν σε διαφορετικό ξενιστή από εκείνο που παρασιτούν κανονικά.
Sarcoptes scabiei var. hominis (ακάρι της ψώρας του ανθρώπου)
Ακάρι με παγκόσμια διασπορά. Το θηλυκό άτομο φθάνει σε μήκος τα 0,33-0,45 mm και πλάτος 0,25-0,35 mm. Ανοίγει στοά κάτω από την επιδερμίδα του ξενιστή, η οποία μπορεί να φθάσει μέχρι και τα 3 εκατοστά σε μήκος και εκεί θα εναποθέσει τα αυγά του (κάθε αυγό έχει μέγεθος 0,15χ0,10 mm) κατά διαστήματα. Κάθε θηλυκό είναι ικανό να παράγει 35-50 αυγά σε διάστημα 2 μηνών, παραμένοντας μέσα στην στοά που έχει δημιουργήσει.
Στην συνέχεια, οι προνύμφες που θα προκύψουν από τα αυγά, περπατούν πάνω στην επιδερμίδα, όπου και μεταμορφώνονται σε νύφες και στην συνέχεια σε τέλεια άτομα. Τα μη γονιμοποιημένα θηλυκά μπορεί να ανοίξουν προσωρινή στοά, αλλά μόνο τα γονιμοποιημένα δημιουργούν τις κανονικές στοές.
Συνήθως το άκαρι πεθαίνει μέσα στο δέρμα από το ξύσιμο, καθώς το σημείο που βρίσκεται εντοπίζεται από τη φαγούρα που προκαλεί και ο τρόπος αυτός απαλλαγής από ένα μόνο άκαρι-εισβολέα είναι συνήθως αποτελεσματικός. Αρκετά από τα ακάρεα προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις όπως η αλλεργική ρινίτιδα, το άσθμα και το έκζεμα και επιδεινώνουν την ατοπική δερματίτιδα. Συνήθως συγκεντρώνονται σε ζεστά και υγρά μέρη όπως τα στρώματα των κρεβατιών. Θεωρείται πως η εισπνοή τους από τον άνθρωπο κατά τη διάρκεια του ύπνου εκθέτει το ανθρώπινο σώμα σε κάποια αντιγόνα που τελικά προκαλούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Τα ακάρεα της σκόνης θεωρούνται από τα χειρότερα αλλεργιογόνα.
Σημεία που κυρίως προσβάλλουν είναι μεταξύ των δαχτύλων των χεριών, τα γεννητικά όργανα, ο θώρακας, τα πόδια και σπανιότερα το κεφάλι. Ο αριθμός των ακάρεων σε άτομα που μολύνονται για πρώτη φορά μπορεί να φθάσουν τα 500, αλλά σε διάστημα 5-16 εβδομάδων μειώνονται σε 10-12 ή και λιγότερα. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε άτομα που μολύνθηκαν για πρώτη φορά, ο ερεθισμός ξεκινά ένα μήνα μετά την μόλυνση, σε ενάμιση μήνα είναι έντονος και σε τρεις μήνες ανυπόφορος. Αντιθέτως, σε άτομα που μολύνονται εκ νέου, ο ερεθισμός είναι έντονος μέσα σε 24 ώρες, παρόλο που ο πληθυσμός των ακάρεων είναι περιορισμένος.
Notoedres cati Hering
Προκαλεί ψώρα στις γάτες, η οποία αρχίζει από την κορυφή των αυτιών και σταδιακά επεκτείνεται σε όλο το κεφάλι και το πρόσωπο.
Knemidokoptes spp.
Το K.mutans Robin και Lanquetin προκαλεί ψώρα στα πόδια των πουλερικών, ενώ το K.gallinae Railliet, το οποίο είναι παρόμοιο με το προηγούμενο, προσβάλλει την επιδερμίδα στην βάση των φτερών.
Οικογένεια Acaridae (Tyroglyphidae)
Στα είδη της οικογένειας αυτής, τα τέλεια άτομα ζουν ελεύθερα και τρέφονται με οργανικές ουσίες σε αποσύνθεση. Μερικά από αυτά προσβάλλουν αποθηκευμένα προϊόντα και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις προσβολής ατόμων που χειρίζονται τα προϊόντα αυτά ή τρέφονται με μολυσμένα τρόφιμα. Τα πιο συνηθισμένα είδη της οικογένειας αυτής παρουσιάζουν παγκόσμια διασπορά.
Acarus (Tyroglyphus) siro L.
Σε περίπτωση τυχαίας κατάποσης προκαλεί γαστρικό κι εντερικό κατάρρου και διάρροια. Σε χειριζόμενους μολυσμένα προϊόντα μπορεί να προκληθεί δερματικό εξάνθημα. Βρίσκεται κυρίως σε τυρί.
Acarus (Tyroglyphus) farina De Geer
Μπορεί να προκαλέσει δυσπεψία και δερματικές αλλοιώσεις. Μοιάζει με το προηγούμενο και βρίσκεται σε τυρί και αποθηκευμένα δημητριακά.
Tyrophagus longior Gervais
Βρίσκεται σε αποθηκευμένα δημητριακά και ξηρούς καρπούς και μπορεί να προκαλέσει κνησμό της επιδερμίδας.
Glycyphagus domesticus De Geer
Βρίσκεται σε διάφορα αποθηκευμένα τρόφιμα και μπορεί να προκαλέσει κνησμό της επιδερμίδας.
Οικογένεια Trombiculidae
Οι νύμφες και τα τέλεια άτομα ζουν ελεύθερα και δεν είναι παρασιτικά. Παρασιτούν μόνο οι προνύμφες, οι οποίες ονομάζονται «ερυθρά ακάρεα», «ακάρεα θάμνων» ή «ακάρεα του θερισμού» και έχουν χρώμα κοκκινωπό ή πορτοκαλί.
Όσο αφορά τον βιολογικό κύκλο, συχνά μεταξύ των κανονικών σταδίων εξέλιξης παρουσιάζονται καλύμματα έξω από το περίβλημα του ακάρεος, τα πόδια απορροφούνται και σε κάθε νέο στάδιο παράγονται νέα, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν ενδιάμεσα στάδια εξέλιξης. Οι νύμφες και τα τέλεια είναι μορφολογικά όμοια και διαφέρουν μόνο ως προς το μέγεθος (νύμφη 0,5 mm και τέλειο 0,7-1mm). Τρέφονται με αυγά εντόμων ή μικρές προνύμφες που βρίσκουν στο έδαφος.
Τα αυγά τοποθετούνται στο έδαφος μονά ή σε ομάδες. Οι εξάποδες προνύμφες προσκολλώνται στο δέρμα του ξενιστή και με σάλιο τους προκαλούν καταστροφή των ιστών, τρεφόμενες με τα υγρά των ιστών αυτών και όχι με αίμα. Σε άλλα θηλαστικά έχουν τάση να μπαίνουν μέσα στα αυτιά, ενώ στον άνθρωπο κινούνται σε όλη την επιφάνεια του σώματος ή κάτω από τα εσώρουχα. Ο ερεθισμός από την καταστροφή των ιστών είναι πιο έντονος τις πρώτες 12-24 ώρες. Στην Ευρώπη έχει βρεθεί το είδος Trombicula autumnalis που προκαλεί σοβαρή δερματίτιδα.
Trombicula autumnalis